Με την Πράξη Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος 2560/1.4.2005, αναπροσαρμόζεται το ισχύον πλαίσιο, που διέπει την παρακολούθηση και τον έλεγχο της ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων από την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) και θεσπίζονται ελάχιστοι υποχρεωτικοί δείκτες, όπως είχε γράψει η «Ν» στις 28 Μαρτίου.
Η παρακολούθηση και αξιολόγηση της ρευστότητας έως σήμερα γινόταν με βάση τις διατάξεις της ΠΔ/ΤΕ 2156/10.12.1992, όπως ισχύει, και δεν είχε δεσμευτικό χαρακτήρα ως προς την τήρηση ελαχίστων ορίων.
Ειδικότερα, με την ως άνω ΠΔ/ΤΕ 2560/1.4.2005 καθιερώνονται οι ακόλουθοι δείκτες ρευστότητας:
* Δείκτης Ρευστών Διαθεσίμων, που αφορά τη σχέση των ρευστών διαθεσίμων μέχρι και 30 ημέρες προς το σωρευτικό υπόλοιπο των δανειακών κεφαλαίων μέχρι και 12 μήνες.
* Δείκτης Ασυμφωνίας Ληκτότητας Απαιτήσεων-Υποχρεώσεων, που αφορά τη σχέση της διαφοράς των συνολικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων μέχρι και 30 ημέρες προς το σωρευτικό υπόλοιπο των δανειακών κεφαλαίων μέχρι και 12 μήνες.
* Ως ημερομηνία έναρξης εφαρμογής των διατάξεων της νέας Πράξης Διοικητή ορίζεται η 1η Ιουλίου 2005.
Με σκοπό την ομαλή προσαρμογή των πιστωτικών ιδρυμάτων στο νέο πλαίσιο, προβλέπεται μεταβατική περίοδος για την εφαρμογή των θεσπιζόμενων ελάχιστων ορίων.
Συγκεκριμένα, για το Δείκτη Ρευστών Διαθεσίμων καθώς και το Δείκτη Ασυμφωνίας Ληκτότητας Απαιτήσεων-Υποχρεώσεων τα ελάχιστα όρια ορίζονται σε 15% και -25% αντίστοιχα για την περίοδο από 1.7.2005 μέχρι 30.9.2005, ενώ από την 1.10.2005 και εφεξής τα εν λόγω όρια διαμορφώνονται σε 20% και -20% αντίστοιχα.
Με το νέο πλαίσιο αναγνωρίζεται, μεταξύ άλλων, η σταθερότητα της καταθετικής βάσης του ελληνικού πιστωτικού συστήματος καθώς και η δυνατότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων για απόκτηση ρευστότητας με τη ρευστοποίηση στη δευτερογενή αγορά ομολόγων και λοιπών τίτλων.
* Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να τηρούν τα ελάχιστα όρια ρευστότητας διαρκώς, ενώ η αναφορά τους προς την Τράπεζα της Ελλάδος θα γίνεται με στοιχεία τέλους κάθε τριμήνου. Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν επίσης να γνωστοποιούν άμεσα στην Τράπεζα της Ελλάδος κάθε, επί έλαττον, απόκλιση η οποία είναι μεγαλύτερη από το 10% του ελαχίστου ορίου των δεικτών.
* Υποχρέωση εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων έχουν και τα καταστήματα που λειτουργούν στην Ελλάδα των πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε άλλες χώρες. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να άρει την εν λόγω υποχρέωση υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται κατά ανάλογο τρόπο η κάλυψη των αναγκών ρευστότητας.
* Τέλος, θεσπίζονται ελάχιστες αρχές διαχείρισης της ρευστότητας. Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να εφαρμόζουν τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και ιδίως να αξιολογούν τις μελλοντικές εισροές / εκροές ή και τη μεταβλητότητα των στοιχείων που προσδιορίζουν τη συνολική τους ρευστότητα, ώστε να διαχειρίζονται με αποτελεσματικότερο τρόπο, τόσο υπό κανονικές όσο και υπό έκτακτες συνθήκες, τις άμεσες και αναμενόμενες ανάγκες ρευστότητας.
Η Τράπεζα της Ελλάδος παρακολουθεί τις διεθνείς πρωτοβουλίες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Επιτροπής της Βασιλείας με σκοπό τη διερεύνηση της δυνατότητας καθορισμού εναρμονισμένου πλαισίου ρευστότητας.