Από την έντυπη έκδοση
Zombie ή Grey χαρακτηρίζει η pwc το μεγαλύτερο μέρος του χρέους του ξενοδοχειακού κλάδου στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα τα 4 δισ. ευρώ από τα 5,8 δισ. ευρώ που είναι το σύνολο, ενώ την ίδια στιγμή 225 ξενοδοχεία δεν έχουν καταφέρει να βρουν αγοραστές λόγω του υψηλού αντιτίμου που ζητούν οι ιδιοκτήτες.
Η εταιρεία ελεγκτών και συμβούλων αναφέρει ότι υπάρχουν θέματα στην εξυπηρέτηση των δανείων αυτών και για την αναχρηματοδότησή τους σε έναν εύλογο ορίζοντα, οι τράπεζες θα πρέπει να αναδιαρθρώσουν χορηγήσεις περίπου 2 δισ. ευρώ.
Μάλιστα, σύμφωνα με την pwc, στην τρέχουσα περίοδο υπάρχουν τουλάχιστον 225 ξενοδοχεία σε προσφορά με ζητούμενες τιμές, όμως, σημαντικά υψηλότερες της εκτιμώμενης αξίας τους. Ωστόσο, πολύ λίγες συναλλαγές έχουν ολοκληρωθεί πρόσφατα και μόνο μία σημαντικού μεγέθους, επισημαίνεται χαρακτηριστικά. Υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην απόδοση μεταξύ κύριων και δευτερευόντων προορισμών, με εξάντληση της δυναμικότητας στους κύριους προορισμούς και υπερπροσφορά στους δευτερεύοντες. Οπως αναφέρει η pwc, τα υψηλότερης κατηγορίας ξενοδοχεία τείνουν να έχουν υψηλότερο EBITDA ανά κλίνη, καθώς και καλύτερα περιθώρια από τα χαμηλότερης κατηγορίας ξενοδοχεία. Το μέγεθος της ξενοδοχειακής μονάδας έχει περιορισμένο αντίκτυπο στα οικονομικά μεγέθη και μεγάλες μονάδες δεν εμφανίζουν κατά μέσο όρο καλύτερη οικονομική απόδοση από τις μικρότερες. «Η κατακερματισμένη δομή του τουριστικού κλάδου, το μικρό μέγεθος των ξενοδοχειακών μονάδων μαζί με τη μέτρια σχετική ανταγωνιστικότητα και τα περιορισμένα οικονομικά μεγέθη δεν διευκολύνουν τις συναλλαγές μεγάλης κλίμακας» αναφέρει η εταιρεία χαρακτηριστικά.
Οι παράγοντες
Οι παράγοντες εκείνοι που καθορίζουν την οικονομική απόδοση των ξενοδοχείων σύμφωνα με την pwc είναι:
- ο προορισμός, ο οποίος επηρεάζει τις τιμές των δωματίων, τη μέση πληρότητα και το κόστος κεφαλαίου της γεωγραφικής περιοχής,
- η κατηγορία (τα αστέρια), που καθορίζει τις μέσες τιμές δωματίων και τα κεφάλαια που απαιτούνται για την αρχική επένδυση,
- το μέγεθος της μονάδας, που επηρεάζει το λειτουργικό κόστος και τα έσοδα που δεν προέρχονται από τα δωμάτια,
- η ποιότητα της διοίκησης, που επηρεάζει τη συνολική ανταγωνιστικότητα.
Η πρόταση
Υπάρχουν τρεις στρατηγικές και μια αμφισβητήσιμη στρατηγική για τις επενδύσεις στον τουριστικό κλάδο:
- Επέκταση ξενοδοχειακής μονάδας στους κύριους προορισμούς μέσω αναξιοποίητων συντελεστών δόμησης.
- Αναβάθμιση ξενοδοχείων στην επόμενη κατηγορία.
- Ανάπτυξη δευτερευόντων προορισμών μέσω εξαγοράς ξενοδοχείων στις περιοχές αυτές,
- Η εξαγορά ξενοδοχείων Zombie είναι αμφίβολη στρατηγική, με μόνο ελάχιστες εξαιρέσεις.
Η πιο υποσχόμενη στρατηγική σε όρους πιθανής αξίας φαίνεται να είναι η ανάπτυξη των δευτερευόντων προορισμών, ακολουθούμενη από την προσθήκη χωρητικότητας και την αναβάθμιση των ξενοδοχείων. Στο πλαίσιο των στρατηγικών επέκτασης και αναβάθμισης, υπάρχουν 221 Star και 153 Grey ξενοδοχεία σε κύριους προορισμούς που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενα συναλλαγής στη βάση διεθνών αποτιμήσεων.
Στους δευτερεύοντες προορισμούς, όπου η ιδιωτικοποίηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων μπορεί να αυξήσει τη ζήτηση, υπάρχουν 57 ξενοδοχεία, τα οποία θα μπορούσαν να αποκτηθούν για την ανάπτυξη των προορισμών.
Η ανάπτυξη
Οδηγίες για την περαιτέρω ανάπτυξη του ελληνικού τουριστικού προϊόντος δίνει και η μελέτη των Ευαγγελίας Κασιμάτη και Δημητρίου Σιδέρη «Προς ένα νέο πρότυπο ανάπτυξης στον τουρισμό: διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τουριστικό προϊόν στην Ελλάδα την περίοδο της κρίσης (2008-2014)» που περιλαμβάνεται στο 42ο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος.
Στη μελέτη επισημαίνεται ότι η ανάπτυξη του τουρισµού την πρόσφατη περίοδο οφείλεται στους εξής παράγοντες:
- στην πιο ανταγωνιστική τιµολόγηση των τουριστικών υπηρεσιών,
- σε µεταβολές ποιοτικού χαρακτήρα του τουριστικού προϊόντος και
- σε εξωγενείς παράγοντες που σχετίζονται µε την πολιτική αστάθεια σε ανταγωνιστικούς προορισµούς της Ανατολικής Μεσογείου.
Εστιάζοντας ωστόσο η μελέτη στην ανάλυση της ποιοτικής διαφοροποίησης του τουριστικού προϊόντος, υπογραμμίζει ότι τα πρόσφατα χρόνια παρατηρείται μία ανάπτυξη νέων αγορών ζήτησης για το ελληνικό τουριστικό προϊόν, όπως είναι οι αγορές της Ρωσίας και της Τουρκίας, µε τους ταξιδιώτες από αυτές τις χώρες να παρουσιάζουν την υψηλότερη δαπάνη ανά διανυκτέρευση.
Επίσης, στα ποιοτικά χαρακτηριστικά η μελέτη εντάσσει την προβολή και αξιοποίηση του πολιτιστικού προϊόντος της Ελλάδος, η οποία μέχρι τώρα οδήγησε στον διπλασιασµό του αριθµού των επισκεπτών µουσείων το διάστημα 2008-2014, ενώ παράλληλα συμβάλλει στην προβολή και αξιοποίηση των πόλεων ως τουριστικών προορισµών, και κατά συνέπεια στη χρονική επιµήκυνση της τουριστικής περιόδου.