Του Κώστα Ιωαννίδη
Στην προτελευταία συνεδρίαση της εβδομάδας οι θεσμικοί έδωσαν στις τιμές από τα πρώτα λεπτά πτωτική κατεύθυνση, με πιέσεις που αφορούσαν τις περισσότερες μετοχές του 26άρη και κυρίως τις συστημικές τράπεζες.
Ήταν έντονα πτωτική και ο Γ.Δ. στις 10:35 χτύπησε ως μέγιστο τις 757,78 από 766 μονάδες την Τετάρτη και ακολούθησε μετά καθοδική πορεία ως τις 14:17 που τον έφερε στις 742,2 από 757,14 μονάδες την προηγούμενη, από όπου ξεκίνησε ένα απαλό κύμα εντολών αγοράς, που πέρασε τον μέσο όρο πάνω από τις 745 μονάδες ως το πέρας της διαπραγμάτευσης, κρατώντας τον όμως σε αρνητικό πεδίο διαρκώς.
Η είσοδος των θεσμικών του δολαρίου έφερε επιπλέον πιέσεις και στο τέλος της ελεύθερης διαπραγμάτευσης ο δείκτης έμεινε πιο κοντά στο ελάχιστο μέρας.
Οι συνήθως πτωτικές τράπεζες είχαν σχεδόν σταθερά καθοδική δυναμική και σε πρώτη φάση βρέθηκαν -2,8% κάτω από το κλείσιμο της προηγούμενης ως τις 13:20. Αλλά μετά, με δυνατές σχετικά με την υπόλοιπη σύνοδο πιέσεις, απόκτησαν μεταβολή -4% και πάνω.
Οι τράπεζες κατέληξαν να χάσουν -3,68% με την μεγαλύτερη κλαδική απώλεια. Οι ρυθμοί συναλλαγών και οι όγκοι ήταν καλύτεροι από την προηγούμενη μέρα και η τελική εικόνα απόκτησε καθοδική δυναμική που επιβαρύνθηκε όταν εισήλθαν στις συναλλαγές οι διαχειριστές από τις ΗΠΑ, προφανώς γιατί οι μεταβολές των βασικών δεικτών στη Wall Street επηρέασαν τη διάθεσή τους.
Το μέγιστο σημειώθηκε στο πρώτο δεκάλεπτο και η τιμή κλεισίματος υπογραμμίζει το ενδιαφέρον για ρευστοποίηση θέσεων και σε μη τραπεζικές μετοχές του 26άρη, με το που σημειώθηκαν τα μέγιστα των απωλειών για τις τράπεζες και την ΕΕΕ στη συνεδρίαση. Υπήρξε μέσα στη μέρα κίνηση που έδειξε επάνοδο του μίζερου κλίματος.
Στις δημοπρασίες δεν υπήρξε ώθηση λόγω των Τραπεζικών μετοχών.
Ήταν μια σύνοδος με μεγαλύτερο εύρος (15,5 μονάδες) σε σχέση με τις 8,9 μονάδες της προηγούμενης και το αποτέλεσμα της ήταν πτωτικό για την κεφαλαιοποίηση του ΧΑ που οδηγήθηκε στα 51,657 από 52,388 εκατ. ευρώ.
Μέτρησαν αρνητικά οι μεταβολές για τις τράπεζες, αφού οι επενδυτές έκλεισαν την ΑΛΦΑ στο -4,60% από -2,25%, την ΕΤΕ στο -2,70% από -1,33%, ΕΥΡΩΒ -3,98% από -4,21% και η ΠΕΙΡ -2,37% από -3,80%. Η αγορά σήμερα πέρασε εξαρχής στην κυριαρχία των πωλητών, και κύρια στο πρώτο μέρος όπου ασκήθηκαν ισχυρότερες πιέσεις.
Οι μετοχές του FTSEM αντιμετωπίστηκαν χειρότερα από τα blue chip υποχωρώντας-2,12% από -0,16% την προηγούμενη.
Η στατιστική εικόνα στο Χ.Α. επιδεινώθηκε, όπως προκύπτει από το πλήθος των ανοδικών (5 από 7) blue chip έναντι των καθοδικών (17 από 19) και τριών ΑΔΜΗΕ, ΜΠΕΛΑ και ΟΤΕ αμετάβλητων. Στις 40 μετοχές της κατάταξης με το μεγαλύτερο τζίρο, είχαν άνοδο 5 από 15 την προηγούμενη σύνοδο, και 4 από 2 ήταν στις αμετάβλητες. Άρα, οι 31 από 23 ήταν πτωτικές.
Στα 47,054 από 39,252 εκατ. ευρώ του συνολικού τζίρου, τα 24,43 από 17,24 κατευθυνθήκαν στα 4 συστημικά τραπεζικά blue chip. Η συγκέντρωση του ενδιαφέροντος ανέβηκε υπολογίσιμα από τα επίπεδα της προηγούμενης συνόδου και οι συστημικές τράπεζες αποτελούν το 51,91% από 43,92% του συνολικού τζίρου.
Οι ευρωπαϊκές αγορές, εμφάνισαν πτωτική δυναμική μετά από πτωτικό ξεκίνημα και ήταν πιο καθοδικό το χρηματιστήριο της Ισπανίας ενώ όλη την ώρα τα futures για τους αμερικάνικους δείκτες είχαν πτωτικές μεταβολές. Όταν τελείωσαν οι συναλλαγές στην Αθήνα, οι μεταβολές αρκετών είχαν αρνητικά πρόσημα και σχετικά μικρό μέγεθος μεταβολής με τους δείκτες της Wall Street σε πτώση από τα πρόσφατα ρεκόρ υψηλών.
Στο Χ.Α. ο Γ.Δ. οδηγήθηκε χαμηλότερα -1,46% και έφθασε στις 746,45 από 757,49 μονάδες και ο 26άρης έκλεισε στις 1969,24 από 2002,62 με μεταβολή -1,67%. Οι δημοπρασίες δεν άλλαξαν την τιμή για τον Γ.Δ. και τον 25άρη, το κλείσιμο έγινε πιο κοντά στο κατώτερο της ημερήσιας διακύμανσής τους.
Για να συμβούν τα παραπάνω ο τζίρος διαμορφώθηκε στα 47,054 από 39,252 εκατ. ευρώ και οι συναλλαγές με πακέτα είχαν αξία 3,664 από 5,277 εκατ. ευρώ. Στις μετοχές του 26άρη, χωρίς να ληφθούν υπόψη τα πακέτα κατευθύνθηκαν 41,954 από 32,824 εκατ. ευρώ και στου FTSEM 0,822 από 0,622 εκατ. ευρώ.
Ο συνολικός όγκος διαμορφώθηκε στα 45,960 από 37,182 εκατ. τεμάχια. Το πλήθος των ανοδικών ανήλθε σε 24 από 43 των καθοδικών σε 75 από 51 και ο αριθμός των σταθερών διαμορφώθηκε σε 20 από 20.