Στην ανάγκη ολοκλήρωσης, χωρίς άλλη καθυστέρηση, της δεύτερης αξιολόγησης, στάθηκε ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ενώ επεσήμανε ότι η εφαρμογή του προγράμματος πρέπει να γίνεται με συνέπεια και αποφασιστικότητα. Είπε επίσης ότι απαιτείται μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση από όλες τις πλευρές όσον αφορά το μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής και το βάρος του δημόσιου χρέους, μιλώντας σε εκδήλωση της Τράπεζας Πειραιώς στο Μουσείο της Ακρόπολης.
«Η Ελλάδα είναι έτοιμη να επιστρέψει στην οικονομική και χρηματοπιστωτική κανονικότητα και να κινηθεί προς ένα νέο, εξωστρεφές και βιώσιμο πρότυπο ανάπτυξης, με έμφαση στον τομέα των εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών. Η οικονομική προσαρμογή και οι διαρθρωτικές βελτιώσεις που έχουν επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια έχουν διανοίξει σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες», σημείωσε ο κ. Στουρνάρας.
Διευκρίνισε ωστόσο ότι, «για να αποκομίσουμε τα οφέλη από αυτές τις ευκαιρίες, υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις: Πρώτον, η ολοκλήρωση, χωρίς άλλη καθυστέρηση, της δεύτερης αξιολόγησης. Δεύτερον, η συνεπής και αποφασιστική εφαρμογή του προγράμματος. Και τρίτον, μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση από όλες τις πλευρές όσον αφορά το μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής και το βάρος του δημόσιου χρέους».
«Οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό με την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών, θα θέσουν σε κίνηση έναν ενάρετο κύκλο, ανοίγοντας το δρόμο για την οριστική επάνοδο της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα», σημείωσε.
Ο κ. Στουρνάρας επεσήμανε ότι οι προοπτικές για τις επιχειρήσεις συνδέονται στενά και με την πορεία των διαδοχικών αξιολογήσεων του προγράμματος. Είπε ότι μετά από την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, δημιουργήθηκε δυναμική που επέδρασε θετικά στην εμπιστοσύνη και τη ρευστότητα.
Σημείωσε ότι η προοπτική της ανάκαμψης «παραμένει κατ’ αρχήν εφικτή παρά την επιδείνωση της εμπιστοσύνης και την υποχώρηση των βραχυχρόνιων δεικτών τους τελευταίους μήνες, οι οποίες συνδέονται με την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης».
«Προς το παρόν, η καθυστέρηση αυτή έχει εξασθενήσει τη θετική δυναμική της οικονομικής δραστηριότητας, χωρίς εντούτοις να την αναστρέψει. Όμως, ενδεχόμενη άλλη καθυστέρηση μπορεί να εκτροχιάσει την ανάκαμψη της οικονομίας, και να θέσει έτσι σε κίνδυνο όλους τους στόχους, αναπτυξιακούς, δημοσιονομικούς, χρηματοπιστωτικούς», συνέχισε.
Υπογράμμισε επίσης ότι η επιχειρηματικότητα δεν χρειάζεται μόνο εμπιστοσύνη, αλλά απαιτείται και εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που προβλέπει το πρόγραμμα. Όπως εξήγησε, ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στην απλούστευση των διαδικασιών αδειοδότησης επενδύσεων, στη μείωση των διοικητικών βαρών για τις επιχειρήσεις και στη διευκόλυνση του ανταγωνισμού, στο άνοιγμα όσων επαγγελμάτων παραμένουν κλειστά και των δικτύων, στον εκσυγχρονισμό και την ενίσχυση της δημόσιας διοίκησης, στην αναβάθμιση και επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης και στη μείωση της φορολογίας φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων.
Συμπλήρωσε ότι έμφαση πρέπει επίσης να δοθεί στη συγκράτηση και την αναδιάρθρωση των μη παραγωγικών δαπανών και στην αποτελεσματική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, που θα δημιουργήσει κίνητρα για την αύξηση των επενδύσεων και της απασχόλησης, συμβάλλοντας στην αύξηση του δυνητικού προϊόντος.
Κάλεσε επίσης τους θεσμούς, με τη σειρά τους, να επιδείξουν μεγαλύτερη ευελιξία στο θέμα των δημοσιονομικών στόχων και της ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους.
naftemporiki.gr