Ανοδο του δείκτη οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα καταγράφει η έρευνα οικονομικής συγκυρίας του Ιανουαρίου, που έδωσε στη δημοσιότητα το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών.
Πιο αναλυτικά, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα παρουσίασε τον Ιανουάριο αύξηση σε σχέση με τον τελευταίο μήνα του 2004, από 91,5 σε 94,2 μονάδες, ύστερα από επτά μήνες συνεχών μειώσεων.
Η βελτίωση προήλθε από όλους τους παραγωγικούς τομείς όπου καταγράφονται λιγότερο απαισιόδοξες εκτιμήσεις απ’ ότι τον Δεκέμβριο. Η μεγαλύτερη βελτίωση παρουσιάζεται στις Υπηρεσίες με άνοδο του σχετικού δείκτη από 82,8 σε 93,3 μονάδες. Στις Κατασκευές οι προσδοκίες παραμένουν αρνητικές, περιορίζεται όμως κάπως και εδώ η απαισιοδοξία των προηγούμενων μηνών. Μικρότερη βελτίωση υπάρχει στη Βιομηχανία και ισχυρότερη στο Λιανικό Εμπόριο. Αντίθετα η εμπιστοσύνη των καταναλωτών βαίνει μειούμενη και ο σχετικός Δείκτης προσεγγίζει τα προ έτους χαμηλά του επίπεδα.
Σε σχέση με τις εξελίξεις στην Ευρωζώνη ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος κινείται ακόμη σε επίπεδα χαμηλότερα από εκείνα της Ευρωζώνης, περιορίζεται όμως η απόσταση.
Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ε.Ε.-25 διατηρήθηκε τον Ιανουάριο σχεδόν αμετάβλητος στα επίπεδα του Δεκεμβρίου του 2004. Μικρές αλλαγές σημειώνονται εξάλλου και στους επιμέρους τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας. Υπάρχει κατ’ αρχάς ελαφρά βελτίωση του κλίματος στο Λιανικό Εμπόριο και στις Υπηρεσίες. Από την άλλη πλευρά το κλίμα στη βιομηχανία παρουσιάζει μικρή υποχώρηση, ενώ η εμπιστοσύνη των καταναλωτών παραμένει αμετάβλητη στα επίπεδα του Δεκεμβρίου. Διαφοροποιήσεις παρα-τηρούνται στα κράτη-μέλη με σημαντικότερες την ουσιώδη βελτίωση του κλίματος στην Πολωνία και στην Σουηδία και σοβαρές μειώσεις που παρατηρούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιρλανδία.
Στη ζώνη του ευρώ ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος βελτιώθηκε από 100,2 μονάδες σε 100,6. Η βελτίωση προήλθε κυρίως από την ενίσχυση των θετικών προσδοκιών στον τομέα των Υπηρεσιών και κατά δεύτερο λόγο από τη μικρή άνοδο του Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών στο Λιανικό Εμπόριο. Αντίθε-τα, στη Βιομηχανία ο δείκτης υποχώρησε, ενώ η καταναλωτική εμπιστοσύνη διατηρήθηκε σχεδόν αμετάβλητη.
Οι εξελίξεις δεν διαφοροποιούνται στις χώρες του ευρώ. Βελτίωση του κλίματος παρατηρείται στην Ελλάδα και την Ιταλία κατά 2,7 μονάδες και ακολουθούν το Βέλγιο κατά 2,4 μονάδες, το Λουξεμβούργο και η Ολλανδία κατά 1,7 μονάδες, η Γερμανία (1,6 μονάδες) και τέλος η Ισπανία (0,7 μονάδες). Αντίθετα πτώση του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος καταγράφεται στην Ιρλανδία (-4,1), Γαλλία (-3,4), Πορτογαλία (-2,1), Φιλανδία (-1,9) και Αυστρία (-0,8).
Αναλυτικά οι εξελίξεις στους κύριους τομείς της ελληνικής οικονομίας, όπως προκύπτουν από τις ΄Ερευνες Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ που διεξήχθησαν τον Ιανουάριο του 2005, παρουσιάζονται στις επόμενες παραγράφους:
Β. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ - ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ - ΛΙΑΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ - ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ:
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2005
1. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: Συγκυριακή βελτίωση των παραγγελιών έναντι του Δεκεμβρίου 2004
Στη Βιομηχανία ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών αυξήθηκε έναντι του Δεκεμβρίου κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα μετά από συνεχείς μειώσεις εννέα μηνών. Η ανακοπή της πτωτικής τάσης οφείλεται αποκλειστικά σχεδόν στον περιορισμό των αρνητικών εκτιμήσεων για τις παραγγελίες, οι οποίες θεωρούν το επίπεδό τους κάτω του κανονικού.
Αντίθετα, στα άλλα μεγέθη που καλύπτει η ΄Ερευνα Οικονομικής Συγκυρίας δεν υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η άνοδος αυτού του μήνα είναι διατηρήσιμη.
Πρώτον, η συνεχής μείωση του ποσοστού των επιχειρήσεων οι οποίες κρίνουν ότι η δραστηριότητά τους δεν συναντά κανένα πρόσκομμα είτε από την πλευρά της προσφοράς είτε από την πλευρά της ζήτησης. Το ποσοστό αυτό από 67% στις αρχές του 2004 περιορίσθηκε βαθμιαία στο 50% στις αρχές του 2005. Αυτό σημαίνει ότι ένα συνεχώς διευρυνόμενο κομμάτι της βιομηχανίας δεν μπορεί να επεκτείνει τη δραστηριότητά του. Δεύτερον, η αύξηση του ποσοστού των επιχειρήσεων που κρίνουν ότι ο κύριος λόγος που δεν τους επιτρέπει να διευ-ρύνουν την παραγωγική τους δραστηριότητα είναι η ανεπάρκεια της ζήτησης. Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε από 26% στις αρχές του 2004 στο 37% στις αρχές του 2005.
Οι ενδείξεις που προκύπτουν από τον παραπάνω πίνακα ενισχύονται και από τις εκτιμήσεις για τα λοιπά μεγέθη. Συγκεκριμένα, τον Ιανουάριο του 2005:
• Οι παραγγελίες, παρά τη βελτίωση έναντι του Δεκεμβρίου, βρίσκονται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τις αρχές του 2004. Ανάλογη εικόνα παρουσιάζουν και οι παραγγελίες εξωτερικού.
• Οι προβλέψεις για την παραγωγή, τις πωλήσεις και τις εξαγωγές δεν διαφοροποιούνται έναντι του Δεκεμβρίου, παραμένοντας ανοδικές μεν αλλά ασθενείς.
• Οι μήνες εξασφαλισμένης παραγωγής διατηρούνται όσο και τον Δεκέμβριο του 2004 στους 2,7, είναι όμως σημαντικά χαμηλότεροι από τους 5,9 μήνες που είχαν καταγραφεί στις αρχές του 2004.
• Το ποσοστό χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού παρουσιάζει πτωτική τάση: από 76,6% στις αρχές του 2004 περιορίσθηκε βαθμιαία όλο τον προηγούμενο χρόνο για να φθάσει το 72,9% το Δεκέμβριο του 2004 και να μειωθεί περαιτέρω στο 70,7% στις αρχές του 2005.
Όλα τα παραπάνω δεδομένα συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι στις αρχές του τρέχοντος έτους η βιομηχανία αντιμετωπίζει αυξημένα προβλήματα και η βελτίωση του κλίματος που παρατηρείται αυτόν τον μήνα είναι ενδεχόμενο να είναι συγκυριακή.
Οι εξελίξεις στις επιμέρους κατηγορίες της βιομηχανίας ήταν οι ακόλουθες:
Στα Καταναλωτικά Αγαθά ο δείκτης παρέμεινε στα ίδια περίπου επίπεδα του Δεκεμβρίου, ενώ φαίνεται να βελτιώνονται ελαφρώς οι εκτιμήσεις για το επίπεδο των παραγγελιών και των παραγγελιών εξωτερικού. Οι προβλέψεις για την παραγωγή, τις πωλήσεις και τις εξαγωγές τους 3-4 προσεχείς μήνες ανα-φέρονται σε άνοδο με την ίδια ένταση που είχε καταγραφεί και τον προηγούμενο μήνα. Όπως και στο σύνολο της βιομηχανίας έτσι και στα καταναλωτικά αγαθά το ποσοστό των επιχειρήσεων που κρίνουν ότι η παραγωγή τους διεξάγεται απρόσκοπτα, περιορίζεται σταδιακά όλο το 2004 για να φθάσει στις αρχές του 2005 το 51% έναντι 63% στις αρχές του 2004. Οι μήνες εξασφαλισμένης παραγωγής διατηρούνται στους 5 (έναντι 5,7 τον Ιανουάριο 2004) και το ποσοστό χρησιμοποίησης εργοστασιακού εξοπλισμού από 73,7 τον Ιανουάριο του 2004 μειώνεται στο 69% τον Ιανουάριο 2005.
Και στα Κεφαλαιουχικά Αγαθά ανεκόπη η συνεχής πτώση του δείκτη, κυ-ρίως λόγω της βελτίωσης των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τον περιορι-σμό των απαισιόδοξων προβλέψεων για την παραγωγή τους 3-4 προσεχείς μήνες. Παράλληλα, διαφαίνεται και ελαφρά βελτίωση των παραγγελιών εξωτερικού, με αποτέλεσμα να διατυπώνονται πιο αισιόδοξες προβλέψεις για την πορεία των εξαγωγών. Στην κατηγορία αυτή της βιομηχανίας μόνο το 41% του συνόλου δηλώνει ότι λειτουργεί απρόσκοπτα, ενώ το 40% εκτιμά ότι το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζει είναι η ανεπάρκεια της ζήτησης. Οι μήνες εξασφαλισμένης παραγωγής έχουν και εδώ περιορισθεί (από 8,9 στις αρχές του 2004 σε 6 μήνες στις αρχές του 2005), ενώ σημαντική πτώση εμφανίζει και το ποσοστό χρησιμοποίησης του εργοστασιακού εξοπλισμού.
Στα Ενδιάμεσα Αγαθά ο δείκτης παρέμεινε αμετάβλητος σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2004. Οι εκτιμήσεις για το ύψος των παραγγελιών διατηρούνται αρνητικές και οι προβλέψεις για τους επόμενους μήνες διστακτικές. Το 53% των βιομηχανιών της κατηγορίας κρίνει ότι η παραγωγή τους διεξάγεται απρόσκοπτα σε σύγκριση με το πολύ υψηλό 78%, που είχε καταγραφεί στις αρχές του 2004. Κύριος ανασταλτικός συντελεστής είναι και στην κατηγορία αυτή η ανεπάρκεια της ζήτησης. Οι μήνες εξασφαλισμένης παραγωγής έχουν περιορισθεί στους 4 έναντι 5 του 2004 και το ποσοστό χρησιμοποίησης εργοστασιακού εξοπλισμού στο 71% από 79%.
2. ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ: Υποχωρεί ελαφρά η απαισιοδοξία
Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στον κλάδο των Κατασκευών κινήθηκε και τον Ιανουάριο 2005 σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Υπάρχει ωστόσο μικρή βελτίωση έναντι του Δεκεμβρίου του 2004, η οποία οφείλεται στον περιορισμό των απαισιόδοξων εκτιμήσεων για το πρόγραμμα εργασιών στις επιχειρήσεις του κλάδου. Πάντως και τον μήνα αυτό η πλειονότητα των επιχειρήσεων θεωρεί ότι το ύψος των εργασιών που έχουν προς εκτέλεση είναι κατώτερο του κανονικού. Αρνητικές εξάλλου παραμένουν και οι προβλέψεις για την απασχό-ληση, καθώς το 57% προβλέπει περαιτέρω μείωση τους 3-4 προσεχείς μήνες. Από το σύνολο των κατασκευαστικών επιχειρήσεων μόνο το 21% δηλώνει ότι η δραστηριότητά τους διεξάγεται χωρίς εμπόδια είτε από την πλευρά της προ-σφοράς είτε από την πλευρά της ζήτησης. Από τους υπολοίπους η πλειονότη-ά τους θεωρεί ότι το κύριο πρόσκομμα είναι η ανεπάρκεια ζήτησης.
Με βάση τις εργασίες που υπάρχουν προς εκτέλεση οι μήνες εξασφαλισμένης δραστηριότητας εκτιμώνται στους 9,5 όσο ήταν και τον Δεκέμβριο του 2004, είναι όμως πολύ χαμηλότεροι από τις αρχές του 2004 όταν υπολογισθεί στους 13,8.
Το κλίμα στις Ιδιωτικές Κατασκευές είναι θετικότερο σε σχέση με το σύνολο. Και εδώ όμως οι προσδοκίες βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα. Το ύψος των έργων προς εκτέλεση θεωρείται κατώτερο του κανονικού και η απασχόληση προβλέπεται ότι θα μειωθεί. Ο κύριος παράγων που δημιουργεί προσκόμματα στις ιδιωτικές κατασκευές είναι το χαμηλό επίπεδο της ζήτησης, σύμφωνα με την εκτίμηση που διατυπώνει το 55% των επιχειρήσεων. Το ποσοστό αυτό φθάνει το 66% για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται ειδικότερα στον κλάδο των κατοικιών. Στις ιδιωτικές κατασκευές οι μήνες εξασφαλισμένης δραστηριότητας έχουν περιορισθεί στους 8 και ειδικότερα στις κατοικίες στους 10.
Και στα Δημόσια Έργα οι εκτιμήσεις παραμένουν αρνητικές, ελαφρώς όμως βελτιωμένες σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Αυτό προκύπτει από τον περιορισμό του ποσοστού των επιχειρήσεων που θεωρούν κατώτερα του κανονικού τα έργα που έχουν προς εκτέλεση και τη σχετική υποχώρηση του ποσοστού εκείνων που προβλέπουν μείωση της απασχόλησης τους προσεχείς μήνες. Σημειώνεται βέβαια ότι παρά την μείωση το ποσοστό αυτό παραμένει ιδιαίτερα υψηλό (70%). Ο κύριος παράγων που αναδεικνύεται ως καθοριστι-κός στη δραστηριότητα των επιχειρήσεων δημοσίων έργων είναι η ανεπάρκεια χρηματοδότησης και ακολουθεί η ανεπάρκεια ζήτησης.
3. ΛΙΑΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ: Θετικότερες εκτιμήσεις για τις πωλήσεις
Στο Λιανικό Εμπόριο ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών βελτιώθηκε έναντι του Δεκεμβρίου 2004, γεγονός που αντανακλά θετικότερες εκτιμήσεις για την πορεία των πωλήσεων το τελευταίο διάστημα και πιθανή υποχώρηση των αποθεμάτων. Οι πωλήσεις προβλέπεται ότι θα αυξηθούν και το επόμενο τρίμηνο, ενώ συγκρατημένα ανοδικές είναι και οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για τις παραγγελίες προς τους προμηθευτές τους. Τέλος, για έναν ακόμη μήνα οι προβλέψεις για την απασχόληση αναφέρονται σε στασιμότητα. Οι προβλέψεις για τις τιμές τους προσεχείς μήνες δεν διαφοροποιούνται αισθητά έναντι αυτών που είχαν διατυπωθεί τον Δεκέμβριο 2004: το 68% προβλέπει σταθερότητα, το 25% αύξηση και το 7% μείωση.
Στους κυριότερους κλάδους του Λιανικού Εμπορίου οι εξελίξεις τον Ιανουάριο ήταν οι ακόλουθες:
Στα Τρόφιμα-Ποτά-Καπνό ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών βελτιώνεται από 99 μονάδες τον Δεκέμβριο του 2004 σε 111,6 μονάδες τον Ιανουάριο του 2005. Η βελτίωση αντανακλά τις εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για αύξηση των πωλήσεων και πιθανή υποχώρηση των αποθεμάτων την τελευταία περίοδο. Τους επόμενους μήνες προβλέπεται αύξηση των παραγγελιών προς τους προμηθευτές και σαφής περαιτέρω άνοδος των πωλήσεων. Τέλος, ενισχυμένες έναντι αυτών που είχαν διατυπωθεί τον Δεκέμβριο, εμφανίζονται και οι προβλέψεις των επιχειρήσεων λιανικής πώλησης τροφίμωνποτών για άνοδο των τιμών τους προσεχείς μήνες.
Στον κλάδο ΈνδυσηΥπόδηση αυξάνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που κρίνουν ικανοποιητική την κατάστασή τους και υποχωρεί το ποσοστό εκείνων που θεωρούν ότι τα αποθέματά τους υπερβαίνουν το κανονικό, με αποτέλε-σμα βελτίωση του Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών. Αντίθετα, οι προβλέψεις για τους προσεχείς μήνες είναι λιγότερο αισιόδοξες από αυτές που είχαν διατυπωθεί τον Δεκέμβριο και αναφέρονται σε στασιμότητα των πωλήσεων και μείωση των παραγγελιών προς τους προμηθευτές.
Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στον κλάδο Οχήματα-Ανταλλακτικά διατήρησε και τον Ιανουάριο την ανοδική τάση, που είχε καταγραφεί τον Δεκέμβριο, σημειώνοντας ελαφρά περαιτέρω βελτίωση. Θετική θεωρείται η πορεία των πωλήσεων την τελευταία περίοδο ενώ διαφαίνεται και μικρή υποχώρηση των αποθεμάτων. Οι προβλέψεις όμως για τις πωλήσεις και την απασχόληση τους προσεχείς μήνες παραμένουν ιδιαίτερα συγκρατημένες, ενώ οι παραγγελίες προς τους προμηθευτές ενδέχεται να σημειώσουν μικρή μείωση.
Οι θετικότερες εκτιμήσεις για την εξέλιξη των πωλήσεων την τρέχουσα περίοδο σε συνδυασμό με την διαφαινόμενη ρευστοποίηση των αποθεμάτων οδήγησαν σε σαφή βελτίωση του Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών στον κλάδο Πολυκαταστήματα. Η ευνοϊκότερη πορεία του κλάδου αναμένεται να διατηρηθεί τους προσεχείς μήνες καθώς ενισχύονται οι προβλέψεις αύξησης των παραγγελιών και διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα οι προοπτικές ανόδου των πωλήσεων. Παράλληλα ποσοστό άνω του 90% αναμένει σταθερότητα της απασχόλησης στα ίδια επίπεδα, ενώ οι προβλέψεις ανόδου των τιμών είναι πιο συγκρατημένες απ’ αυτές που είχαν διατυπωθεί τον προηγούμενο μήνα.
Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στο κλάδο Είδη Οικιακού Εξοπλισμού αυξήθηκε έναντι του Δεκεμβρίου ως απόρροια αφενός της ρευστοποίησης των αποθεμάτων και αφετέρου της ανόδου του ποσοστού των επιχειρήσεων που κρίνουν ότι οι πωλήσεις κατά την τρέχουσα περίοδο αυξήθηκαν. Σε υψηλά επίπεδα (45%) διατηρήθηκε εξάλλου το ποσοστό των επιχειρήσεων που προβλέπουν περαιτέρω αύξηση των πωλήσεων τους προσεχείς μήνες. Ευνοϊκές αν και πιο συγκρατημένες έναντι του Δεκεμβρίου διατηρούνται οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για αύξηση των παραγγελιών τους προσεχείς μήνες.
4. ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ: Ανακοπή της πτωτικής τάσης
Στον τομέα των Υπηρεσιών καταγράφεται αυτό το μήνα η σαφέστερη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος καθώς ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών αυξάνεται από 82,8 μονάδες τον Δεκέμβριο του 2004 σε 93,3 μονάδες τον Ιανουάριο του 2005. Η βελτίωση στηρίζεται στις πιο θετικές εκτιμήσεις που διατυπώνουν οι επιχειρήσεις για την κατάστασή τους την τρέχουσα περίοδο. Εξάλλου, ισχυροποιημένες εμφανίζονται και οι εκτιμήσεις για το ύψος της ζήτησης, το οποίο θεωρείται κανονικό από το 57% των επιχειρήσεων, ανώτερο του κανονικού από το 29% και μόνο από το 14% κατώτερο. Οι παραπάνω εκτιμήσεις συνοδεύονται και από ελαφρώς πιο αισιόδοξες προβλέψεις για τη ζήτηση τους προσεχείς μήνες. Σχετική βελτίωση εμφανίζουν και οι προοπτικές για την απασχόληση καθώς τώρα προβλέπεται σταθερότητα στα ίδια επίπεδα. Τέλος, το 77% των επιχειρήσεων στις Υπηρεσίες αναμένει στασιμότητα των τιμών τους προσεχείς μήνες, το 18% άνοδο και το 6% μείωση.
Παρά την βελτίωση που περιγράφεται στην εξέλιξη των παραπάνω μεγεθών, τα προβλήματα που δημιουργεί η ανεπάρκεια της ζήτησης συνεχίζονται. Έτσι, το 35% των επιχειρήσεων εξακολουθεί να θεωρεί ότι η ανεπάρκεια αυτή είναι το κύριο πρόσκομμα στη δραστηριότητά τους. Με πολύ μικρότερα ποσοστά οι παράγοντες που επίσης επισημαίνονται ως αρνητικοί είναι η ανεπάρκεια κεφαλαίων κίνησης και κεφαλαιουχικού εξοπλισμού.
Στους κυριότερους κλάδους των υπηρεσιών καταγράφονται τον Ιανουάριο οι ακόλουθες εξελίξεις:
Στα Ξενοδοχεία-Εστιατόρια υπάρχει ουσιώδης βελτίωση καθώς περιορίζονται αισθητά οι επιχειρήσεις που διατυπώνουν αρνητική εκτίμηση για την παρούσα κατάστασή τους. Το ποσοστό αυτό περιορίζεται από 36% τον Δεκέμβριο 2004 σε 19%. ¶νοδο παρουσιάζουν και οι εκτιμήσεις για το επίπεδο της ζήτησης, το οποίο θεωρείται κανονικό για την εποχή από το 61% των επιχειρήσεων του κλάδου και ανώτερο του κανονικού από το 21%. Οι προβλέψεις για τις εξελίξεις τους επόμενους μήνες είναι ακόμη συγκρατημένες, ενώ η ζήτηση εξακολουθεί να θεωρείται ανεπαρκής από ένα μεγάλο ποσοστό επιχειρήσεων (71%).
Μικρότερη είναι η βελτίωση στον άλλο κλάδο που συνδέεται με τον τουρισμό στα Ταξιδιωτικά Πρακτορεία, όπου περιορίζονται ελαφρώς οι απαισιόδοξες εκτιμήσεις για την παρούσα κατάσταση, ενώ οι προβλέψεις για το μέλλον διατηρούνται μεν αρνητικές αλλά με μειωμένη ένταση. Η ανεπάρκεια της ζήτησης παραμένει και τον Ιανουάριο ως ο κύριος ανασταλτικός παράγοντας της δραστηριότητας στον κλάδο αυτόν και δεύτερος σε σημασία εμφανίζεται η ανεπάρκεια κεφαλαίων κίνησης.
Στις Διάφορες Επιχειρηματικές Δραστηριότητες όπου εκτός των άλλων περιλαμβάνονται επιχειρήσεις επικοινωνιών και διαφημιστικές εταιρείες, η κατάσταση δεν διαφοροποιείται ουσιαστικά σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα: η κατάσταση των επιχειρήσεων στην παρούσα περίοδο κρίνεται από την πλειονότητα θετική, ενώ κανονικό θεωρείται και το επίπεδο της ζήτησης. Τους 3-4 προσεχείς μήνες προβλέπεται ότι η ζήτηση θα ενισχυθεί περαιτέρω και ότι θα υπάρξει μικρή άνοδος του αριθμού των απασχολουμένων. Ενδεικτικό της διαφοροποίησης των εξελίξεων στον κλάδο αυτό, σε σχέση με το σύνολο του τομέα των υπηρεσιών, είναι το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις που κρίνουν ότι η δραστηριότητά τους διεξάγεται απρόσκοπτα προσεγγίζει το 70% έναντι μόλις 42% του συνόλου.