Από την έντυπη έκδοση
Των Πάνου Κακούρη και Νίκου Μπέλλου
Θέμα διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς αποτελεί η χρήση του ποσού των 19 δισ. ευρώ που περίσσεψε από το ποσό των 25 δισ. ευρώ, το οποίο είχε δεσμευτεί για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το YΠΟΙΚ εξετάζει διάφορα εναλλακτικά σενάρια και σε συνεργασία με τους θεσμούς θα αναζητήσει τον βέλτιστο τρόπο χρησιμοποίησης των συγκεκριμένων κεφαλαίων, μεταξύ των οποίων είναι η χρήση ενός ποσού, περίπου 4 δισ. ευρώ, για τις ανάγκες που θα προκύψουν από τη διαδικασία ρύθμισης των «κόκκινων» δανείων.
Σημειώνεται πως οι λιγότερες κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών, αφενός έχει τη θετική του πλευρά, που σημαίνει λιγότερες ανάγκες, λόγω και της αυξημένης συμμετοχής των ιδιωτών στις αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου, αφετέρου δημιουργεί «έλλειμμα» στο υπό σύσταση νέο Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων.
Ειδικότερα, από το ποσό των 25 δισ. που είχε δεσμευτεί από τη δανειακή σύμβαση των 85,5 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τελικά θα απαιτηθεί ποσό μόλις 5,7 δισ. ευρώ. Απομένει συνεπώς ένα ποσό της τάξης των 19 δισ., το οποίο η κυβέρνηση σχεδιάζει την αξιοποίησή του, εφόσον συμφωνήσουν οι θεσμοί.
Ασφαλείς πληροφορίες της «Ν» αναφέρουν πως από τα 19 δισ., θα προταθεί όπως ένα ποσό της τάξης των 4 δισ. ευρώ να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση του σχεδίου αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων. Παρότι δεν υπάρχουν για την ώρα αναλυτικές πληροφορίες, για το πώς θα χρησιμοποιηθεί το συγκεκριμένο πακέτο, το πιθανότερο θα είναι μια «μορφή ανακεφαλαιοποίησης» των τραπεζών, για να καλυφθεί μέρος των συνεπειών στις τράπεζες της ρύθμισης των «κόκκινων» δανείων.
Για το υπόλοιπο ποσό των 15 δισ., η κυβέρνηση συναρτά την τύχη του με το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων. Το συγκεκριμένο ταμείο θα ελάμβανε σε βάθος 30ετίας ως «προίκα» μετοχές τραπεζών αξίας 25 δισ., μετά το πέρας της ανακεφαλαιοποίησης, καθώς και περιουσιακά στοιχεία του Ελληνικού Δημοσίου ύψους 25 δισ.
Ωστόσο, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών πήγε πολύ καλύτερα από ό,τι ανέμεναν κυβέρνηση και θεσμοί, με αποτέλεσμα τα κεφάλαια που απαιτήθηκαν να είναι πολύ λιγότερα των 25 δισ. Παράλληλα, η ανακεφαλαιοποίηση είχε ως αποτέλεσμα να υποχωρήσει η συμμετοχή του Δημοσίου στις τράπεζες και να μην είναι εφικτή η εισφορά στο ταμείο των 25 δισ. από τον τραπεζικό τομέα.
Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση θα προτείνει στους θεσμούς:
1. Η περιουσία του ταμείου από τα 50 δισ. να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα που προέκυψαν από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Δηλαδή, το κεφάλαιό του να είναι μικρότερο των 50 δισ.
2. Εφόσον οι θεσμοί επιμείνουν στον αρχικό στόχο (των 50 δισ. ευρώ) να χρησιμοποιηθεί το ποσό των 15 δισ. ευρώ που θα απομείνει από το δάνειο των 25 δισ. ευρώ, μετά την αφαίρεση των 6 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση και των 4 δισ. ευρώ για τα «κόκκινα» δάνεια.
Μέχρι τις 11 Δεκεμβρίου
Στο μεταξύ το δεύτερο πακέτο των προαπαιτούμενων πρέπει να ψηφιστεί από τη Βουλή μέχρι τις 11 Δεκεμβρίου, ώστε η Ελλάδα να πάρει την υποδόση του 1 δισ. ευρώ πριν από το τέλος του έτους. Τον Ιανουάριο ξεκινάει η πρώτη αξιολόγηση με στόχο να ολοκληρωθεί εντός του Φεβρουαρίου και να ξεκινήσει η συζήτηση για την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους.
Τις παραπάνω επισημάνσεις έκανε με αφορμή το Εurogroup της προσεχούς Δευτέρας ανώτερος αξιωματούχος της Ευρωζώνης.
Νέα διαδικασία
Ο αξιωματούχος υποστήριξε ότι το ποσό του δανείου δεν θα μεταβληθεί γιατί μια μείωσή του θα απαιτούσε νέα διαδικασία υιοθέτησης από εθνικά κοινοβούλια της Ευρωζώνης. Αυτό σημαίνει ότι το ποσό των 15 δισ. ευρώ θα μπορούσε να παραμείνει ως «μαξιλάρι» για το πρόγραμμα ή ακόμη για τη χρηματοδότηση ενός προληπτικού προγράμματος μετά τη λήψη του σημερινού. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια θετική εξέλιξη για τη χώρα μας.
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο, στη συνεδρίαση της Δευτέρας θα γίνει μια αξιολόγηση της πορείας του χρονοδιαγράμματος, ωστόσο δεν πρόκειται να ληφθεί καμία απόφαση για την Ελλάδα. Κι αυτό γιατί, όπως είπε, μετά την έγκριση του δεύτερου καταλόγου με τα προαπαιτούμενα η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει τώρα να περάσει από τη Βουλή τον κατάλογο μέχρι τις 11 Δεκεμβρίου, ώστε να υπάρξει χρόνος για την εκταμίευση του 1 δισ. ευρώ.
Ο αξιωματούχος της Ευρωζώνης διευκρίνισε ότι εάν δεν καταστεί δυνατή η εκταμίευση τον Δεκέμβριο, τότε το ποσό ναι μεν δεν χάνεται, ωστόσο μεταφέρεται στο συνολικό δάνειο, που σημαίνει ότι θα πρέπει να δοθεί μια κάποια άλλη δόση αργότερα. Υπενθυμίζεται ότι η υποδόση του 1 δισ. ευρώ είναι μέρος της συνολικής δόσης των 26 δισ. ευρώ του περασμένου Αυγούστου.
Ελεγχος του πακέτου
Αναφερόμενος στο χρονοδιάγραμμα υπογράμμισε ότι ο Δεκέμβριος πλέον θα αναλωθεί στον έλεγχο της υλοποίησης του πρώτου (υπάρχουν ακόμη ανοικτά θέματα) και του δεύτερου πακέτου προαπαιτούμενων, καθώς και στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Στο πλαίσιο αυτό χαρακτήρισε εξαιρετικά θετική εξέλιξη το γεγονός ότι χάρη στη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στις τράπεζες δεν θα χρειαστούν ούτε καν τα 10 δισ. ευρώ στο σύνολό τους. Η πρώτη αξιολόγηση που με βάση τον αρχικό προγραμματισμό επρόκειτο να ξεκινήσει στα μέσα Δεκεμβρίου μετατίθεται πλέον για τις αρχές του επόμενου χρόνου και φυσικά φέρνει πίσω το όλο χρονοδιάγραμμα.
Αρχές Ιανουαρίου
Ειδικότερα, ο αξιωματούχος εκτιμά ότι η πρώτη αξιολόγηση θα ξεκινήσει αρχές Ιανουαρίου και θα ολοκληρωθεί εντός του Φεβρουαρίου, ενώ τα «δύσκολα», όπως τα χαρακτήρισε, θέματα που θα συζητηθούν στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας είναι η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, η φορολογία των αγροτών, τα δημοσιονομικά μέτρα του 2016 και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα μέχρι το 2018. Προέβλεψε ότι οι συζητήσεις θα είναι δύσκολες, ενώ για τον προϋπολογισμό του 2016 είπε ότι στόχος είναι να κλείσει μέσα στις επόμενες μέρες, ώστε να υιοθετηθεί έγκαιρα από τη Βουλή.
Δύο πυλώνες
Σχολιάζοντας τις δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου στο Reuters, ότι θα μπορούσε να αποδεχθεί την ιδέα η ελάφρυνση του χρέους να συνοδεύεται μακροπρόθεσμα από συγκεκριμένους όρους και την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Τζέρι Ράις έδειξε πως το ΔΝΤ συμφωνεί με αυτή την προσέγγιση.
«Θέλουμε και τις μεταρρυθμίσεις και την ελάφρυνση του χρέους, αυτή είναι η θέση μας. Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κ. Λαγκάρντ έχει μιλήσει επανειλημμένα για δύο πυλώνες. Αυτοί είναι οι δύο πυλώνες» ανέφερε ο αξιωματούχος του ΔΝΤ. Τέλος, ερωτηθείς για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τις τιμές στις οποίες έγιναν οι αυξήσεις κεφαλαίου ξεκαθάρισε πως το ΔΝΤ δεν μετείχε στη διαδικασία.