Από την έντυπη έκδοση
Είκοσι επτά έτη πίσω γύρισε το Χρηματιστήριο Αθηνών στη χθεσινή συνεδρίαση, στη διάρκεια της οποίας χάθηκαν 2,1 δισ. ευρώ. Ο βασικός δείκτης τερμάτισε με πτώση 7,87%, ενώ εισαγόμενες επιθετικές πωλήσεις προκάλεσαν νέα βύθιση του τραπεζικού κλάδου, ο οποίος χθες υποχώρησε κατά 24,26%.
Η αβεβαιότητα για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, σε συνδυασμό με τις ανησυχίες για τις εγχώριες πολιτικές εξελίξεις οδηγούν σε μαζική φυγή κεφαλαίων από την ελληνική κεφαλαιαγορά. Οι έντονες πιέσεις που ασκήθηκαν στις διεθνείς αγορές -με τις ευρωπαϊκές μετοχές να υποχωρούν σε χαμηλότερα επίπεδα από τον Οκτώβριο του 2013- ενέτειναν τις ρευστοποιήσεις. Το αρνητικό κλίμα αντανακλάται και στην άνοδο στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, με το 10ετές να ξεπερνά ενδοσυνεδριακά το 10%.
Σχεδόν δύο χρόνια μετά το τελευταίο υψηλό του -18/3/2014- και ο γενικός δείκτης έχει χάσει 66,1% της τιμής του, ενώ στο ίδιο διάστημα το σφυροκόπημα για τον ftse/Large Cap ήταν ακόμα ισχυρότερο, με τις απώλειες να διαμορφώνονται στο 72,5%. Στο διάστημα αυτό η κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου μειώθηκε κατά σχεδόν 45 δισ. ευρώ. Οι επιδόσεις αυτές φέρνουν την εγχώρια αγορά στην τελευταία θέση μεταξύ 44 διεθνών χρηματιστηρίων για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Ελεύθερη πτώση χθες για τον γενικό δείκτη ο οποίος επέστρεψε σε επίπεδα 1989, τερματίζοντας στις 464,23 μονάδες μειωμένος κατά 7,87% και αφού προηγουμένως κινήθηκε μεταξύ 460,56 και 503,27 μονάδων, δεχόμενος πιέσεις από το αρνητικό κλίμα στην οικονομία, την αστάθεια που επικρατεί στο πολιτικό σκηνικό, τις καθυστερήσεις που καταγράφονται στις διαπραγματεύσεις μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών, αλλά και από το ενδεχόμενο η χώρα να οδηγηθεί εκ νέου σε πρόωρες εκλογές. Εισαγόμενες επιθετικές πωλήσεις προκάλεσαν νέα βύθιση του τραπεζικού κλάδου, ο οποίος χθες υποχώρησε κατά 24,26% σημειώνοντας τελική τιμή στις 23,94 μονάδες.
«Η αποτίμηση των μετοχών θυμίζει την εποχή ενός ενδεχόμενου Grexit. Η ευκολία με την οποία χάθηκαν τα επίπεδα των 475 μονάδων προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία και προβληματισμό δεδομένου ότι όλοι τώρα θεωρούν εύκολη τη διαμόρφωση ακόμα χαμηλότερων επιπέδων για να τοποθετηθούν» σημείωναν χθες εκπρόσωποι της αγοράς.
Σχεδόν δύο χρόνια μετά το τελευταίο υψηλό του -στις 1.369,56 μονάδες τη 18η Μαρτίου 2014- και ο γενικός δείκτης έχει χάσει 66,1% της τιμής του, ενώ στο ίδιο διάστημα το σφυροκόπημα για τον ftse/Large Cap ήταν ακόμα ισχυρότερο, με τις απώλειες να διαμορφώνονται στο 72,5%.
Στο διάστημα αυτό η κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου μειώθηκε κατά σχεδόν 45 δισ. ευρώ, ενώ οι τιμές 180 μετοχών έχουν υποχωρήσει, έναντι 39 που σημειώνουν άνοδο. Οι επιδόσεις αυτές φέρνουν την εγχώρια αγορά στην τελευταία θέση μεταξύ 44 διεθνών χρηματιστηρίων για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Τα χρηματιστήρια της Αργεντινής, της Κίνας, της Ουγγαρίας και της Ρωσίας καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις, με κέρδη που κυμαίνονται από 30% έως 95%.
Η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα που επικρατεί τόσο σε οικονομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο διαμορφώνουν την πορεία του ελληνικού χρηματιστηρίου, ενώ οι τράπεζες ως «καθρέφτης» προεξοφλούν δυσάρεστα γεγονότα στην οικονομία. Η μη επιστροφή του Γενικού Δείκτη πάνω από τις 470 μονάδες θα τον οδηγήσει ακόμη χαμηλότερα, υπογράμμιζαν χθες με νόημα εκπρόσωποι της αγοράς.
Οσον αφορά τις επιμέρους κεφαλαιοποιήσεις, η πρωτοπόρος Coca Cola παρουσιάζει την πιο ελεγχόμενη μείωση καθώς έφθασε τα 6,1 δισ. ευρώ από 6,7 δισ. τον Μάρτιο του 2014. Στο ίδιο διάστημα ο τίτλος της εταιρείας έχει υποχωρήσει κατά 9,19%. Από κει και πέρα, η εικόνα είναι σαφώς χειρότερη: Ο ΟΤΕ έφθασε τα 3,7 δισ. ευρώ από 6,3 δισ. προ διετίας, η κεφαλαιοποίηση του ΟΠΑΠ έχει πέσει στο 1,9 δισ. (από 3,9 δισ.), η Αlpha Bank ακολουθεί με 1,7 δισ. ευρώ (από 7,9 δισ.) και την πρώτη πεντάδα συμπληρώνει η Εθνική Τράπεζα με σημερινή κεφαλαιοποίηση 1,3 δισ. ευρώ (9,63 δισ. ευρώ τον Μάρτιο του 2014).
Ο τραπεζικός κλάδος, με τις μεγαλύτερες απώλειες, επηρεάζεται επίσης από τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο, που κινείται χαμηλότερα, καθώς το πρόβλημα της αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων αλλά και οι ανησυχίες για νέα stress tests, όπου θα φέρουν νέες αυξήσεις μετοχικών κεφαλαίων, δημιουργούν αβεβαιότητα στους επενδυτές.
«Η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα που επικρατούν τόσο σε οικονομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο διαμορφώνουν την πορεία του ελληνικού Χρηματιστηρίου. Οι τράπεζες ως καθρέπτης της οικονομίας προεξοφλούν δυσάρεστα γεγονότα στην οικονομία. Σε τεχνικό επίπεδο, η μη επιστροφή του γενικού δείκτη πάνω από τις 470 μονάδες θα τον οδηγήσει χαμηλότερα, με το επίπεδο των 450 μονάδων να απειλείται» υπογράμμιζαν χθες με νόημα εκπρόσωποι της αγοράς.
Θετικοί πρωταγωνιστές της τελευταίας διετίας είναι οι: Αγροτικός οίκος Σπύρου (+150%), Χαϊδεμένος (+90,8%), Μπουτάρης (+90%), Π. Πετρόπουλος (+75,12%), Σφακιανάκης(+71,4%), Λεβεντέρης (+60,5%). Τις πρώτες θέσεις στον αντίστοιχο πίνακα των αρνητικών πρωταγωνιστών τις καταλαμβάνουν, όπως είναι αναμενόμενο, εκπρόσωποι του τραπεζικού κλάδου. Είναι ενδεικτικό πως στο εν λόγω διάστημα ο τραπεζικός δείκτης έχει υποχωρήσει κατά 98,83%.
Αλλά και σε πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα, από την ολοκλήρωση όλων των πρόσφατων αυξήσεων κεφαλαίου των τραπεζών (15/12/2015) έως και χθες, η πορεία των τραπεζικών τίτλων είναι χαρακτηριστική: Η Εθνική έχει χάσει 49,5% της κεφαλαιοποίησής της, η Πειραιώς 64,8%, η Αlpha Bank 52,3%, η Eurobank κατά 60,8%, ενώ η Attica Bank κατά 60,9%.
Επιστρέφοντας στη χθεσινή συνεδρίαση, ο τζίρος ήταν ο υψηλότερος των τελευταίων 6 συνεδριάσεων καθώς έφθασε τα 97,6 εκατ. ευρώ, με περίπου 16 πακέτα να έχουν αλλάξει χέρια. Επτά τίτλοι έκλεισαν με θετικό πρόσημο και ως εκ τούτου αξίζουν αναφοράς : Κλωστοϋφαντουργία Ναυπάκτου, Ντρουκφάρμπεν, Αιολική ΑΕΕΧ, Προοδευτική, Ευρωπαϊκή Πίστη, Πλαίσιο Computers και Centric.
O Ftse/Large Cap υποχώρησε χθες κατά 10,21% κλείνοντας στις 121,52 μονάδες, με κάποιους από τους τίτλους του να παραμένουν σταθερά σε αρνητικό πρόσημο: Alpha Bank, Eurobank, Viohalco, Jumbo, Εθνική, Πειραιώς, Αεροπορία Αιγαίου, ΓεκΤερνα, ΔΕΗ, 3Ε, Ελλάκτωρ, ΕΧΑΕ, Μυτιληναίος και Τέρνα Ενεργειακή.
Οσον αφορά τους κλαδικούς δείκτες, η Ευρωπαϊκή Πίστη «χάρισε» αντίστοιχη άνοδο (6,35%) στον δείκτη των ασφαλειών, ενώ ο υπόλοιπος πίνακας παρέμεινε «κόκκινος» έως το τέλος.
Σε 155 ανέρχονται πλέον οι εταιρείες με κεφαλαιοποίηση χαμηλότερη των 10 εκατ. ευρώ, 18 έχουν χρηματιστηριακή αξία μεταξύ 10 και 20 εκατ. ευρώ, 16 κυμαίνονται μεταξύ 20 και 30 εκατ. ευρώ. Οσον αφορά τους τίτλους, οι τιμές 62 βρίσκονται κάτω από το... 1 λεπτό, 34 κυμαίνονται μεταξύ 1 και 2 λεπτών, ενώ 143 είναι συνολικά οι μετοχές με τιμή κάτω των 50 λεπτών.
Σφυροκόπημα και στην ελληνική αγορά κρατικού χρέους
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Σε κλοιό πιέσεων βρέθηκε ξανά η ελληνική αγορά κρατικού χρέους, εν μέσω «κύματος» μαζικών ρευστοποιήσεων στο ελληνικό Χρηματιστήριο που κινείται πλέον σε αχαρτογράφημα εδάφη, με τους επενδυτές να εγκαταλείπουν την ευρωπεριφέρεια αναζητώντας ασφάλεια στα ομόλογα του «πυρήνα».
Οι πιέσεις που δέχεται η ελληνική κυβέρνηση από τους πιστωτές της με όλη την αβεβαιότητα γύρω από την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, σε συνδυασμό με το προσφυγικό και τα σενάρια περί εκλογών που επανέρχονται στο προσκήνιο αποτυπώνονται στην ελληνική αγορά κρατικού χρέους, η οποία τον τελευταίο καιρό κινείται στο ίδιο περίπου μοτίβο ακολουθώντας στενό πλαίσιο διακύμανσης με κύριο χαρακτηριστικό τη μεταβλητότητα και τις πιέσεις. Ακόμη και η αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας από τον οίκο Standard & Poor’s στα τέλη Ιανουαρίου «πέρασε χωρίς να αγγίξει» την ελληνική αγορά κρατικού χρέους, η οποία βάλλεται από παντού από τα τόσα ανοικτά μέτωπα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή.
Η «βουτιά» του ελληνικού Χρηματιστηρίου και των ελληνικών τραπεζικών μετοχών άσκησε πιέσεις και στα ελληνικά ομόλογα, με την απόδοση των τίτλων με λήξη το 2017 και το 2018 αντίστοιχα να διαμορφώνεται στο 12,4% και 12,5%, αυξανόμενη περίπου κατά μία ποσοστιαία μονάδα από το κλείσιμο της Παρασκευής. Σύμφωνα μάλιστα με το Reuters, η απόδοση του τίτλου με λήξη το 2017 ξεπέρασε ενδοσυνεδριακά το 13%. Η απόδοση του 10ετούς διαμορφώθηκε στο 9,9% και μάλιστα ξέφυγε προς στιγμή και πάνω από το 10%, σύμφωνα πάντα με το πρακτορείο Reuters. Το spread έναντι του αντίστοιχου γερμανικού αυξήθηκε στις 990 μονάδες βάσης, με την τιμή του 10ετούς ομολόγου στα 60,90 σεντ.
Ο όγκος των συναλλαγών στην ΗΔΑΤ περιορίστηκε στα τρία εκατομμύρια ευρώ και όλες οι πράξεις έγιναν σε χαρτιά λήξης του 2019. Traders της αγοράς έκαναν λόγο για τάση αποφυγής του ρίσκου, επισημαίνοντας ότι ακόμη δεν έχουν δει το τέλος αυτής της καθοδικής πορείας των τιμών, εφόσον δεν έχουν βρεθεί αγοραστές και κατά συνέπεια δεν έχει βρεθεί και ένα επίπεδο σταθεροποίησης των ίδιων των τιμών. Ο Ερικ Νίλσον, στρατηγικός αναλυτής της UniCredit, δηλώνει ότι το αρνητικό κλίμα γενικότερα στην ευρωπεριφέρεια δεν είναι τίποτε περισσότερο από τη διεύρυνση της τάσης αποφυγής ρίσκου. Αυτό όμως αυξάνει τις πιθανότητες για λήψη περισσότερων μέτρων στήριξης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στη συνεδρίαση του Μαρτίου.
Στον αντίποδα, οι επενδυτές αναζήτησαν την ασφάλεια του γερμανικού χρέους, με την απόδοση του διετούς να υποχωρεί στο νέο ιστορικό χαμηλό του -0,506%. Σύμφωνα με στοιχεία της Tradeweb, περισσότερα από το 40% των κρατικών ομολόγων σε ευρώ της Ευρώπης έχουν απόδοση χαμηλότερη του μηδενός, ένδειξη ότι οι αγορές προετοιμάζονται για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Υπολογίζεται ότι τα κρατικά ομόλογα με αρνητική απόδοση φθάνουν σήμερα την αξία των 2,9 τρισ. ευρώ.
Μαζικές πωλήσεις σε όλο τον κόσμο
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Το φλερτ του ελληνικού χρηματιστηρίου με το ιστορικό ναδίρ ήρθε σε μία ημέρα μαζικών ρευστοποιήσεων ανά τις μεγάλες αγορές μετοχών του πλανήτη.
Οι επενδυτές της γηραιάς ηπείρου λαμβάνουν αποστάσεις από το ρίσκο, θορυβημένοι από την αδυναμία της Ευρωζώνης να ανεβάσει ταχύτητα, παρά τις αλλεπάλληλες τονωτικές ενέσεις της ΕΚΤ, αλλά και τα επίμονα προβλήματα του χρηματοπιστωτικού τομέα - με κυριότερα αυτά των «κόκκινων» δανείων, που ταλανίζουν τις χώρες του Νότου, αλλά και των μεγάλων σκανδάλων και νομικών περιπετειών, που έχουν λυγίσει ακόμη και κολοσσούς, όπως η Deutsche Bank. Tο κλίμα στις ευρωπαϊκές αγορές μετοχών έρχεται να επιβαρύνει περαιτέρω η επιβράδυνση της Κίνας -μίας τεράστιας αγοράς για τις εξαγωγές της ηπείρου- όπως και η διαρκής κατρακύλα των τιμών του πετρελαίου και άλλων πρώτων υλών.
Ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx Europe 600 σημείωσε πτώση της τάξης του 3,5%, για να επιστρέψει σε επίπεδα που είχε να συναντήσει από τον Οκτώβριο του 2013. Σφυροκόπημα δέχθηκε ο κλάδος των τραπεζών, με τον σχετικό δείκτη να διολισθαίνει στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2012. Πτώση μεγαλύτερη του 6% σημείωσαν οι μετοχές των γερμανικών Deutsche Bank και Commerzbank, ενώ απώλειες άνω του 4% είχαν επίσης η γαλλική ΒΝP Paribas, η ισπανική Santander και η βρετανική Barclays. Ρευστοποιήσεις σάρωσαν και τον κλάδο της ενέργειας, καθώς η τιμή του πετρελαίου παρουσίασε ενδοσυνεδριακά πτώση μεγαλύτερη του 4%.
Τα ταμπλό έδειξαν βαθύ «κόκκινο» σε όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, με τους γενικούς δείκτες σε Φρανκφούρτη και Παρίσι να υποχωρούν περισσότερο από 3% και τον FTSE 100 στο Λονδίνο να σημειώνει πτώση 2,7%. Μεγαλύτερη ήταν η «αιμορραγία» στον Νότο, με τον FTSE MIB στο Μιλάνο και τον IBEX 35 στη Μαδρίτη να καταγράφουν απώλειες σχεδόν 4,5%.
Οι προκλήσεις της παγκόσμιας οικονομίας συντηρούν το αρνητικό κλίμα και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Τόσο ο Dow Jones με τα «βαριά χαρτιά» της Wall Street όσο και ο S&P 500, ο πλέον αντιπροσωπευτικός των αμερικανικών μετοχών, υποχώρησαν ενδοσυνεδριακά περισσότερο από 2%, καθώς οι επενδυτές εγκατέλειπαν τις μετοχές στρεφόμενοι στην ασφάλεια των κρατικών ομολόγων. Ακόμη εντονότερες ήταν οι πιέσεις για τον Nasdaq, ο οποίος κατρακύλησε στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Οκτώβριο του 2014.