Tον Ιούλιο του 2005 το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σύμφωνα με τη νέα παρουσίαση (1) εμφάνισε έλλειμμα ύψους 411 εκατ. ευρώ, κατά 179 εκατ. ευρώ μεγαλύτερο από εκείνο του αντίστοιχου μήνα του 2004.
Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος, η διεύρυνση του ελλείμματος οφείλεται στη σημαντική αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου των εισοδημάτων, καθώς και στην αύξηση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου και τη μείωση του πλεονάσματος του ισοζυγίου των τρεχουσών μεταβιβάσεων. Οι εξελίξεις αυτές υπεραντιστάθμισαν τη σχετικά μεγάλη άνοδο του πλεονάσματος του ισοζυγίου των υπηρεσιών.
Ειδικότερα, το συνολικό εμπορικό έλλειμμα διευρύνθηκε, παρά το γεγονός ότι το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου χωρίς καύσιμα και πλοία περιορίστηκε κατά 175 εκατ. ευρώ. Η διεύρυνση του συνολικού ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου οφείλεται στην αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου των καυσίμων (κατά 193 εκατ. ευρώ) και στη σημαντική μείωση του πλεονάσματος του ισοζυγίου των πλοίων (κατά 89 εκατ. ευρώ). Αντίθετα, βελτίωση εμφάνισε το ισοζύγιο των υπηρεσιών, το πλεόνασμα του οποίου αυξήθηκε κατά 237 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2004. Η εξέλιξη αυτή, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, οφείλεται στην άνοδο των καθαρών εισπράξεων από ταξιδιωτικές υπηρεσίες (οι ακαθάριστες εισπράξεις, δηλαδή οι ταξιδιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα από μη κατοίκους, αυξήθηκαν κατά 287 εκατ. ευρώ ή 16,8%, ενώ οι ακαθάριστες πληρωμές, δηλαδή οι δαπάνες στο εξωτερικό από κατοίκους Ελλάδος, αυξήθηκαν κατά 70 εκατ. ευρώ ή 38,9%). Επιπλέον, μικρή αύξηση παρατηρήθηκε στο πλεόνασμα του ισοζυγίου των μεταφορών. Εξάλλου, το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων διευρύνθηκε, κυρίως επειδή αυξήθηκαν, σε σχέση με τον Ιούλιο του 2004, οι πληρωμές για μερίσματα-κέρδη καθώς και οι δεδουλευμένοι τόκοι επί ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που διακρατούνται από μη κατοίκους. (Υπενθυμίζεται ότι από τον Απρίλιο του 2005 άλλαξε η μεθοδολογία καταγραφής των τόκων στο ισοζύγιο πληρωμών, έτσι ώστε οι τόκοι ομολόγων να αντιστοιχούν στους δεδουλευμένους και όχι στους καταβληθέντες, όπως μέχρι και τον Μάρτιο του 2005, και να επιτυγχάνεται ακριβέστερη αποτύπωση των σχετικών στοιχείων. Για λόγους συγκρισιμότητας αναθεωρήθηκαν και τα αντίστοιχα στοιχεία που αφορούν τους προηγούμενους μήνες μέχρι και τον Ιανουάριο του 2003.)
Τέλος, το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών μεταβιβάσεων μειώθηκε κατά 61 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο του 2005 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους. Ειδικότερα, οι καθαρές τρέχουσες μεταβιβάσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης μειώθηκαν κατά 21 εκατ. ευρώ και οι καθαρές μεταβιβάσεις προς τους λοιπούς τομείς της οικονομίας (μεταναστευτικά εμβάσματα κ.λπ.) μειώθηκαν κατά 40 εκατ. ευρώ. (Οι τρέχουσες μεταβιβάσεις από την ΕΕ περιλαμβάνουν κυρίως τις απολήψεις από το Τμήμα Εγγυήσεων του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων στο πλαίσιο λειτουργίας της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και τις αποδόσεις της Ελλάδος προς τον Κοινοτικό Προϋπολογισμό.)
Το επτάμηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου του 2005 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διευρύνθηκε σε 8.194 εκατ. ευρώ (δηλαδή κατά 1.655 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2004), αντανακλώντας την αύξηση του εμπορικού ελλείμματος και – σε μικρότερη έκταση – την αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου των εισοδημάτων και τη μείωση του πλεονάσματος του ισοζυγίου των τρεχουσών μεταβιβάσεων. Αντίθετα, το πλεόνασμα του ισοζυγίου των υπηρεσιών παρουσίασε σημαντική άνοδο, η οποία όμως δεν ήταν αρκετή για να αντισταθμίσει τις ανωτέρω εξελίξεις.
Η διεύρυνση του συνολικού ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου (συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων και των πλοίων) κατά 1.043 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2004, αντανακλά αύξηση των συνολικών εισπράξεων από εξαγωγές αγαθών κατά 678 εκατ. ευρώ και αύξηση των συνολικών πληρωμών για εισαγωγές αγαθών κατά 1721 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα, οι καθαρές πληρωμές για εισαγωγές καυσίμων αυξήθηκαν κατά 855 εκατ. ευρώ, ενώ το ισοζύγιο των πλοίων εμφάνισε έλλειμμα 247 εκατ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 567 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Οι εξελίξεις αυτές υπεραντιστάθμισαν την ευνοϊκή εξέλιξη του εμπορικού ισοζυγίου χωρίς καύσιμα και πλοία, το έλλειμμα του οποίου μειώθηκε κατά 626 εκατ. ευρώ.
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου των υπηρεσιών διευρύνθηκε σημαντικά κατά 565 εκατ. ευρώ ή 11,1%, αντανακλώντας την αύξηση των καθαρών εισπράξεων από μεταφορικές και ταξιδιωτικές υπηρεσίες. Ειδικότερα, οι καθαρές εισπράξεις από μεταφορικές υπηρεσίες, κυρίως ναυτιλιακές, αυξήθηκαν κατά 400 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με τις ιδιαίτερα υψηλές εισπράξεις της αντίστοιχης περιόδου του 2004, παρά τη συνεχιζόμενη μείωση των ναύλων στις διεθνείς ναυλαγορές. Οι ακαθάριστες εισπράξεις από ταξιδιωτικές υπηρεσίες αυξήθηκαν κατά 476 εκατ. ευρώ ή 9,9%, ενώ οι ακαθάριστες πληρωμές αυξήθηκαν κατά 197 εκατ. ευρώ ή 16,3%, με αποτέλεσμα οι καθαρές εισπράξεις από ταξιδιωτικές υπηρεσίες να αυξηθούν κατά 279 εκατ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2004.
Την ίδια περίοδο, το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων αυξήθηκε κατά 674 εκατ. ευρώ, λόγω των αυξημένων καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη. Η αύξηση του ελλείμματος οφείλεται κυρίως στη συνεχιζόμενη αύξηση του διακρατούμενου από μη κατοίκους ποσού παλαιών και νέων ομολογιακών εκδόσεων του Δημοσίου.
Τέλος, η μείωση του πλεονάσματος του ισοζυγίου των τρεχουσών μεταβιβάσεων κατά 504 εκατ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2004 οφείλεται κυρίως στη μείωση των καθαρών τρεχουσών μεταβιβάσεων προς τους λοιπούς (εκτός γενικής κυβέρνησης) τομείς κατά 341 εκατ. ευρώ και – δευτερευόντως -- στη μείωση των καθαρών τρεχουσών μεταβιβάσεων από την ΕΕ προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης κατά 162 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα, κατά το επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2005, ενώ οι ακαθάριστες τρέχουσες μεταβιβάσεις από την ΕΕ προς τη γενική κυβέρνηση αυξήθηκαν κατά 509 εκατ. ευρώ, οι ακαθάριστες τρέχουσες πληρωμές της γενικής κυβέρνησης προς την ΕΕ αυξήθηκαν κατά 670 εκατ. ευρώ.
Ισοζύγιο Κεφαλαιακών Μεταβιβάσεων
Τον Ιούλιο του 2005 το ισοζύγιο κεφαλαιακών μεταβιβάσεων παρουσίασε έλλειμμα 22 εκατ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 267 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο του 2004. Αναλυτικότερα, οι καθαρές κεφαλαιακές μεταβιβάσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης περιορίστηκαν σε 20 εκατ. ευρώ, από 270 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο του 2004), ενώ οι καθαρές κεφαλαιακές μεταβιβάσεις από τους λοιπούς τομείς της οικονομίας προς το εξωτερικό αυξήθηκαν σε 42 εκατ. ευρώ, από μόλις 3 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο του 2004. (Οι κεφαλαιακές μεταβιβάσεις από την ΕΕ περιλαμβάνουν κυρίως τις απολήψεις από τα Διαρθρωτικά Ταμεία και το Ταμείο Συνοχής στο πλαίσιο της λειτουργίας του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης.)
Το επτάμηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2005 το ισοζύγιο κεφαλαιακών μεταβιβάσεων παρουσίασε πλεόνασμα 1.025 εκατ. ευρώ, δηλαδή μικρότερο κατά 313 εκατ. ευρώ από ό,τι την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Η εξέλιξη αυτή αντανακλά κυρίως τη μείωση των καθαρών κεφαλαιακών μεταβιβάσεων από την ΕΕ προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης κατά 265 εκατ. ευρώ.
Συνολικό Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών και Κεφαλαιακών Μεταβιβάσεων (με βάση την παλαιά μέθοδο παρουσίασης)
Το συνολικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαιακών μεταβιβάσεων (παλαιά μέθοδος παρουσίασης) παρουσίασε έλλειμμα 433 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο του 2005 έναντι πλεονάσματος 35 εκατ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους. Συνολικά στο επτάμηνο το έλλειμμα διαμορφώθηκε σε 7.168 εκατ. ευρώ, έναντι 5.200 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2004.
Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών
Τον Ιούλιο του 2005 οι άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό από κατοίκους κινήθηκαν σε σχετικά υψηλά επίπεδα και ανήλθαν στα 196 εκατ. ευρώ. Οι σημαντικότερες επενδύσεις στο εξωτερικό από κατοίκους αφορούν αφενός εκροή 120 εκατ. ευρώ για τη συμμετοχή της COSMOTE στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της COSMOROM (Ρουμανία) και αφετέρου εκροή ύψους 35 εκατ. ευρώ για την συμμετοχή της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος στην αύξηση του κεφαλαίου της ΕΤΕ Καΐρου. Όσον αφορά τις άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα από μη κατοίκους, παρατηρήθηκε σχετικά μικρή καθαρή εισροή ύψους 41 εκατ. ευρώ (έναντι καθαρής εισροής 178 εκατ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους), η οποία κυρίως αντανακλά δανεισμό θυγατρικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα από τις μητρικές εταιρίες τους στο εξωτερικό. Στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου, η καθαρή εισροή ύψους 3.210 εκατ. ευρώ αντανακλά κυρίως την εισροή κεφαλαίων μη κατοίκων για αγορές τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, ομολόγων ελληνικών επιχειρήσεων (της COSMΟΤΕ) και μετοχών, καθώς και το γεγονός ότι μειώθηκαν οι τοποθετήσεις κεφαλαίων κατοίκων σε ομόλογα του εξωτερικού. Οι ''λοιπές'' επενδύσεις παρουσίασαν σημαντική καθαρή εκροή ύψους 2.735 εκατ. ευρώ, αφενός επειδή αυξήθηκαν οι απαιτήσεις κατοίκων έναντι μη κατοίκων (ειδικότερα οι τοποθετήσεις των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό) και αφετέρου επειδή εμφάνισαν μικρή μείωση οι υποχρεώσεις κατοίκων έναντι μη κατοίκων (αντανακλώντας, μεταξύ άλλων, την εξόφληση δανείων που είχαν χορηγηθεί στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα από μη κατοίκους).
Το επτάμηνο Ιανουαρίου - Ιουλίου 2005 οι άμεσες επενδύσεις εμφάνισαν καθαρή εκροή ύψους 160 εκατ. ευρώ (έναντι καθαρής εισροής 435 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους). Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι η εκροή κεφαλαίων
κατοίκων για άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό ανήλθε σε 558 εκατ. ευρώ, ενώ παράλληλα η εισροή κεφαλαίων μη κατοίκων για άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα έφθασε τα 398 εκατ. ευρώ. Την ίδια περίοδο σημειώθηκε καθαρή εισροή ύψους 8.149 εκατ. ευρώ στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου, δεδομένου ότι η εισροή κεφαλαίων μη κατοίκων για τοποθετήσεις κυρίως σε τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου ήταν πολύ μεγαλύτερη από την εκροή κεφαλαίων κατοίκων για τοποθετήσεις στο εξωτερικό (κυρίως σε ομόλογα). Τέλος, στην κατηγορία των "λοιπών'' επενδύσεων η καθαρή εκροή 891 εκατ. ευρώ αντανακλά το γεγονός ότι η εκροή κεφαλαίων (ύψους 13.583 εκατ. ευρώ), κυρίως για τοποθετήσεις κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό, υπεραντιστάθμισε σε μεγάλο βαθμό την εισροή κεφαλαίων μη κατοίκων (ύψους 12.693 εκατ. ευρώ), κυρίως για τοποθετήσεις σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα.
Στο τέλος Ιουλίου του 2005 τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 1,9 δισεκ. ευρώ. (Υπενθυμίζεται ότι από την ένταξη της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ τον Ιανουάριο του 2001 τα συναλλαγματικά διαθέσιμα, σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, περιλαμβάνουν μόνο το νομισματικό χρυσό, τη "συναλλαγματική θέση" στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τα "ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα" και τις απαιτήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος σε ξένο νόμισμα έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ. Αντίθετα, δεν περιλαμβάνουν τις απαιτήσεις σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ, τις απαιτήσεις σε συνάλλαγμα και σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών της ζώνης του ευρώ, και τη συμμετοχή της Τράπεζας της Ελλάδος στο κεφάλαιο και στα συναλλαγματικά διαθέσιμα της ΕΚΤ.)
(1) Νέα παρουσίαση του ισοζυγίου. Η διαθεσιμότητα αναλυτικών δεδομένων που καλύπτουν επαρκές χρονικό διάστημα επιτρέπει την παρουσίαση των στοιχείων του ισοζυγίου πληρωμών για τον Ιούλιο του 2005 και εφεξής με κατηγοριοποίηση των επιμέρους ομάδων σύμφωνα με τη διεθνώς επικρατούσα πρακτική. Συγκεκριμένα, από το μήνα αυτό οι μεταβιβαστικές πληρωμές και εισπράξεις διαχωρίζονται σε τρέχουσες και κεφαλαιακές. Κριτήριο για αυτή τη διάκριση αποτελεί ο τελικός σκοπός της μεταβιβαστικής πληρωμής, κατά πόσο δηλαδή αυτή αποβλέπει στην ενίσχυση του εισοδήματος (τρέχουσα μεταβίβαση) ή την αύξηση - άμεσα ή έμμεσα - του κεφαλαιακού αποθέματος του αποδέκτη (κεφαλαιακή μεταβίβαση). Με βάση αυτή τη διάκριση το ισοζύγιο μεταβιβάσεων χωρίζεται πλέον σε δύο μέρη: το ισοζύγιο τρεχουσών μεταβιβάσεων, το οποίο εντάσσεται στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, και το ισοζύγιο κεφαλαιακών μεταβιβάσεων, το οποίο αποτελεί ξεχωριστή ενότητα. Έτσι, το νέο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών περιλαμβάνει πλέον το εμπορικό ισοζύγιο, το ισοζύγιο υπηρεσιών, το ισοζύγιο εισοδημάτων και το ισοζύγιο τρεχουσών μεταβιβάσεων, ενώ το ισοζύγιο κεφαλαιακών μεταβιβάσεων αποτελεί από μόνο του ανεξάρτητο τμήμα του ισοζυγίου πληρωμών. Επομένως, στη νέα αυτή παρουσίαση του ισοζυγίου πληρωμών το αλγεβρικό άθροισμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και του ισοζυγίου κεφαλαιακών μεταβιβάσεων αντιστοιχεί στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών όπως αυτό παρουσιαζόταν μέχρι πρόσφατα (δηλαδή για τα στοιχεία έως και τον Ιούνιο του 2005).