Από την έντυπη έκδοση
Στον Πλάτωνα Τσούλο
[email protected]
«Η αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας προς το ευρύ κοινό είναι εφικτή μόνο με την υποστήριξη συνεργειών μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Τα κρατικά νοσοκομεία πρέπει να ανοίξουν τις πτέρυγές τους στις ασφαλιστικές εταιρείες προκειμένου να αναβαθμιστούν οι υποδομές τους και οι ασφαλισμένοι να απολαύσουν καλύτερες συνθήκες νοσηλείας».
Τα ανωτέρω δηλώνει σε συνέντευξή του στη «Ν» ο διευθύνων σύμβουλος της Generali Hellas Παναγιώτης Δημητρίου, προσθέτοντας ότι η συνεργασία των κρατικών νοσηλευτικών ιδρυμάτων με τις ασφαλιστικές εταιρείες θα εξασφάλιζε στο δημόσιο ταμείο έσοδα από τον ιδιωτικό τομέα που σήμερα στερείται. Αναφερόμενος στο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας εκτιμά ότι προκειμένου να εξυγιανθεί πλήρως πρέπει να λειτουργήσει σε μια εντελώς διαφορετική λογική με την καθιέρωση των τριών πυλώνων ασφάλισης και κάθε αλλαγή να έχει τη συναίνεση όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας.
Γιατί η ιδιωτική ασφάλιση δεν έχει καθιερωθεί στη συνείδηση του Έλληνα πολίτη, όπως συμβαίνει σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη;
Δυστυχώς, «ατυχήματα» του παρελθόντος, τα οποία δεν κατάφεραν και οι ίδιες οι ασφαλιστικές να αντιμετωπίσουν άμεσα και αποτελεσματικά, επηρέασαν και συνεχίζουν να επηρεάζουν αρνητικά την εικόνα του κλάδου. Στην Ελλάδα επίσης το πολιτικό σύστημα απέτυχε να αξιολογήσει παράγοντες -όπως το δημογραφικό, η έλλειψη μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης των Ταμείων κ.ά.- που επηρεάζουν τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού και του συστήματος υγείας και να λάβει έγκαιρα τα απαραίτητα μέτρα, συμπράττοντας με τον ιδιωτικό κλάδο, όπως συμβαίνει στο εξωτερικό. Από την άλλη, η ανάπτυξη του ασφαλιστικού κλάδου και η αναβάθμιση των λειτουργιών του δεν ευνοείται από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Σας θυμίζω ότι το Solvency II ψηφίστηκε τελικά το 2016 και όχι στο πρώτο τρίμηνο του 2015, όπως είχε υποχρέωση η κυβέρνηση, με αποτέλεσμα να υπάρξουν προβλήματα προσαρμογής των εταιρειών στο νέο εποπτικό περιβάλλον. Επίσης, το φορολογικό σύστημα που ισχύει για την ασφαλιστική αγορά παραμένει ασαφές, μετά την κατάργηση του Νόμου 400 και την υιοθέτηση του Solvency II, με αποτέλεσμα οι ασφαλιστικές εταιρείες να είναι χωρίς φορολογική βάση. Αν δεν λυθεί αυτό άμεσα και μέχρι το τέλος του χρόνου θα δημιουργήσει ανυπέρβλητα προβλήματα στον κλάδο αλλά και την εποπτεία.
Θεωρείτε, ωστόσο, ότι η ασφαλιστική αγορά φρόντισε ώστε να περάσει στην κοινωνία τα σωστά μηνύματα;
Είναι γεγονός ότι δεν έχει επικοινωνηθεί στους πολίτες η αξιοσημείωτη συμβολή της ιδιωτικής ασφάλισης στην οικονομία, καθώς και τα κοινωνικοοικονομικά οφέλη της ασφαλισιμότητας. Κάτι ακόμη που επίσης δεν γνωρίζουν οι φορολογούμενοι, είναι ότι ο ασφαλιστικός κλάδος ουδέποτε χρηματοδοτήθηκε από το κράτος προκειμένου να εξασφαλίσει κεφάλαια τα οποία χάθηκαν λόγω της κρίσης και του PSI, όταν, για παράδειγμα, το τραπεζικό σύστημα χρηματοδοτήθηκε από τους φορολογούμενους με δεκάδες δισεκατομμύρια. Φυσικά, θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε τη θέση μας ότι όπως σε κάθε προηγμένη χώρα στον κόσμο, τα δημόσια συστήματα δεν λειτουργούν χωρίς να υπάρχουν συμπράξεις και αλληλοκαλύψεις κράτους και ελεύθερης αγοράς.
Ποιος πρέπει να έχει τον πρώτο λόγο, την κύρια ευθύνη εγγύησης των συντάξεων;
Μίλησα για συμπληρωματικότητα και συνεργασία. Είμαστε ένα ευρωπαϊκό κράτος με άλλη παράδοση και δεν έχουμε κανέναν λόγο να αφήσουμε την ιδιωτική ασφαλιστική αγορά να «κυριαρχήσει» στο συνταξιοδοτικό τοπίο, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στις ΗΠΑ, ή στην Ολλανδία, όπου το κράτος αγοράζει υπηρεσίες από τις ασφαλιστικές εταιρείες. Η ασφαλιστική αγορά τάσσεται υπέρ ενός συμπληρωματικού συστήματος ασφάλισης. Ένα σύστημα τριών πυλώνων -δημόσια ασφαλιστικά ταμεία, επαγγελματικά ταμεία και ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες- όπου κάθε πυλώνας θα έχει τη δική του διακριτή ευθύνη στην εγγύηση των συντάξεων, ώστε σε βάθος χρόνου να δοθεί λύση στο συνταξιοδοτικό καθεστώς της χώρας.
Πόσο ανταποδοτικά λειτουργεί το Δημόσιο έναντι των ασφαλισμένων;
Σήμερα οι εισφορές που καταβάλλει κάθε νεοεισερχόμενος στην αγορά εργασίας είναι δυσανάλογες σε σχέση με αυτά που θα εισπράξει στο μέλλον ως σύνταξη. Ο Έλληνας δικαιούται καλύτερες συνταξιοδοτικές παροχές, όπως και πιο ποιοτικές υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Η ασφαλιστική αγορά μπορεί να προσφέρει και τα δύο. Αρκεί να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα, ότι δηλαδή το κρατικό ταμείο αδυνατεί να υποστηρίξει, να χρηματοδοτήσει επαρκώς τις συντάξεις και την υγεία στα επίπεδα που ζητεί ο ασφαλισμένος και να αναζητήσουμε τις συνεργασίες εκείνες που θα φέρουν τη λύση.
Δέχεστε τη θέση της κυβέρνησης ότι μετά και τις νέες περικοπές στις συντάξεις τα Ταμεία εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητά τους;
Λυπάμαι που το λέω, αλλά πιστεύω ότι οι πολίτες δικαιούνται να γνωρίζουν ότι το ασφαλιστικό σύστημα δεν θα αντέξει ούτε με τις τελευταίες αλλαγές στον νόμο. Αν πραγματικά επιθυμούμε να επιλύσουμε το πρόβλημα και όχι απλά να μεταθέσουμε το πρόβλημα για το μέλλον, θα πρέπει το ασφαλιστικό σύστημα να αλλάξει από τη βάση του, να λειτουργήσει σε μια εντελώς διαφορετική λογική, έχοντας τη συναίνεση όλων των πολιτικών δυνάμεων της χώρας.
Είναι εφικτή μια ανάλογη συναίνεση, όπως την περιγράφετε;
Η συναίνεση θα πρέπει να επιτευχθεί καθώς το επιβάλλουν οι συνθήκες. Οι κυβερνήσεις έχουν χρέος έναντι του πολίτη να ξεφύγουν από τη λογική του «ράβε - ξήλωνε» οι οποίες μας οδήγησαν σήμερα στις συντάξεις των 500 και 600 ευρώ και να αντιμετωπίσουν το ζήτημα με μακροοικονομικούς όρους. Όπως έχουμε διαπιστώσει, εξάλλου, η λιτότητα και η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου έχουν καταστροφικές συνέπειες στην οικονομία συνολικά. Πιστεύω ότι μόνο με τη μεταφορά πόρων από το δημόσιο σε ένα ιδιωτικό σύστημα ασφάλισης μπορεί να καταστεί βιώσιμο το συνταξιοδοτικό στην Ελλάδα. Βασική προϋπόθεση βέβαια είναι η σωστή διαχείριση των πόρων αυτών και η διαφάνεια.
Πόσο αποδοτικό θα μπορούσε να καταστεί για τους ασφαλισμένους ένα σύστημα που θα λειτουργούσε υπό καθεστώς ανακεφαλαιοποίησης;
Θα παρείχε τη δυνατότητα καλύτερης διαχείρισης, εξοικονόμησης πόρων και αποδόσεων. Ίσως ακουστεί υπερβολικό, αλλά δεν είναι: Αν οι ασφαλιστικές εταιρείες διαχειρίζονταν, για παράδειγμα, το 30% των πόρων που εισπράττει σήμερα το Δημόσιο από τους ασφαλισμένους, θα προσέφεραν το τριπλάσιο ή ακόμη και το τετραπλάσιο των συντάξεων που προσφέρουν σήμερα τα κύρια Ταμεία ασφάλισης. Σε βάθος χρόνου φυσικά, διότι οι αποδόσεις για να ισχύσουν προϋποθέτουν χρόνο. Όμως για να κάνουμε το βήμα αυτό, για να περάσει ένα μέρος της διαχείρισης των συντάξεων στον ιδιωτικό τομέα, οι πολιτικοί οφείλουν να παραδεχθούν ότι υπό τις υπάρχουσες συνθήκες το ισχύον αναδιανεμητικό σύστημα οδηγεί σε οικονομικό αδιέξοδο τον συνταξιούχο και να υποστηρίξουν την πλήρη αναμόρφωσή του.
Προς αδιέξοδο δείχνει να κινείται και ο τομέας της δημόσιας υγείας...
Είναι γεγονός ότι τα δημόσια νοσοκομεία βρίσκονται σήμερα στο χειρότερο σημείο που υπήρξαν ποτέ. Δυστυχώς, ο φορολογούμενος πληρώνει ακριβά το δημόσιο σύστημα υγείας, δίχως να απολαμβάνει τις υπηρεσίες που του αναλογούν, ενώ πολλές φορές διακυβεύεται και η ίδια η αξιοπρέπεια των ασθενών. Στον τομέα αυτό η ασφαλιστική αγορά έχει πολλά να προσφέρει, εφόσον επαναληφθεί ο διάλογος με το υπουργείο Υγείας. Η αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας προς το ευρύ κοινό είναι εφικτή μόνο με την υποστήριξη συνεργειών μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Τα κρατικά νοσοκομεία πρέπει να ανοίξουν τις πτέρυγές τους στις ασφαλιστικές εταιρείες, προκειμένου να αναβαθμιστούν οι υποδομές τους και οι ασφαλισμένοι να απολαύσουν καλύτερες συνθήκες νοσηλείας. Με αυτόν τον τρόπο τα δημόσια θεραπευτήρια θα μπορούσαν να δουν τα έσοδά τους να αυξάνονται και τις υποδομές τους να αναβαθμίζονται.
Πόσο θα επηρεάσει μια τέτοια εξέλιξη τις σχέσεις σας με τα ιδιωτικά θεραπευτήρια;
Θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό και θα πιέσει τις τιμές, άρα θα κρατήσει χαμηλά και τα ασφάλιστρα υγείας προς όφελος των ασφαλισμένων. Να σημειώσω ακόμη ότι στα ιδιωτικά νοσοκομεία δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί η συγκέντρωση που επιβάλλουν οι συνθήκες της αγοράς, ενώ τα νοσήλια συνεχίζουν να κινούνται σε αδικαιολόγητα υψηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα να μην «επιτρέπεται» στις ασφαλιστικές εταιρείες να προσφέρουν περισσότερο ανταγωνιστικά προγράμματα ασφάλισης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αδικαιολόγητης επιβάρυνσης των ασφαλισμένων είναι τα κόστη των υγειονομικών ειδικών υλικών. Με πολύ πρόχειρους υπολογισμούς εκτιμώ ότι το κόστος προμήθειας των υγειονομικών ειδικών υλικών θα μπορούσε να μειωθεί κατά τουλάχιστον 50%, καθώς συχνά βλέπουμε να υπάρχουν «συγγενικές» σχέσεις μεταξύ των εταιρειών ειδικών υγειονομικών υλικών και των νοσοκομείων.