Σε απάντηση της από 22/4/2005 επιστολής του Χ.Α., η ΟΤΕ ΑΕ με επιστολή του προς το Χ.Α. γνωστοποιεί τα ακόλουθα:
«1. Η εκδίκαση της αγωγής της εταιρίας Telepassport έχει ορισθεί για τις 8 Ιουνίου 2005 και θα γίνει στο Πολυμελές Πρωτοδικείο. Δεν είθισται να γίνεται νομική εκτίμηση σχετικά με την ευδοκίμηση ή όχι μιας αγωγής σε κανένα στάδιο της διαδικασίας.
2. Μέχρι σήμερα (25 Απριλίου 2005) δεν έχει κοινοποιηθεί στην εταιρία μας καμία αγωγή της εταιρίας Teledome.
3. Σχετικά με την συμφωνία που αναμένεται να υπογράψει η OTE Globe, σας αναφέρουμε ότι τα μεγέθη της εν λόγω συμφωνίας δεν είναι τέτοια που να επηρεάζουν την τιμή της μετοχής του Ομίλου ΟΤΕ, κάτι που θα επέβαλε σχολιασμό του δημοσιεύματος, όπως ρητώς αναφέρεται στην παράγραφο 1(α) του άρθρου 5 της απόφασης 5/204/14-11-2000. Η υπογραφή συμφωνιών μίσθωσης χωρητικότητας ανήκει στην σφαίρα της κανονικής επιτυχημένης διαχείρισης της εταιρίας, δεν αποτελεί δηλαδή απόκλιση από τα αναμενόμενα, και για αυτό τον λόγο η εταιρία κρίνει ότι δεν υπάρχει λόγος σχολιασμού του δημοσιεύματος. Θα θέλαμε επίσης να τονίσουμε ότι κατά την άσκηση της διοίκησης ενός Ομίλου εταιριών όπως ο ΟΤΕ, πραγματοποιείται ένα πλήθος ενεργειών, πολλές από τις οποίες παρουσιάζονται στον τύπο, αφού δημοσιογράφοι αναζητούν και επιλέγουν να δημοσιοποιήσουν φήμες ή γεγονότα που σχετίζονται με τον ΟΤΕ. Ο ΟΤΕ έχει σαν αρχή να ενημερώνει σχολαστικά τις αρμόδιες αρχές και το επενδυτικό κοινό σε όλες τις περιπτώσεις που κάποια ενέργεια της εταιρίας πρόκειται να έχει αντίκτυπο στην λειτουργία της εταιρίας και να επηρεάσει την τιμή της μετοχής. Όμως, η εταιρία δεν μπορεί να σχολιάζει κάθε τι που γράφεται στον τύπο. Ειδικότερα, στις περιπτώσεις που τα αναγραφόμενα στον τύπο είναι ελάχιστης σημασίας σχετικά με τα μεγέθη της εταιρίας, που κάποια υπόθεση ή συμφωνία δεν έχει οριστική κατάληξη, συνεπώς σχολιασμός της θα βασιζόταν σε υποθέσεις ή εικασίες, που υπάρχει θέμα επιχειρηματικού απορρήτου, παράβαση του οποίου θα προξενούσε ζημιά στους μετόχους της εταιρίας, ο ΟΤΕ επιλέγει να μην κάνει δημοσιοποίηση, πιστεύοντας ότι έτσι προστατεύει τα συμφέροντα των μετόχων του καλύτερα».