Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Η επιστροφή των επικεφαλής των θεσμών την επόμενη εβδομάδα στην Αθήνα, που αποφάσισε χθες το Εurogroup, στην ουσία «ξεμπλοκάρει» τη δεύτερη αξιολόγηση, η οποία τις τελευταίες εβδομάδες βρισκόταν σε αδιέξοδο. Ωστόσο, οι συζητήσεις που θα ακολουθήσουν αναμένονται δύσκολες, γιατί αφορούν και τη λήψη δημοσιονομικών μέτρων.
Για να φτάσουμε στη χθεσινή συμφωνία χρειάστηκε προηγουμένως να αποδεχθεί η κυβέρνηση επί της αρχής τη λήψη προληπτικών δημοσιονομικών μέτρων για τη διασφάλιση πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018.
Αναφορικά με τα ανταλλάγματα, οι Ευρωπαίοι φαίνονται διατεθειμένοι να εξετάσουν και να προσδιορίσουν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, ενώ η ΕΚΤ από την πλευρά της θα εξετάσει εάν και πότε θα εντάξει τη χώρα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Πάντως, διάχυτη ήταν χθες η εντύπωση ότι καμία πλευρά δεν ήθελε σε αυτή τη φάση να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες σε σχέση με τις βασικές παραμέτρους της χθεσινής συμφωνίας, προφανώς γιατί και οι δύο πλευρές επιθυμούν να την παρουσιάσουν ως ισορροπημένη, χωρίς νικητές και ηττημένους, στο τέλος της αξιολόγησης.
Συμφωνία πριν από τη συνάντηση
Κατάληξη σε συμφωνία υπήρξε πριν από τη συνάντηση που συγκάλεσε ο πρόεδρος του Εurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ και στην οποία έλαβαν μέρος ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο αναπληρωτής υπουργός Γιώργος Χουλιαράκης, ο επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων Πιερ Μοσκοβισί, ο επικεφαλής του ΕΜΣ Κλάους Ρέγκλινγκ, το εκτελεστικό μέλος της ΕΚΤ Μπενουέ Κερέ, ο Πολ Τόμσεν του ΔΝΤ, ο πρόεδρος του ΕWG Τόμας Βίζερ και οι επικεφαλής των θεσμών.
Στη διάρκεια αυτής της συνάντησης, η ελληνική πλευρά αποδέχθηκε την προ-νομοθέτηση δημοσιονομικών μέτρων, τα οποία ο κ. Ντέισελμπλουμ αποκάλεσε «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», αλλά στην ουσία αφορούν τη μείωση του αφορολόγητου και το ασφαλιστικό (προσωπική διαφορά). Αυτή ήταν και η προϋπόθεση για την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα.
Δεν υπάρχει ανάγκη ρευστότητας
Οι επικεφαλής των θεσμών θα επιστρέψουν μετά την Καθαρά Δευτέρα και όπως διευκρίνισε ο κ. Ντέισελμπλουμ δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα ούτε για την παραμονή τους στην Ελλάδα, ούτε πότε θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση. «Δεν υπάρχει ανάγκη σε ρευστότητα μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού», είπε τόσο ο ίδιος όσο και ο κ. Μοσκοβισί, ωστόσο και οι δύο υπογράμμισαν ότι η αξιολόγηση θα πρέπει να ολοκληρωθεί το συντομότερο, ώστε να σταλούν τα κατάλληλα μηνύματα στις αγορές ενισχύοντας την ανάπτυξη και επιταχύνοντας την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές.
Είναι λοιπόν προφανές ότι οι συζητήσεις πρέπει να επιταχυνθούν τις επόμενες ημέρες, ώστε να υπάρξει συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο τις επόμενες εβδομάδες - αν όχι στο επόμενο Εurogroup (20 Μαρτίου), στο μεθεπόμενο (7 Απριλίου).
Η νομοθέτηση των μέτρων και οι δόσεις
Αναφορικά με τα μέτρα, στην Αθήνα οι επικεφαλής των θεσμών θα πρέπει να συμφωνήσουν με την κυβέρνηση στο ποσό των προληπτικών μέτρων που χρειάζονται. Η αφετηρία εκκίνησης αφορά μέτρα 2% του ΑΕΠ ή 3,6 δισ. ευρώ, που είναι και η αρχική θέση του ΔΝΤ. Ωστόσο, στις Βρυξέλλες θεωρούν βέβαιο ότι το παραπάνω ποσό θα είναι μικρότερο γιατί θα μετακινηθεί ο διεθνής οργανισμός, λαμβάνοντας καλύτερα υπ’ όψιν τόσο τις προβλέψεις της Κομισιόν όσο και τα τελευταία στοιχεία σχετικά με τις δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας.
Τα παραπάνω μέτρα θα πρέπει να νομοθετηθούν σε μία ή δύο δόσεις, αυτό παραμένει ανοικτό. Εάν γίνει σε δύο δόσεις, η πρώτη θα υιοθετηθεί άμεσα, ενώ η δεύτερη θα υιοθετηθεί επί της αρχής και θα ενταχθεί σε έναν ενισχυμένο δημοσιονομικό κόφτη. Το βέβαιο είναι ότι τα μέτρα θα αφορούν το φορολογικό και το ασφαλιστικό.
Νέο πακέτο μεταρρυθμίσεων
Τη μετατόπιση του μίγματος οικονομικής πολιτικής από τη λιτότητα προς την κατεύθυνση των βαθιών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την Ελλάδα υπογράμμισε ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντέισελμπλουμ.
Ανέφερε πως οι εκπρόσωποι των θεσμών θα επιστρέψουν σύντομα στην Αθήνα με στόχο να επιτύχουν συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο για ένα νέο πακέτο μεταρρυθμίσεων που θα αφορά το φορολογικό, το συνταξιοδοτικό και την αγορά εργασίας. «H Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στην εξυγίανση των δημοσιονομικών της και πλέον δεν έχει ανάγκη επί της ουσίας για πολιτικές λιτότητας, αλλά για διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά τους και τη στήριξη της ανάκαμψης, όπως τονίζει και το ΔΝΤ.
Η εν λόγω συμφωνία, εφόσον και όταν επιτευχθεί, θα ξεκλειδώσει μια πολιτική συζήτηση σε επίπεδο Eurogroup για τα τελευταία στάδια του ελληνικού προγράμματος, πιο ρεαλιστικούς στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα μετά το 2018, καθώς και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος», είπε χαρακτηριστικά. Τόνισε ότι «μένουν ακόμα πολλά να γίνουν», αναγνωρίζοντας τις δυσκολίες που έχουν οι εν λόγω μεταρρυθμίσεις, ενώ αναφορικά με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα υπογράμμισε πως αυτός είναι ο στόχος του και ότι θα τον επιτύχει, εφόσον επιτευχθεί μια συνολική συμφωνία η οποία θα είναι αρκετά «αξιόπιστη».
Ο κ. Ντέισελμπλουμ διευκρίνισε ότι μόλις υπάρξει συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο, το Εurogroup θα αναλάβει να κάνει δύο πράγματα. Το πρώτο είναι να προβλέψει τη διάρκεια κατά την οποία η Ελλάδα θα πρέπει να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ. Το δεύτερο είναι η εξέταση των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους. «Θα δούμε τι θα μας ζητήσει για τη βιωσιμότητα του χρέους το ΔΝΤ και στη συνέχεια θα το συζητήσουμε μεταξύ μας και θα λάβουμε τις αποφάσεις», είπε. «Η θέση του Ταμείου δεν έχει αλλάξει» τόνισε και επανέλαβε πως το ΔΝΤ θέλει να συμμετάσχει, έχοντας ως προϋπόθεση ένα σοβαρό πρόγραμμα, με βαθιές μεταρρυθμίσεις και βιωσιμότητα χρέους.
Η ΕΚΤ θέλει επίσης διαβεβαιώσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους προκειμένου να εντάξει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ενώ θα κάνει και αυτή τη δική της έκθεση. Οι επόμενες συνεδριάσεις του Δ.Σ. της ΕΚΤ θα πραγματοποιηθούν στις 9 Μαρτίου και στις 27 Απριλίου.
Χρηματοδότηση της ανάπτυξης
Η κυβέρνηση έδωσε ιδιαίτερα έμφαση στη συνολική απόφαση που θα προκύψει να περιλαμβάνονται μέτρα αναπτυξιακά. Αυτά θα χρηματοδοτούνται από την υπεραπόδοση που πιστεύει ότι θα έχει στον δημοσιονομικό τομέα, ενώ ζήτησε τη βοήθεια της Κομισιόν ώστε να μπορέσει να δανειοδοτηθεί από διεθνή οργανισμό, για παράδειγμα την Παγκόσμια Τράπεζα, όπως είπε ο κ. Μοσκοβισί, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί μαζική δράση για την αύξηση της απασχόλησης. Αναφορικά με τις αλλαγές στην αγορά εργασίας, ο κ. Ντέισελμπλουμ είπε ότι αυτές θα γίνουν λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις βέλτιστες πρακτικές στην Ευρώπη.
Περαιτέρω πρόοδος για γεφύρωση των διαφορών
Από την πλευρά του το ΔΝΤ χαιρέτισε την απόφαση του Eurogroup. «Χαιρετίζουμε την πρόοδο των ελληνικών αρχών για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των θεσμών σε βασικούς τομείς. Σε αυτή τη βάση, έχουμε συμφωνήσει να στείλουμε πίσω -στην Αθήνα- την αποστολή μας. Θα χρειαστεί περαιτέρω πρόοδος για να γεφυρωθούν οι διαφορές σε άλλα σημαντικά ζητήματα και είναι πολύ νωρίς για εικασίες σχετικά με την προοπτική για την επίτευξη συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο κατά τη διάρκεια αυτής της αποστολής», αναφέρεται σε ανακοίνωσή του.
Ζητούνται από Ελλάδα
✔ Προληπτικά δημοσιονομικά μέτρα που θα προέλθουν από το αφορολόγητο και τις συντάξεις.
✔ Το ύψος των μέτρων είναι 2% του ΑΕΠ ή 3,6 δισ. ευρώ σε μόνιμη βάση για εφαρμογή μετά το 2018.
✔ Επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ για μια πενταετία.
Οι Ευρωπαίοι καλούνται να αποφασίσουν
✔ Διευκρίνιση των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους.
✔ Ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Αναπτυξιακά μέτρα
✔ Σε περίπτωση υπεραπόδοσης των δημοσιονομικών θα χρηματοδοτούνται
αναπτυξιακές δράσεις.
✔ Ενδεχόμενα δάνεια προς τη χώρα για τη χρηματοδότηση της απασχόλησης.