Του Γεράσιμου Χιόνη
[email protected]
Τα 13 δισ. ευρώ, τα οποία καλείται να καταβάλει ως πρόστιμο - φόρο η Apple, ήχησαν ως «καμπανάκι» στα αυτιά των ιθυνόντων στα κεντρικά γραφεία του αμερικανικού κολοσσού, στην Καλιφόρνια. Ακόμη πιο ηχηρή ήταν όμως, η υφέρπουσα προειδοποίηση προς τις αμερικανικές πολυεθνικές: «Τέρμα πια στη φορολογική ασυδοσία». Υπόλογη άλλωστε, ενώπιον των Βρυξελλών δεν είναι μόνο η Apple, αλλά πλειάδα μεγάλων εταιρειών, οι οποίες ελέγχονται για ευνοϊκές φορολογικές συμφωνίες με κράτη - μέλη της Ε.Ε.
Η πρακτική των συγκεκριμένων συμφωνιών είναι αρκετά διαδεδομένη στον επιχειρηματικό κόσμο, και δη στις μεγάλες πολυεθνικές, οι οποίες, εν μέσω της οικονομικής αστάθειας της Ε.Ε., επιχειρούν να «επιβάλλουν» τους δικούς τους κανόνες: «Προσφέρετε μου πιο χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές, προκειμένου να μεταφέρω την έδρα μου στη χώρα σας». Βεβαίως, ισχύει και το αντίστροφο, όπου τα κράτη προσπαθούν να προσελκύσουν τις μεγάλες εταιρείες, με αντάλλαγμα λιγότερους φόρους: «Σας προσφέρω χαμηλούς συντελεστές, προκειμένου να φέρετε την έδρα της εταιρείας σας στη χώρα μου».
Η απόφαση της Κομισιόν επομένως, συνιστά ένα «μήνυμα» με διττό αποδέκτη:
- Αφενός τις αμερικανικές εταιρείες, οι οποίες αναζητούν ευνοϊκότερο φορολογικό περιβάλλον από τις ΗΠΑ, όπου ο συντελεστής φορολογίας ανέρχεται στο 35%.
- Αφετέρου τα κράτη - μέλη της Ε.Ε., τα οποία έχουν επιδοθεί σε έναν ενδοευρωπαϊκό «φορολογικό πόλεμο» - στα πρότυπα του νομισματικού πολέμου των κεντρικών τραπεζών - με στόχο την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, προσφέροντας ως δέλεαρ χαμηλούς συντελεστές και ευνοϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο.
GRAPHIC NEWS
Φόρος 0,005% Για τουλάχιστον 11 χρόνια, η Apple, προκειμένου να διαθέτει την ευρωπαϊκή της έδρα στο Δουβλίνο, τύγχανε ευνοϊκών φορολογικών συντελεστών, οι οποίοι κυμαίνονταν - ανάλογα με τη χρονική συγκυρία - από το 1% έως και το 0,005% (!). Την ίδια ώρα, ο φορολογικός συντελεστής για μία κοινή - «θνητή» εταιρεία ανερχόταν στο 12,5%.
Τα τελευταία χρόνια, το 90% των κερδών της Apple στο εξωτερικό, προέρχεται από την ιρλανδική θυγατρική της, τα έσοδα της οποίας αυξάνονται με αλματώδεις ρυθμούς. Η εξασφάλιση επομένως, ειδικών προνομιακών συντελεστών αναμφίβολα, θεωρείται «θείο δώρο» για την αμερικανική εταιρεία, η οποία γλιτώνει φόρους εκατομμυρίων ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα έσοδα της Apple από το σύνολο των ευρωπαϊκών της δραστηριοτήτων, μέσω διάφορων και πολυδαίδαλων συμφωνιών, καταλήγουν να φορολογούνται εξ ολοκλήρου στην Ιρλανδία. Επομένως, τα συνολικά ευρωπαϊκά της κέρδη, στη βέλτιστη περίπτωση, φορολογούνταν με συντελεστή μόλις… 1%.
Το «δώρο» προς το Δουβλίνο (;)
Χάρη στην απόφαση της Κομισιόν, η ιρλανδική κυβέρνηση θα λάβει ένα αναπάντεχο θείο δώρο, γεμίζοντας τον «σάκο» των εσόδων με 13 δισ. ευρώ - σε μία ιδιαιτέρως σημαντική περίοδο, κατά τη διάρκεια της οποίας, η βορειο-ευρωπαϊκή χώρα βιώνει τα πρώτα έτη, μετά την έξοδό της από την ασφυκτική μέγγενη της διεθνούς υποστήριξης.
Ενδεικτικό τους ευμεγέθους ποσού που καλείται να καταβάλλει η Apple, συνιστά το γεγονός ότι οι ετήσιες δαπάνες της Ιρλανδίας για τον κλάδο της υγείας ανέρχονται στα 12,9 δισ. ευρώ, ενώ παράλληλα, τα συνολικά ετήσια φορολογικά έσοδα αριθμούν σε 45,6 δισ. ευρώ (δηλαδή περίπου το 1/3 του προστίμου).
Ωστόσο, σε μία δεύτερη ανάγνωση, η συγκεκριμένη υπόθεση ενδεχομένως, να αποβεί μοιραία για τη χώρα, καθώς θα πλήξει το επίπεδο ελκυστικότητας των πολυεθνικών, γεγονός που συνεπάγεται τη μακροπρόθεσμη μείωση των απευθείας ξένων επενδύσεων - ένας κλάδος, στον οποίο η Ιρλανδία κατέχει τις υψηλότερες επιδόσεις σ’ όλη την Ε.Ε.
Σ’ αυτό συνίσταται άλλωστε, και η οργισμένη αντίδραση του Μίκαελ Νούναν, υπουργού Οικονομικών της Ιρλανδίας, ο οποίος προανήγγειλε την προσφυγή της ιρλανδικής κυβέρνησης στην ευρωπαϊκή δικαιοσύνη.
Η Apple δεν είναι μόνη
Η Apple, όπως προαναφέρθηκε, δεν είναι η μοναδική περίπτωση. Τα τελευταία χρόνια, οι ευρωπαϊκές αρχές έχουν επιδοθεί σε ένα ανελέητο «κυνήγι» παρεμφερών φορολογικών υποθέσεων.
Ήδη για παράδειγμα, έχει εκκινήσει η νομική διαδικασία για την αξίωση από τις Starbucks και Fiat Chrysler Automobiles NV των ποσών των 30 εκατ. ευρώ έκαστος, στον απόηχο των διμερών φορολογικών συμφωνιών με την Ολλανδία και το Λουξεμβούργο, αντίστοιχα.
Όμως, η λίστα των εταιρειών δεν τελειώνει εδώ. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού ερευνά και τις Amazon Inc - McDonalds’, από τις οποίες διεκδικεί την επιστροφή δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ στο Λουξεμβούργο. Στο στόχαστρο, για ανάλογη υπόθεση, βρίσκεται και η Alphabet - μητρική της Google - η οποία καλείται να καταβάλει αναδρομικούς φόρους, συνολικού ύψους 130 εκατ. στερλινών στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Τι σημαίνουν όλα αυτά
Η απόφαση των εποπτικών αρχών, αν μη τι άλλο, θα καταστήσει σαφώς δυσκολότερη την προσπάθεια των αμερικανικών πολυεθνικών να επιτύχουν ευνοϊκές φορολογικές συμφωνίες στην Ευρώπη - ιδίως μάλιστα, αν η απόφαση της Ε.Ε. για την Apple δεν καταπέσει στα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Παράλληλα, θα δημιουργήσει ένα ισχυρό «ιστορικό», το οποίο θα στείλει ένα ηχηρό μήνυμα στις μεγάλες πολυεθνικές ότι «η Ευρώπη τακτοποιεί τα του οίκου της», εισάγοντας ένα κοινό φορολογικό σύστημα, στο οποίο δεν χωρούν ειδικά προνόμια και μεμονωμένες εξαιρέσεις.
Η ετυμηγορία της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία χαίρει και των ευλογιών της Κομισιόν, εντάσσεται στην προσπάθεια που καταβάλλεται τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά την κρίση του 2008, να τιθασευτούν οι ανεξέλεγκτες ορμές των πολυεθνικών, μέσω της αυστηροποίησης του ρυθμιστικού πλαισίου λειτουργίας των αγορών.
Η επιβολή προστίμων - μαμούθ στις τράπεζες, η οποία προηγήθηκε τα προηγούμενα χρόνια, ήταν μόνο η αρχή. Φέτος ήταν η σειρά της Google να πληρώσει το «μάρμαρο» για κατάχρηση της προνομιακής της θέσης στην αγορά των διαδικτυακών μηχανών αναζήτησης, ενώ όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ακολουθούν ακόμη περισσότερες πολυεθνικές, οι οποίες είτε θα βρεθούν είτε ήδη βρίσκονται, στο «στόχαστρο» της Ε.Ε.
Ας μη λησμονηθεί άλλωστε, ότι όλα τα παραπάνω εξελίσσονται την ώρα που απειλούνται με πλήρη κατάρρευση οι διαπραγματεύσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. για τη μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία όλων των εποχών, την TTIP (Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων). Το Παρίσι, όπως και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, πνέουν τα μένεα για τις απαιτήσεις της Ουάσιγκτον, οι οποίες εφόσον υλοποιηθούν, θα τινάξουν στον αέρα τον βασικό εμπορικό ιστό της Ε.Ε. και θα καταστήσουν τις χώρες - μέλη έρμαια των αδηφάγων ορέξεων των πολυεθνικών.
Επομένως, η επιβολή ενός δυσθεώρητου προστίμου - φόρου στην Apple ίσως να συνιστά τον καθρέπτη ενός βαθύτερου μηνύματος που επιθυμεί να στείλει η Ε.Ε. στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Εξ ου άλλωστε, και η έντονη δυσφορία της Ουάσιγκτον, η οποία - παρότι πρόκειται για μία εταιρική υπόθεση - έλαβε επίσημη θέση και προειδοποίησε τις Βρυξέλλες για «πλήγμα στο επενδυτικό προφίλ της Ε.Ε.»
Οι σχέσεις Ε.Ε. και ΗΠΑ φάνταζαν ιδανικές τα τελευταία χρόνια. Όμως, μήπως το χαλάκι κάτω από την πόρτα ξεχείλισε από τα προβλήματα που συσσωρεύονταν όλο αυτό το διάστημα;