ΣΤΑ 146,9 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκαν τα καθαρά κέρδη μετά φόρων και δικαιωμάτων μειοψηφίας του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας, αυξημένα κατά 58% έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2004 καθώς και σε σχέση με το μέσο τριμήνου του 2004, πριν μάλιστα αφαιρεθεί το εφάπαξ κόστος της εθελουσίας εξόδου.
Η αύξηση της κερδοφορίας του Ομίλου είναι αποτέλεσμα της ενίσχυσης των οργανικών εσόδων κατά 16,2% σε ετήσια βάση στα 528,3 εκατ. ευρώ, και της ταυτόχρονης περιστολής των λειτουργικών δαπανών κατά 4,0% σε σχέση με το 1ο τρίμηνο του 2004.
Ως αποτέλεσμα, η αποδοτικότητα των Ιδίων Κεφαλαίων προσεγγίζει το 24,5%, αυξημένη κατά 7,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2004. Η επίδοση αυτή κατατάσσει την Εθνική Τράπεζα ανάμεσα στις κορυφαίες Ευρωπαϊκές τράπεζες από πλευράς απόδοσης.
Όπως επισημαίνεται σε ανακοίνωση της τράπεζας, τόσο η ενίσχυση των οργανικών εσόδων όσο και η αύξηση της κερδοφορίας κατά το 1ο τρίμηνο, επιβεβαιώνουν το στοχοθετημένο στο 3ετές Επιχειρησιακό Σχέδιο ετήσιο ρυθμό αύξησης της κερδοφορίας. Ειδικά δε, η απόδοση των Ιδίων Κεφαλαίων στο 1ο τρίμηνο διαμορφώνεται σε επίπεδα που αντιστοιχούν στο στόχο που ο Όμιλος είχε θέσει στο Επιχειρησιακό Σχέδιο για το τέλος της 3ετίας
(2005 - 2007).
Η κατά 16,2% αύξηση των οργανικών εσόδων του Ομίλου στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο στην αύξηση των επιτοκιακών εσόδων. Συγκεκριμένα, το καθαρό επιτοκιακό αποτέλεσμα του Ομίλου ενισχύθηκε κατά 17,4% και ανήλθε στα ?397.9 εκατ.
Η εξέλιξη αυτή, όπως υπογραμμίζετα, είναι αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης αύξησης των χορηγήσεων, και ειδικότερα της σημαντικής επέκτασης αυτών της λιανικής τραπεζικής κατά 28,2% στο ίδιο διάστημα. Χαρακτηριστικό της δυναμικής που σημειώνεται στη λιανική τραπεζική είναι ο ρυθμός αύξησης που καταγράφεται στα υπόλοιπα των εν λόγω χορηγήσεων κατά το 1ο τρίμηνο του 2005 ο οποίος προσεγγίζει το 20% σε ετησιοποιημένη βάση.
Αύξηση κατά 38 μ.β., στο 3,43%, σημειώνει το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο στο 1ο τρίμηνο του 2005, ως αποτέλεσμα της αποδοτικότερης διάρθρωσης των χορηγήσεων και της διατήρησης των επιμέρους περιθωρίων χορηγήσεων και καταθέσεων σε σταθερά ικανοποιητικά επίπεδα. Το μέγεθος αυτό αντιπροσωπεύει ιστορικό υψηλό όλων των εποχών.
Η ανοδική πορεία του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου αναμένεται να συνεχιστεί, υποβοηθούμενη και από την αύξηση της μόχλευσης που συντελείται στον Ισολογισμό του Ομίλου, με τις αποδοτικότερες μορφές χορηγήσεων να αντιπροσωπεύουν διαρκώς διευρυνόμενο μερίδιο.
¶νοδο κατά 12,6% παρουσίασαν τα καθαρά έσοδα από προμήθειες και ασφαλιστικές εργασίες ως αποτέλεσμα της κατά 33% αύξησης των προμηθειών από εργασίες λιανικής τραπεζικής. Τα καθαρά έσοδα από ασφαλιστικές εργασίες παρουσίασαν άνοδο κατά 42%, εξέλιξη που υπογραμμίζει την προσπάθεια αναδιάρθρωσης των ασφαλιστικών εργασιών του Ομίλου με στόχο τόσο την αύξηση της παραγωγής ασφαλίστρων όσο και της κερδοφορίας.
Το σύνολο των χορηγήσεων του Ομίλου στο τέλος του 1ου τριμήνου του έτους ανήλθε σε 28,2 δισεκατ. ευρώ σημειώνοντας αύξηση κατά 18% σε ετήσια βάση. Οι χορηγήσεις της λιανικής τραπεζικής συνεχίζουν να αποτελούν την κινητήρια δύναμη ανάπτυξης του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου, με τη δυναμικότερη αύξηση να καταγράφεται στα στεγαστικά δάνεια όπου ο ρυθμός ανόδου από την αρχή του 2005 προσεγγίζει το 23% σε ετησιοποιημένη βάση.
Στη στεγαστική πίστη τα υπόλοιπα των δανείων διαμορφώθηκαν σε 9,7 δισεκατ. ευρώ, ενώ οι εκταμιεύσεις κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους υπερέβησαν τα 600 εκατ. ευρώ.
Στα καταναλωτικά δάνεια η αύξηση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην κινητοποίηση του δικτύου καταστημάτων της Τράπεζας, με τα σχετικά υπόλοιπα να σημειώνουν άνοδο που προσεγγίζει το 44%.
Τέλος, αύξηση της τάξης του 19% παρουσίασαν τα υπόλοιπα καρτών προσεγγίζοντας τα 1,5 δισεκατ. ευρώ. Παρά τις συνθήκες αυξανόμενου ανταγωνισμού, ο αριθμός των αιτήσεων πιστωτικών καρτών σημείωσε άνοδο 25% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Περιστολή των Λειτουργικών Δαπανών
Η ισχυρή ανάπτυξη των οργανικών εσόδων που σημειώθηκε κατά το 1ο τρίμηνο δεν επέδρασε αρνητικά στη διάρθρωση του κόστους του Ομίλου, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση. Αντιθέτως, οι συνεχείς προσπάθειες για περιορισμό των λειτουργικών δαπανών αποδίδουν αποτελέσματα, καθιστώντας τον Όμιλο της Εθνικής Τράπεζας περισσότερο ανταγωνιστικό στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Μείωση της τάξης του 4% σημείωσαν οι λειτουργικές δαπάνες σε ετήσια βάση. Η εξέλιξη αυτή αντανακλά αφενός την αναμενόμενη αποκλιμάκωση των δαπανών προσωπικού μετά το επιτυχημένο πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου του προηγούμενου έτους και αφετέρου την εντυπωσιακή μείωση κατά 9% των διοικητικών δαπανών και των λοιπών λειτουργικών εξόδων.
Η επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος εθελουσίας εξόδου στο τέλος του 2004, κατά την διάρκεια του οποίου αποχώρησε περίπου το 10% του προσωπικού της Τράπεζας, αποδίδει πλέον ορατά αποτελέσματα, όπως αυτά αποτυπώνονται στην απόλυτη μείωση του κόστους προσωπικού κατά 6.8% σε σχέση με το μέσο επίπεδο κόστους του 2004. Η μείωση αυτή συντελείται σε περιβάλλον μισθολογικών αυξήσεων που προσεγγίζει το 4% σε ετήσια βάση δεδομένης της ισχύουσας συλλογικής σύμβασης εργασίας. Τα οφέλη του προγράμματος εθελουσίας εξόδου της Τράπεζας θα συνεχίσουν να επιδρούν θετικά στις λειτουργικές δαπάνες του Ομίλου, ενώ το κόστος του έχει επιβαρύνει εφάπαξ τα αποτελέσματα της προηγούμενης χρήσης.
Στον τομέα των γενικών και διοικητικών εξόδων, όπου παρατηρείται η μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση, η Διοίκηση είναι αποφασισμένη να συνεχίσει την πολιτική αυστηρού ελέγχου τους, μέσω της αναθεώρησής τους από μηδενική βάση και τη βελτίωση των διαδικασιών προμηθειών, με στόχο την παγιοποίηση των μέχρι τώρα επιτευγμάτων και την εμπέδωση του κλίματος περιστολής και οικονομιών.
Η αύξηση των εσόδων και η ταυτόχρονη περιστολή των λειτουργικών δαπανών οδήγησε σε εντυπωσιακή βελτίωση του δείκτη αποτελεσματικότητας του Ομίλου ο οποίος καταγράφει αποκλιμάκωση της τάξης των 10 ποσοστιαίων μονάδων σε σχέση με τα μέσα επίπεδα του 2004. Κατά συνέπεια, η σχέση κόστους προς έσοδα διαμορφώθηκε στο 55.0% καλύπτοντας μέσα σε ένα τρίμηνο μεγάλο μέρος της βελτίωσης του εν λόγω δείκτη που έχει στοχοθετηθεί στο 3ετές Επιχειρησιακό Σχέδιο.
Αύξηση κατά 64% σε ετήσια βάση καταγράφουν οι χορηγήσεις στη Νοτιοανατολική Ευρώπη προσεγγίζοντας τα 1,6 δισεκατ. ευρώ. Η δυναμική της ανάπτυξης αποτυπώνεται στο ρυθμό αύξησης των χαρτοφυλακίων χορηγήσεων από την αρχή του έτους ο οποίος υπερβαίνει το 22%. Εντυπωσιακή αύξηση παρουσιάζουν οι χορηγήσεις λιανικής τραπεζικής, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 126% σε ετήσια βάση. Οι χορηγήσεις δανείων στην ΝΑ Ευρώπη στο τέλος του 1ου τριμήνου του 2005 αντιπροσώπευαν το 5.6% του συνόλου των χορηγήσεων έναντι 4.1% τον Μάρτιο του 2004. Η κερδοφορία από την δραστηριότητα του ομίλου στη περιοχή παρουσίασε άνοδο 129%, αντιπροσωπεύοντας πλέον το 9.1% των αποτελεσμάτων του Ομίλου.
Σε 40,3 δισεκατ. Ευρώ διαμορφώθηκε το σύνολο των καταθέσεων στο τέλος Μαρτίου του 2005. Η πορεία των καταθέσεων είναι αποτέλεσμα της μείωσης των συμφωνιών επαναγοράς κατά 40%, φαινόμενο που χαρακτηρίζει γενικότερα την εγχώρια τραπεζική αγορά. Αντίθετα, αύξηση κατά 4.9% παρουσίασαν σε ετήσια βάση, προσεγγίζοντας τα 30 δισεκατ. ευρώ οι καταθέσεις ταμιευτηρίου και όψεως. Σε σχέση με την αρχή του έτους, οι σχετικές καταθέσεις για το σύνολο της αγοράς στην Ελλάδα παρουσιάζουν μείωση κατά 1.3%, ενώ οι καταθέσεις ταμιευτηρίου και όψεως της Τράπεζας παραμένουν σταθερές. Σημειώνεται ότι τα μεγέθη αυτά αποτελούν τον κύριο όγκο των καταθέσεων του Ομίλου και ένα από τα θεμελιώδη ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά του.
Στρατηγικό στόχο της Διοίκησης αποτελεί η ενίσχυση της θέσης του Ομίλου στην αγορά των αμοιβαίων κεφαλαίων και ιδιαίτερα στα κεφάλαια υψηλής προστιθέμενης αξίας. Κατά την διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών το μερίδιο αγοράς του Ομίλου στα Αμοιβαία Κεφάλαια ενισχύθηκε κατά 80μ.β. ανερχόμενο στο 26.3%, ενώ εξαιρουμένων των κεφαλαίων Διαχείρισης Διαθεσίμων η άνοδος του μεριδίου έφθασε τις 130μ.β.
Ενίσχυση της Κεφαλαιακής Βάσης
Περαιτέρω ενδυνάμωση της κεφαλαιακής βάσης σημειώνεται στο 1ο τρίμηνο του 2005, όπως αυτό αποτυπώνεται στους σχετικούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας.
Συγκεκριμένα ο βασικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας του Ομίλου (Tier-I) εκτιμάται στο επίπεδο του 8%, 100μ.β. υψηλότερα του κατώτερου αποδεκτού επιπέδου από τη Διοίκηση, όπως έχει τεθεί στο τριετές Επιχειρησιακό Σχέδιο.
O συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (Tier-I & Tier-II) στο τέλος του Μαρτίου προσέγγισε το 14.2%.
Δηλώσεις Αράπογλου
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Τάκης Αράπογλου, δήλωσε τα εξής: «Τα αποτελέσματα του 1ου τριμήνου συνιστούν συνέχεια των εξαιρετικών επιδόσεων του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας την προηγούμενη χρονιά, αλλά και της στρατηγικής που έχουμε υιοθετήσει για διεύρυνση των εσόδων, μεγιστοποίηση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας και αύξηση της αποδοτικότητας. Η στρατηγική αυτή αποτυπώθηκε στο τριετές Επιχειρησιακό Σχέδιο του Ομίλου που δημοσιοποιήθηκε στις αρχές του έτους.
Με βάση το παραπάνω τρίπτυχο δράσης, ο Όμιλος της ΕΤΕ προώθησε την ανάπτυξη του πυρήνα των εργασιών του, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα σημαντική περιστολή των λειτουργικών δαπανών σε όλες τις βασικές κατηγορίες κόστους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την εντυπωσιακή βελτίωση της σχέσης δαπανών προς έσοδα (από 64.7% σε 55.0%), τη μεγάλη άνοδο της κερδοφορίας (+58%) και κατά συνέπεια τη σημαντική ενίσχυση της αποδοτικότητας των ιδίων κεφαλαίων του (24.5% το 1ο τρίμηνο του 2005).
Η κατάρτιση για πρώτη φορά των οικονομικών καταστάσεων του Ομίλου με βάση τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (ΔΠΧΠ), είχε περιορισμένη επίδραση στα Ίδια Κεφάλαια του Ομίλου και απορροφήθηκε χωρίς ουσιαστικές επιπτώσεις από την υψηλή κεφαλαιακή επάρκεια, όπως είχε ανακοινωθεί στην παρουσίαση του τριετούς Επιχειρησιακού Σχεδίου του Ομίλου. Η επίπτωση της εφαρμογής των ΔΠΧΠ στον πυρήνα της κερδοφορίας του Ομίλου, εξαιρουμένων των απαραίτητων εφάπαξ προσαρμογών, ήταν περιορισμένη γεγονός που αποτυπώθηκε και στην εξέλιξη της κερδοφορίας του 1ου τριμήνου του 2005.
Η δυναμική που χαρακτηρίζει τα αποτελέσματα του 1ου τριμήνου, μετά και τις σχετικές προσαρμογές των ΔΛΠ, επιβεβαιώνει την αισιοδοξία και την προσήλωσή μας στην εκπλήρωση των στόχων που έχουν τεθεί με το τριετές Επιχειρησιακό Σχέδιο του Ομίλου».