Τη συνεπή εφαρμογή των συμφωνηθέντων ζήτησε από την κυβέρνηση ο πρόεδρος της Eurobank, Νίκος Καραμούζης, κατά τη διάρκεια της ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης των μετόχων της τράπεζας.
Όπως εξήγησε από το βήμα της γ.σ., η εφαρμογή των συμφωνηθέντων και οι ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις θα οδηγήσουν τη χώρα σε ανάπτυξη. Ειδική μνεία έκανε στις ιδιωτικές επενδύσεις, καλώντας την ελληνική επιχειρηματικότητα να δείξει «εθνική αυτοπεποίθηση» και εμπιστοσύνη στις προοπτικές της χώρας.
«Το μεγάλο οικονομικό και πολιτικό ζητούμενο στην επόμενη φάση είναι η ταχύτητα επιστροφής της χώρας σε υψηλούς ρυθμούς επενδύσεων, ανάπτυξης και δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας» υποστήριξε και κατέστησε αναγκαία την ανάκτηση «το συντομότερο της εμπιστοσύνης των αγορών, των πολιτών και της κοινωνίας, που παραμένουν καχύποπτοι παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί».
«Κλειδί για την επανεκκίνηση της οικονομίας είναι η απελευθέρωσή της από τα δεσμά του κρατισμού, της γραφειοκρατίας, του συντεχνιασμού, των ιδεολογικών εμμονών, των κατεστημένων συμφερόντων και του ατελούς ανταγωνισμού» συνέχισε στο ίδιο ύφος.
«Ανάπτυξη με υπερφορολόγηση, υψηλά πραγματικά επιτόκια, μείωση μισθών και διαρκή δημοσιονομική λιτότητα δεν θα έρθει, ανάπτυξη χωρίς μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις, σημαντικές εισροές ξένων κεφαλαίων και άνθιση της ιδιωτικής οικονομίας δεν θα επιτευχθεί» πρόσθεσε.
Παράλληλα, διαβεβαίωσε ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν χρήζουν νέας κεφαλαιακής στήριξης, ενώ όσον αφορά την Eurobank, εκτίμησε ότι το 2016 θα επιστρέψει στην κερδοφορία.
Ο κ. Καραμούζης έθεσε ως στόχο την αύξηση των - προ προβλέψεων - κερδών κατά 15% και τη μείωση των προβλέψεων κάτω από το 2% του συνόλου των δανείων. «Η τράπεζα επιδιώκει μηδενική αύξηση των νέων καθυστερούμενων δανείων και μείωση του όγκου των επισφαλειών» ανέφερε στη συνέχεια.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Eurobank, βρίσκεται αντιμέτωπο με μια σειρά από εγχώριες και διεθνείς προκλήσεις που εντείνουν τον ανταγωνισμό, καθιστούν αναγκαία την αλλαγή του επιχειρηματικού και λειτουργικού μοντέλου και περιορίζουν τις δυνατότητες επίτευξης υψηλών αποδόσεων στα ίδια κεφάλαια.
Καθοριστικοί παράγοντες είναι μεταξύ άλλων:
- Τα αρνητικά επιτόκια και οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας.
- Η ταχεία ανάπτυξη των αγορών χρήματος και κεφαλαίου, που προσφέρει εναλλακτικές λύσεις σε καταθέτες και δανειζόμενους.
- Η ραγδαία ανάπτυξη του ανταγωνισμού από μη τραπεζικούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, που υπόκεινται σε χαλαρότερη εποπτεία και κόστος λειτουργίας και μεγαλύτερη τεχνολογική ένταση και εξειδίκευση.
- Η ψηφιοποίηση και η σημαντική ανάπτυξη των τεχνολογικών καινοτομιών που καθιστούν αναγκαία το ριζικό μετασχηματισμό της τραπεζικής αρχιτεκτονικής.
- Το αυστηρότερο ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο που αυξάνει σημαντικά το κόστος λειτουργίας και προσέλκυσης καταθέσεων, ενώ περιορίζει τις δυνατότητες μόχλευσης του ισολογισμού και προσέλκυσης και διατήρησης ικανών στελεχών.
- Οι υφιστάμενες βαριές και γραφειοκρατικές δομές, οι πολύπλοκες διαδικασίες, η κουλτούρα της συνήθειας και της ρουτίνας, το ακριβό κόστος λειτουργίας και ο χαμηλός βαθμός ευελιξίας που καθιστούν τις τράπεζες ευάλωτες στον ανταγωνισμό.
Η αντιμετώπιση, σύμφωνα με τον ίδιο, των παραπάνω προκλήσεων, κυρίως στην Ευρώπη, αναμένεται να επιφέρει στον τραπεζικό κλάδο:
- επιτάχυνση των συγχωνεύσεων και εξαγορών,
- περαιτέρω εκλογίκευση του λειτουργικού κόστους,
- σημαντικές επενδύσεις στην τεχνολογία,
- αυξανόμενη εξειδίκευση,
- αποχώρηση από δραστηριότητες χαμηλής αποδοτικότητας,
- σημαντικό λειτουργικό, διοικητικό και οργανωτικό μετασχηματισμός.
«Σε όλα αυτά τα πεδία, οι Ελληνικές τράπεζες, παρά τις δυσκολίες, έχουν προετοιμαστεί σε ικανοποιητικό βαθμό» διαβεβαίωσε, προσθέτοντας ωστόσο, ότι «βρισκόμαστε αντιμέτωποι και με μία σειρά από εγχώριες κρίσιμες προκλήσεις»,
- Τη συνεχιζόμενη στενότητα ρευστότητας που χαρακτηρίζεται από σημαντικό άνοιγμα μεταξύ δανείων και καταθέσεων ύψους πάνω από € 80 δισεκ. και υψηλή ακόμα εξάρτηση για ρευστότητα από το Ευρωσύστημα ύψους 100 δισ. ευρώ.
- Την ανάγκη σημαντικής μείωσης των δανείων σε καθυστέρηση που σε επίπεδο Ομίλων, προσεγγίζουν με βάση τα NPLs τα 85 δισ. ευρω και με βάση τα NPEs τα 116 δισ. ευρώ (105 δισ. στην Ελλάδα) μέσω και της αξιοποίησης και του σημαντικού αποθέματος προβλέψεων ύψους 58 δισ. ευρώ.
- Την αποπληρωμή όλων των υποχρεώσεων προς το κράτος και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και την υλοποίηση όλων των συμφωνηθέντων με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού, που προέκυψαν από τη λήψη κρατικής βοήθειας, ώστε να αρθούν οι περιορισμοί και οι δεσμεύσεις στη λειτουργία της τράπεζας.
naftemporiki.gr