Από την έντυπη έκδοση
Του Γιάννη Κανουπάκη
[email protected]
Δύσκολη περίοδος για την εγχώρια αγορά λιανικής καινούργιων επιβατικών αυτοκινήτων. Τον Ιούνιο οι νέες ταξινομήσεις προς ιδιώτες ήταν μόλις 3.710 και οι 6.494 αφορούσαν εταιρικά αυτοκίνητα. Η θερινή περίοδος, βεβαίως, είναι τουριστική, οπότε δικαιολογείται αυτή η δυναμική στα ενοικιαζόμενα. Τα ποιοτικά στοιχεία του κλάδου, ωστόσο, είναι αποδυναμωμένα, καθώς η λιανική είναι εκείνη που φέρνει κέρδη στις εισαγωγικές εταιρείες και σηματοδοτεί τους όποιους αναπτυξιακούς δείκτες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι αυξήσεις στις εργοστασιακές αξίες, λόγω εξοπλισμού ασφάλειας/άνεσης νέας τεχνολογίας -ακόμη και στις δημοφιλείς και μέχρι πρότινος προσιτές κατηγορίες- επιφέρουν αύξηση της φορολογίας, που ούτως ή άλλως είναι υψηλή στον τόπο μας, ενώ σε συνδυασμό με το επίσης σημαντικό κόστος χρήσης οδηγούν πολλούς αγοραστές, τα εισοδήματα των οποίων έχουν συμπιεσθεί, σε αμυντική στάση...
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία που επεξεργάζονται οι εταιρείες, ο Ιούνιος έκλεισε στις 10.204 μονάδες έναντι 8.914 μονάδων τον αντίστοιχο μήνα του 2016, σημειώνοντας αύξηση 14,47% -οι εταιρικές πωλήσεις έφεραν τη Nissan στην πρώτη θέση για τον μήνα Ιούνιο με τη Fiat στη δεύτερη, ενώ η Toyota που βρίσκεται στην τρίτη θέση είναι η πρώτη στις λιανικές πωλήσεις. Υπενθυμίζεται ότι ο Μάιος ήταν στο -20,82%, ο Απρίλιος στο -13,24% μετά από ένα φαινομενικά πολύ καλό πρώτο τρίμηνο, με αυξήσεις που είχαν χαρακτηριστεί «πλασματικές» από τον ΣΕΑΑ. Ιδίως, η σύγκριση της αγοράς του Φεβρουαρίου 2017 σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2016 και το συμπέρασμα της μεγάλης αύξησης (+58,2%) ήταν χωρίς νόημα, καθώς η αγορά αυτοκινήτου τους πρώτους μήνες του 2016 βρισκόταν σχεδόν «σε στάση». Αιτία ήταν πως από την 1η Ιανουαρίου 2016 είχε διακοπεί η απόσυρση και δρομολογείτο η εκ νέου παράτασή της, ενέργεια που τελικά υλοποιήθηκε την 5η Απριλίου με προθεσμία την 31η Μαΐου 2016.
Στο εξάμηνο
Το πρώτο εξάμηνο διαμορφώνεται, πλέον, στις 50.610 μονάδες έναντι 47.623 μονάδων το αντίστοιχο περσινό εξάμηνο. Η συνολικά ορθή, πάντως, σύγκριση της αγοράς σε σχέση με πέρυσι θα καταστεί εφικτή από τώρα και στο εξής, καθώς στα στοιχεία του περασμένου έτους είχαν προκύψει μεγάλες διακυμάνσεις εξαιτίας της παροχής κινήτρων απόσυρσης για λίγους μήνες.
Οι παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι το έτος θα κλείσει λίγο πάνω ή λίγο κάτω από τις 80.000 μονάδες -αν δεν υπάρξουν απρόοπτα-, αριθμός που θα αντιστοιχεί σε 70% κάτω από τον μέσο όρο των ποσοστών της δεκαετίας προ κρίσης, όταν η ελληνική αγορά έκλεινε στις 269.000 μονάδες. Σε κάθε περίπτωση, η αγορά αυτοκινήτου εξακολουθεί να υφίσταται εξαιρετικά μεγάλη πίεση κυρίως εξαιτίας της υπερφορολόγησης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και βρίσκεται στο -67,9% χαμηλότερα ως προς το μέσο όρο της δεκαετίας 2000-2009. Όλοι τώρα, επαναλαμβάνουν την ανάγκη να μην υπάρξουν άλλες φορολογικές εκπλήξεις και να διατηρηθούν τα τέλη ως έχουν για τα καινούργια αυτοκίνητα.