Τις επιπτώσεις του Brexit στη Βρετανία, την Ελλάδα και το ευρωπαϊκό οικοδόμημα ανέλυσε ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, από το βήμα ημερίδας του Ελληνοβρετανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.
Κατά την ομιλία του, εκτίμησε ότι ο «χωρισμός» θα εξασθενήσει και τις δύο πλευρές, καθώς όπως εξήγησε, οι συνέπειες δεν περιορίζονται μόνο στο κόστος που θα επιφέρει στις εμπορικές και επενδυτικές συναλλαγές.
«Είναι εξίσου πολιτικές, καθώς περιλαμβάνουν τη νέα αρχιτεκτονική που θα διέπει όχι μόνο τις σχέσεις μεταξύ των χωρών, αλλά και την ίδια τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης» έσπευσε να προσθέσει.
Το Brexit, τόνισε στη συνέχεια, «συνιστά μια αποτυχία της Ευρώπης και ένα σήμα κινδύνου για την πορεία της μη ισορροπημένης και δημοκρατικά θεμελιωμένης οικονομικής ολοκλήρωσης, η οποία πρέπει άμεσα να διορθωθεί».
Κάνοντας ειδική μνεία την Ελλάδα, ο αρμόδιος υπουργός αναφέρθηκε στις στενές εμπορικές και οικονομικές σχέσεις, ιδίως στους τομείς των εξαγωγών, του τουρισμού και της εκπαίδευσης. Σχετικά με τον εμπορικό κλάδο, διευκρίνισε ότι το ύψος των εισαγωγών από τη Βρετανία υπολογίζεται στα 1,3 δισ. ευρώ, ενώ το ύψος των ελληνικών εξαγωγών στα 1,08 δισ. ευρώ (2015).
Στο πλαίσιο αυτό, επεσήμανε, είναι αναμενόμενο η Ελλάδα να επωμιστεί ένα μέρος του κόστους της εξόδου της Βρετανίας από την Ε.Ε., το οποίο υπολογίζεται ότι θα κυμανθεί από 0,3% έως 1% του ΑΕΠ. Γι’ αυτό χαρακτήρισε ως απαραίτητο, η νέα εμπορική συμφωνία με τη Βρετανία να διασφαλίζει την αποτελεσματική πρόσβαση των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών στη βρετανική αγορά.
Ωστόσο, συμπλήρωσε ο κ. Παπαδημητρίου, δεν αποκλείεται το Brexit να αποτελέσει ένα παράθυρο ευκαιρίας για την Ελλάδα, καθώς αν υπάρξει φυγή ναυτιλιακών επιχειρήσεων δεν αποκλείεται να ευνοηθεί και το λιμάνι του Πειραιά. Επενδυτικές ευκαιρίες για την Ελλάδα μπορεί να δημιουργηθούν και στους τομείς της άμυνας, της ασφάλειας και των φαρμακευτικών, όπως υποστήριξε στη συνέχεια.
naftemporiki.gr