Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Απολογισμό της πενταετούς θητείας του με αναφορές στην ελληνική κρίση, με εκμυστηρεύσεις και mea coulpa έκανε χθες ενώπιον της Ευρωβουλής ο πρόεδρος του Εurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ, η οποίος αποχωρεί από τη θέση του στις 13 Ιανουαρίου.
Ο κ. Ντέισελμπλουμ αναγνώρισε ότι η πρώτη διάσωση των ελληνικών τραπεζών με κρατικά χρήματα έγινε για να προστατευθούν οι ξένοι επενδυτές, ενώ λυπάται που δεν «κουρεύτηκαν» τα χρήματα των μεγάλων καταθετών (άνω των 100.000 ευρώ), όπως έγιναν στην Κύπρο, γιατί και το χρέος θα ήταν σήμερα μικρότερο και οι φορολογούμενοι δεν θα επιβαρύνονταν.
Ο απερχόμενος πρόεδρος έπλεξε με έμμεσο τρόπο το εγκώμιο της κυβέρνησης, θεωρώντας ότι μετά το 2015 έγιναν σημαντικότατες μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα σε όλους τομείς, δηλώνοντας παράλληλα ευτυχής που πέτυχε το καλοκαίρι του 2015 να κρατήσει αδιαίρετη την Ευρωζώνη και την Ελλάδα μέλος της. Η Ελλάδα ήταν στο επίκεντρο της χθεσινής συνεδρίασης της επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Ευρωβουλής, στην οποία είχε προσκληθεί ο Γερούν Ντέισελμπλουμ, στο πλαίσιο του διαρθρωμένου διαλόγου, που στην πορεία της συζήτησης εξελίχθηκε σε απολογισμό πεπραγμένων.
Στην εισαγωγική του παρουσίαση, ο κ. Ντέισελμπλουμ είπε ότι θέλει να τιμήσει την Ελλάδα γιατί από την έναρξη του τρίτου προγράμματος το καλοκαίρι του 2015 μέχρι σήμερα έγιναν πάρα πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις, στα δημοσιονομικά, στον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης, της αγοράς εργασίας και του κοινωνικού κράτους, καθώς και στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.
Απομένουν ακόμη να γίνουν πράγματα στην Ελλάδα, αλλά η χώρα έχει γυρίσει σελίδα σε πολιτικό και κυρίως οικονομικό επίπεδο, είπε.
Αναφερόμενος στις τελευταίες εξελίξεις τόνισε ότι έχει επιτευχθεί συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο για την τρίτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος και ότι μετά την υλοποίηση των προαπαιτούμενων θα ακολουθήσει στο Εurogroup στις 22 Ιανουαρίου η απόφαση για την εκταμίευση της δόσης.
Στη συνέχεια πρόσθεσε ότι μετά το οριστικό κλείσιμο της αξιολόγησης θα ξεκινήσουν συζητήσεις για το θέμα του χρέους, ωστόσο επανέλαβε για μια ακόμη φορά ότι η επίσημη εξέταση του θέματος θα γίνει το καλοκαίρι, μόλις ολοκληρωθεί η τέταρτη αξιολόγηση. Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας έλαβε ήδη βραχυπρόθεσμα μέτρα, ενώ τα μεσοπρόθεσμα που ενδεχομένως θα ληφθούν το καλοκαίρι θα βοηθήσουν την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα τον Αύγουστο του 2018, κατέληξε.
Ερωτηθείς αν σχεδιάζεται η πρόωρη αποπληρωμή των ελληνικών δανείων του ΔΝΤ με τα χρήματα του προγράμματος που απομένουν, είπε πως αυτό είναι οικονομικά λογικό και εφικτό, καθώς τα δάνεια του ΔΝΤ είναι πιο ακριβά από τα ευρωπαϊκά. Πολιτικά, ωστόσο, σημείωσε ότι το Eurogroup επιθυμεί να παραμείνει το ΔΝΤ αναμεμιγμένο στο ελληνικό πρόγραμμα.
Απαντώντας σε ερωτήσεις ευρωβουλευτών για το θέμα των «κόκκινων» δανείων, ο απερχόμενος πρόεδρος είπε ότι στόχος είναι η λύση να είναι ιδιωτική ώστε να μην επιβαρυνθούν και πάλι οι φορολογούμενοι, ενώ παράλληλα «γίνονται τα απαραίτητα για την προστασία των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων» προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα είναι αυτές τα θύματα των πλειστηριασμών.
Σχετικά με τα μνημόνια, έκανε μια αναδρομή στο παρελθόν υπογραμμίζοντας ότι σκοπός του πρώτου προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας ήταν να μην επηρεαστεί και το υπόλοιπο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα από την ελληνική κατάρρευση. Στο σημείο αυτό επισήμανε ότι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν από τους Ευρωπαίους δανειστές οι τράπεζες ήταν δαπανηρός και μη αποτελεσματικός. «Είναι αλήθεια ότι στόχος ήταν να σωθούν οι επενδυτές εκτός Ελλάδας» είπε, εξηγώντας ότι επρόκειτο για μια τεράστια κρίση, καθώς κινδύνευε με πλήρη κατάρρευση όλος ο χρηματοπιστωτικός τομέας στην Ε.Ε.
Ωστόσο, σημείωσε ότι στο τρέχον τρίτο ελληνικό πρόγραμμα χρειάστηκαν μόνο 4,5 δισ. για τις τράπεζες καθώς είχε μεγάλη συμμετοχή ο ιδιωτικός τομέας.
Τέλος, κάνοντας έναν παραλληλισμό του «κουρέματος» των μεγάλων καταθέσεων (άνω των 100.000 ευρώ) στην Κύπρο το 2013, είπε ότι ήταν μια πολύ σωστή επιλογή και πως εάν είχε γίνει αυτό και στην Ελλάδα το χρέος της χώρας θα ήταν σήμερα μικρότερο και δεν είχαν επιβαρυνθεί οι φορολογούμενοι με τη διάσωση των τραπεζών.
Σε σχέση με την ευρωπαϊκή οικονομία, είπε ότι το 2013, όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του η Ευρωζώνη, ήταν υπό την απειλή κατάρρευσης, ενώ σήμερα γνωρίζει μια από τις καλύτερες περιόδους της με 18 συνεχή τρίμηνα ανάπτυξης. Την εξέλιξη αυτή την απέδωσε στα δημοσιονομικά μέτρα που λήφθηκαν και στις μεταρρυθμίσεις, αναγνωρίζοντας όμως ότι σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό έγινε σε βάρος της κοινωνική συνοχής.
Για την επόμενη μέρα είπε πως είναι αισιόδοξος, υπό την προϋπόθεση ότι θα συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, ενώ έφερε ως παράδειγμα τη μείωση της φορολογίας στην αγορά εργασίας, κυρίως για τους χαμηλούς μισθούς, υπογραμμίζοντας ότι στις χώρες που εφαρμόστηκε το μέτρο φέρνει αποτελέσματα.
Αναφορικά με τη συζήτηση που ξεκίνησε για το μέλλον της Ευρωζώνης, εμφανίστηκε προσεκτικός σε σχέση με ορισμένες από τις προχθεσινές της Κομισιόν και κυρίως στο θέμα της ενσωμάτωσης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) στους κοινοτικούς θεσμούς. Σύμφωνα με τον ίδιο ο ΕΜΣ πρέπει να κρατήσει το διακυβερνητικό του χαρακτήρα. Για την πρόβλεψη προϋπολογισμού στην Ευρωζώνη, προέβλεψε ότι οι συζητήσεις θα είναι πολύ δύσκολες γιατί οι θέσεις των κρατών-μελών είναι διαφορετικές.
Πάντως, θεωρεί εφικτό τον στόχο που έχει θέσει ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ για συγκεκριμένες αποφάσεις τον Ιούνιο του 2018 σε σχέση με τις αλλαγές στην Ευρωζώνη.
Καταλήγοντας σε σχέση με τη θητεία του είπε ότι προσπάθησε και νομίζει πως πέτυχε να κρατήσει την ενότητα στην Ευρωζώνη, η οποία βγήκε από την κρίση και ενωμένη.