Την ικανότητα της ελληνικής βιομηχανίας να αξιοποιεί ευκαιρίες αλλά και να διαχειρίζεται προβλήματα, κινδύνους και αβεβαιότητες αναδεικνύουν τα συμπεράσματα της έρευνας ΣΕΒ - ICAP με θέμα: «Η Ελληνική Μεταποίηση – Εκτιμήσεις για το 2004 και Προσδοκίες για το 2005».
Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του ΣΕΒ, το Ολυμπιακό έτος 2004, κατά το οποίο υπήρξε αυξημένη εσωτερική δαπάνη στην οικονομία της χώρας, οι ελληνικές βιομηχανίες πραγματοποίησαν υγιή αύξηση πωλήσεων της τάξης του 8,8%. Παράλληλα, ενέτειναν την εξαγωγική τους προσπάθεια, προκειμένου να διασφαλίσουν ερείσματα για το μέλλον σε νέες αγορές. Σήμερα πλέον του 20% της παραγωγής της ελληνικής βιομηχανίας διοχετεύεται σε εξαγωγές.
Για το 2005 αναμένεται συνέχιση της εξαγωγικής προσπάθειας και προβλέπεται περαιτέρω υγιής προώθηση των βιομηχανικών εξαγωγών. Καθώς όμως εξελίσσεται αυτή η πορεία, η ελληνική βιομηχανία γίνεται περισσότερο ευαίσθητη σε παράγοντες που επηρεάζουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητά της.
Είναι χαρακτηριστικό, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση του ΣΕΒ, ότι οι τιμές παραγωγού στα βιομηχανικά προϊόντα προς εξαγωγή παρέμειναν ουσιαστικά στάσιμες, ενώ τα κόστη παραγωγής, υπό την επίδραση εσωτερικών κυρίως, αλλά και διεθνών παραγόντων, αυξήθηκαν σημαντικά.
Παράλληλα, πολλές ελληνικές βιομηχανίες θεώρησαν ότι η ανατίμηση του ευρώ στις διεθνείς αγορές δημιουργεί προσκόμματα στην εξέλιξη των εργασιών τους. Ως αποτέλεσμα, τα περιθώρια κέρδους μειώθηκαν σημαντικά το 2004 και επηρεάστηκε αρνητικά η επενδυτική συμπεριφορά των επιχειρήσεων.
Το 2004 είναι η δεύτερη συνεχής χρονιά κατά την οποία οι βιομηχανικές επενδύσεις μειώνονται. Ενδεχόμενη συνέχιση αυτής της τάσης θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην μακροχρόνια ανταγωνιστικότητα της ελληνικής παραγωγής και στην ικανότητα των επιχειρήσεων να δημιουργούν ή να συντηρούν θέσεις απασχόλησης.
Οι αλλαγές στον αναπτυξιακό και στον φορολογικό νόμο προδιαθέτουν θετικά τις βιoμηχανίες και μπορούν να οδηγήσουν σε ανάκαμψη των επενδύσεων. Προϋπόθεση όμως αποτελεί η αποτελεσματική διαχείριση των διαδικασιών, που σχετίζονται με την υλοποίησή τους και η διατήρηση κλίματος αισιοδοξίας για την οικονομία και τις προοπτικές της.
Οι απόψεις για το νέο αναπτυξιακό και το νέο φορολογικό νόμο
Τα δύο νέα οικονομικά νομοθετήματα του 2004, ο νέος αναπτυξιακός και ο νέος φορολογικός νόμος, αποσκοπούν στη δημιουργία ενός ευνοϊκού πλαισίου για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσω της αύξησης των επενδύσεων και στη δημιουργία θετικού επιχειρηματικού κλίματος. Ο πρώτος παρέχει κεφαλαιακές κυρίως ενισχύσεις στα επενδυτικά σχέδια, ενώ με τον δεύτερο μειώνονται σταδιακά, σε διάστημα τριετίας, οι συντελεστές φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων.
Η έρευνα κατέγραψε τις απόψεις των εκπροσώπων των επιχειρήσεων για τους δύο αυτούς νόμους. Οι γνώμες των επιχειρήσεων για τον αναπτυξιακό νόμο είναι γενικά θετικές: η σχετική τους πλειονότητα, 40,6%, θεωρεί ότι θα συμβάλει στη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της ροπής προς επενδύσεις. Οι απόψεις αυτές μάλιστα είναι εντονότερες μεταξύ των «μεγάλων» επιχειρήσεων. Από την άλλη όμως πλευρά, υπάρχει ένα 20,1% που θεωρεί την επίδραση που θα έχει ασήμαντη. Σημαντικό επίσης μερίδιο τηρεί στάση αναμονής, ενώ ένα μικρότερο τμήμα δεν γνωρίζει τις οδηγίες εφαρμογής του νόμου. Πρέπει να επισημανθεί στο σημείο αυτό ότι η οριστικοποίηση των κριτηρίων υπαγωγής επενδυτικών σχεδίων στις διατάξεις του νόμου και η έναρξη εφαρμογής έγιναν κατά την περίοδο που διεξαγόταν η έρευνα.
Στο τέλος του πρώτου τριμήνου, η σχετική πλειονότητα των βιομηχανικών μονάδων θεωρούσε πιθανή την υποβολή αίτησης για ένταξη επενδυτικού σχεδίου στις διατάξεις του νέου νόμου. Η τάση αυτή εμφανίζεται μάλιστα εντονότερη μεταξύ των «μικρών-μεσαίων» μονάδων. Επιπλέον, υπάρχει και ένα άλλο τμήμα της μεταποίησης, στο οποίο μάλιστα υπεραντιπροσωπεύονται οι «μεγάλες» , που δήλωσε ότι είναι βέβαιο για την υποβολή αίτησης ενίσχυσης των επενδυτικών του σχεδίων μέσω του αναπτυξιακού νόμου.
Εάν στο μέλλον υπάρξει αύξηση της υποβολής αιτήσεων για ενίσχυση επενδυτικών σχεδίων, ιδίως από «μεγάλου» μεγέθους μονάδες που σήμερα εμφανίζονται επιφυλακτικές, είναι πιθανό να υπάρξει στο κοντινό μέλλον αύξηση της επενδυτικής δραστηριότητας.
Οι απόψεις των βιομηχανιών όσον αφορά την συμβολή του νέου φορολογικού νόμου διαφέρουν αρκετά από αυτές για τον αναπτυξιακό νόμο. Λιγότερο από το ένα τέταρτο της μεταποίησης εκτιμούν ότι η μείωση των φορολογικών συντελεστών θα ενισχύσει αποφασιστικά την ανταγωνιστικότητα και την επενδυτική δραστηριότητα. Ένα εξ ίσου σημαντικό τμήμα της βιομηχανίας θεωρεί ότι τα αποτελέσματα θα είναι ασήμαντα, ενώ υπάρχει και ένα 7,5% που πιστεύει ότι οι επιδράσεις θα είναι αρνητικές. Η σχετική πλειονότητα των μεταποιητικών μονάδων πάντως εκτιμά ότι είναι ακόμα νωρίς για να αξιολογηθεί η συμβολή των νέων φορολογικών μέτρων. Προφανώς θεωρεί ότι πολλά θα εξαρτηθούν από τον τρόπο εφαρμογής των εν λόγω μέτρων. Καταγράφηκαν επίσης σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των «μεγάλων» και των «μικρών-μεσαίων» επιχειρήσεων. Οι πρώτες αξιολογούν ευμενέστερα το νόμο από ό,τι οι δεύτερες.
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση ΣΕΒ – ICAP, οι διαφορές στην αξιολόγηση των δύο νέων νόμων σχετίζονται ασφαλώς και με το γεγονός ότι οι μειώσεις των φορολογικών συντελεστών εκτείνονται σε διάστημα τριετίας, ενώ κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της έρευνας αναμενόταν σύντομα η λειτουργία του νέου καθεστώτος των ενισχύσεων.
Η σχετική πλειονότητα των επιχειρήσεων θεωρεί ότι είναι ακόμα πολύ νωρίς για να εκτιμηθούν με ακρίβεια τα αποτελέσματα της μείωσης των φορολογικών συντελεστών στους ισολογισμούς τους και στους λογαριασμούς αποτελεσμάτων χρήσης τους. Ωστόσο, περισσότερο από ένα τέταρτο της μεταποίησης, εκτιμά ότι θα οδηγήσει σε αύξηση των αδιανέμητων κερδών τους για πραγματοποίηση επενδύσεων, ενώ ποσοστό 16,0% στοχεύει σε χρηματοοικονομική εξυγίανση μέσω της αύξησης των αδιανέμητων κερδών. Μικρό είναι το τμήμα των επιχειρήσεων που σκοπεύουν να προχωρήσουν σε αύξηση των μερισμάτων εξ αιτίας του νόμου.
Οι προσδοκίες της μεταποίησης για το 2005
Οι προσδοκίες των εκπροσώπων της μεταποίησης για τις πωλήσεις και τις εξαγωγές το 2005 είναι περισσότερο συγκρατημένες έναντι αυτών που είχαν καταγραφεί από την περυσινή έρευνα. Από την άλλη όμως πλευρά, οι προβλέψεις για τα μικτά κέρδη είναι εξ ί-σου αισιόδοξες με τις περυσινές και αναμένεται σημαντική διεύρυνση του καθαρού αποτελέσματος. Επίσης, οι βιομηχανίες προγραμματίζουν αύξηση επενδύσεων, ενώ η απασχόληση θα παραμείνει στάσιμη. Πρέπει ωστόσο να υπογραμμισθεί ότι οι «μικρές-μεσαίες» μονάδες, δηλαδή εκείνες με ενεργητικό χαμηλότερο των €30 εκ., εμφανίζονται πολύ περισσότερο αισιόδοξες έναντι των «μεγάλων», δηλαδή εκείνων με ενεργητικό που ξεπερνούσε τα €30 εκ., με μόνη εξαίρεση τις εξαγωγές.
Η χαμηλότερη αναμενόμενη αύξηση των πωλήσεων συνάδει πάντως με τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα στοιχεία, όπως η πορεία του όγκου της παραγωγής της μεταποίησης, η εξέλιξη των τιμών παραγωγού και ο βαθμός χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού .
Θετικό είναι ωστόσο το γεγονός ότι για δεύτερο συνεχόμενο έτος η μεταποίηση εκτιμά ότι οι εξαγωγές της θα αυξηθούν με ικανοποιητικό ρυθμό. Οι προβλέψεις αυτές πιθανόν να στηρίζονται και στην εξασθένιση του ευρώ κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους , δεδομένου ότι οι τιμές παραγωγού για την εξωτερική αγορά παρέμειναν στάσιμες κατά την ίδια περίοδο.
Οι προσδοκίες για βελτίωση των μικτών κερδών και του καθαρού αποτελέσματος είναι δυνατόν να βασίζονται σε εκτιμήσεις για συγκράτηση του εργατικού κόστους, λόγω της προβλεπόμενης στασιμότητας της απασχόλησης. Πρέπει όμως να υπογραμμισθεί ότι αντίστοιχες ήταν και πέρυσι οι προσδοκίες, οι οποίες όμως δεν πραγματώθηκαν τελικά. Επιπλέον, οι μέχρι στιγμής αυξήσεις των κατωτάτων αποδοχών είναι υψηλότερες από ότι το 2004, ενώ δεν θα πρέπει να λησμονείται η άνοδος των τιμών της ενέργειας.
Οι προβλέψεις για τις επενδύσεις είναι ενθαρρυντικές. Πρέπει ωστόσο να τονισθεί ότι η αισιοδοξία για την επενδυτική δραστηριότητα προέρχεται αποκλειστικά από τις «μικρές-μεσαίες» μονάδες. Αντίθετα, οι «μεγάλου» μεγέθους επιχειρήσεις δήλωσαν ότι θα περιορίσουν την επενδυτική τους δραστηριότητα. Επίσης, παλαιότερες έρευνες έχουν δείξει ότι είναι πιθανό η αισιοδοξία που καταγράφεται στις αρχές του έτους να μην επαληθευθεί τελικά.