Σειρά προτάσεων προκειμένου οι εταιρείες εξόρυξης και παραγωγής πετρελαιοειδών να αντιμετωπίσουν τις μειωμένες τιμές του αργού, παρουσιάζει η Deloitte, σε πρόσφατη ανάλυσή της για την αγορά του πετρελαίου.
- Υποβολή αίτησης για πτώχευση
Στις ΗΠΑ, 35 εταιρίες εξόρυξης και παραγωγής με σωρευτικά χρέη 18 δισ. ευρώ αιτήθηκαν για προστασία από πτώχευση (ρευστοποίηση και δανειακή αναδιάρθρωση) το διάστημα μεταξύ 1η Ιουλίου, 2014 και 31 Δεκεμβρίου, 2015. Δεν είναι μόνο νέες και μικρές εταιρίες που επέλεξαν αυτό το δρόμο. Οι εταιρίες που δραστηριοποιούνται για περισσότερο από 10 χρόνια (πριν από την επανάσταση του σχιστολιθικού αερίου), ή επιβίωσαν την οικονομική κρίση του 2008–2009, είχαν έσοδα μεγαλύτερα από 500 εκατ. ευρώ (ή παραγωγή μεγαλύτερη από 25.000 βαρέλια/ημέρα), και ακόμη και εκείνες οι εταιρίες που ανήκουν ή διοικούνται από μεγάλα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια δεν είχαν καλύτερες επιλογές.
Παρά το γεγονός ότι ο αμερικάνικος κλάδος εξόρυξης και παραγωγής έχει ως τώρα επιδείξει μεγάλη ελαστικότητα, η αύξηση στις πτωχεύσεις το δεύτερο μισό του 2015 και οι ακόμη χαμηλότερες τιμές πετρελαιοειδών στο ξεκίνημα του νέου χρόνου προδιαθέτουν για ένα 2016 με προκλήσεις για πολλές εταιρίες εξόρυξης και παραγωγής.
Παρά την οριακά καλύτερη θέση σε σχέση με εκείνη των αφερέγγυων εταιριών, σχεδόν το 35% των εισηγμένων εταιριών με κύρια δραστηριότητα την εξόρυξη και την παραγωγή παγκοσμίως - ή περίπου 175 εταιρίες - είναι σε υψηλό κίνδυνο και χαρακτηρίζονται από το συνδυασμό αναλογιών υψηλής μόχλευσης και χαμηλής εξυπηρέτησης δανειακών υποχρεώσεων. Η κατάσταση είναι αβέβαιη για 50 από αυτές τις 175 εταιρίες, λόγω της αρνητικής αναλογίας μετοχών ή μόχλευσης άνω του 100, η τιμή της μετοχής κάποιων έχει ήδη πέσει κάτω του 5 δολαρίων. Το ενδεχόμενο αυτών των εταιριών να πτωχεύσουν είναι υψηλό το 2016, παρόλο που οι τιμές των πετρελαιοειδών ανακάμπτουν ή ένα μεγάλο μέρος των χρεών μετατρέπεται σε μετοχές ή μεγάλοι επενδυτές παρέχουν ρευστότητα στις εταιρίες αυτές.
Παρά τα αδύναμα θεμέλια του κλάδου, πολλές εταιρίες εξόρυξης και παραγωγής εκδήλωσαν ισχυρή διάθεση για ανάληψη κινδύνων. Αρκετές μάλιστα επιχείρησαν να εντάξουν στα χρονοδιαγράμματά τους την ύφεση. Παραδόξως, περίπου οι μισές από αυτές τις εταιρίες είχαν περιορισμένες δυνατότητες ανάληψης κινδύνων, εξαιτίας της υψηλής μόχλευσης και της αδύναμης λειτουργικής απόδοσης. Περίπου το 40% των συμφωνιών για περιουσιακά στοιχεία αφορούσαν μη παραγωγικά πεδία, τα οποία έχουν υψηλή δέσμευση capex και δεν απέφεραν άμεσα ταμειακές ροές. Επιπλέον, το 64% των εταιρικών συμφωνιών είχαν μια συνιστώσα οφειλών μεγαλύτερη του 20%, σε μια περίοδο κατά την οποία τα στελέχη των τραπεζών συσφίγγουν τους πιστωτικούς κανόνες για τον κλάδο.
Δεδομένων των υψηλών επιπέδων μόχλευσης και των αρνητικών ταμειακών ροών, οι εταιρείες εξόρυξης και παραγωγής παγκοσμίως προχωρούν σε χρηματοοικονομικές προσαρμογές. Από το β’ τετράμηνο του 2014, οι εταιρείες εξόρυξης και παραγωγής έχουν αποταμιεύσει ή συγκεντρώσει μετρητά ως 130 δισ. δολάρια από περικοπές capex και άλλα χρηματοοικονομικά μέτρα, όπως είναι οι πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων, έκδοση μετοχών και χαμηλότερη κατανομή μετοχών.
Με τη χαρτογράφηση της αποδοτικότητας, της παραγωγής και των εξόδων, φαίνεται ότι υψηλότερη αποδοτικότητα ήταν ο κύριος μοχλός στην περικοπή εξόδων του κλάδου ανά βαρέλια/ημέρα το β’ τετράμηνο του 2014 (μια περίοδος αυξημένης παραγωγής), ακολούθησε η αλλαγή από περιθωριακά πεδία σε κύρια πεδία στα τέλη του 2014 και στις αρχές του 2015 (επίπεδη αύξηση παραγωγής). Τα προγράμματα περικοπής εξόδων ξεκίνησαν να βλέπουν ορατό αντίκτυπο στα τέλη του 2015.