Μόνο σε ανακατανομή τόσο των θέσεων εργασίας όσο και του τζίρου θα οδηγήσει η πρόταση του υπουργείου Ανάπτυξης για το εθνικό ωράριο, εκτιμά ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Σούπερ Μάρκετ Ελλάδος (ΣΕΣΜΕ), που επιρρίπτει ευθύνες στη βιομηχανία για τις ανατιμήσεις.
Ο πρόεδρος του ΣΕΣΜΕ Παντελής Παντελιάδης τόνισε σε σημερινή συνέντευξη Τύπου ότι τα σούπερ μάρκετ είναι «ο τελευταίος τροχός της άμαξας των αυξήσεων» και είπε πως η χαμηλή κερδοφορία τους είναι αποτέλεσμα του έντονου ανταγωνισμού, ενώ αντίθετα στη βιομηχανία υπάρχει υψηλός βαθμός συγκέντρωσης. Ως παράδειγμα έδωσε πίνακες από όπου διαπιστώνεται ότι το ποσοστό καθαρού κέρδους των δέκα μεγαλύτερων ελληνικών αλυσίδων ήταν μόλις 1,84% συγκρινόμενο με 11,8% για τις δέκα μεγαλύτερες βιομηχανίες καταναλωτικών προϊόντων και με 4,7% για τις δέκα μεγαλύτερες εισαγωγικές εταιρείες.
Επίσης από άλλο πίνακα προκύπτει ότι σημειώθηκαν αλλεπάλληλες αυξήσεις από 6,5% μέχρι 16,67% σε μια σειρά αγαθά μέσα σε ενάμιση χρόνο. «Μόνο που δεν είναι ευθύνη του λιανεμπορίου, αλλά των παραγωγών», τόνισε ο κ. Παντελιάδης.
Ο υπουργός Ανάπτυξης Δ. Σιούφας, από την άλλη, αν και παραδέχτηκε ότι υπάρχει ακρίβεια, θεωρεί επιτυχία ότι «παρά την ιλιγγιώδη αύξηση των διεθνών τιμών του πετρελαίου, καταφέραμε να ελέγξουμε και να συγκρατήσουμε τις συνέπειες στην αγορά και στις τιμές». Επιπλέον, τόνισε ότι ο μέσος πληθωρισμός της περιόδου Μαρτίου 2004 - Φεβρουαρίου 2005 παραμένει στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας τετραετίας. Οπως είπε ο κ. Σιούφας, από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος προκύπτει πως το 2004 και τον Φεβρουάριο 2005 η διαφορά (που παίζει σημαντικό ρόλο στην ανταγωνιστικότητα) του μέσου ετήσιου ρυθμού πληθωρισμού μεταξύ της Ελλάδος και της ζώνης του ευρώ διαμορφώθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας τετραετίας. Συγκεκριμένα, το 2004 η διαφορά αυτή ήταν 0,9 εκατοστιαίες μονάδες, έναντι 1,4 μονάδων, 1,6 μονάδων και 1,3 μονάδων των ετών 2001, 2002 και 2003 αντίστοιχα. Επίσης, στα χαμηλότερα επίπεδα της τετραετίας διαμορφώθηκε η διαφορά του μέσου ετήσιου πληθωρισμού μεταξύ Ελλάδος και ζώνης του ευρώ και το Φεβρουάριο 2005 (1,1%), παρά τη σημαντική συμβολή των καυσίμων στη διαμόρφωση του ελληνικού πληθωρισμού κατά το μήνα αυτό.