Με αφορμή δημοσιεύματα σχετικά με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Αγροτικής Τράπεζας από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών ανακοινώθηκαν τα ακόλουθα:
«Οι πολιτικοί αυτουργοί του εγκλήματος του Χρηματιστηρίου της περιόδου 1999-2000 αποφάσισαν να ασχοληθούν ξανά με το Χρηματιστήριο. Αποτελεί πολιτικό θράσος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να σκανδαλολογεί και να δημιουργεί προβλήματα στην Αγροτική Τράπεζα, σήμερα που αυτή βρίσκεται στο δρόμο της εξυγίανσης. Και αυτό, όταν είναι γνωστό ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ευθύνονται για την κακοδιαχείριση και τα συσσωρευμένα προβλήματα που οδήγησαν την Τράπεζα στην θλιβερή θέση να έχει αρνητικά κεφάλαια και να κινδυνεύει να κλείσει.
Καλά θα κάνουν, λοιπόν, αυτοί που σήμερα σκανδαλολογούν να αναλάβουν τις ευθύνες τους για τα χρήματα του ελληνικού λαού που χάθηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια από λάθη και παραλείψεις τους.
Η Κυβέρνηση προχώρησε με αποφασιστικά βήματα και με πλήρη διαφάνεια στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Αγροτικής Τράπεζας και συνεχίζει την εφαρμογή του εκτεταμένου προγράμματος αναδιάρθρωσής της. Το πρόγραμμα αυτό έχει αποτελέσματα και αυτό αναγνωρίζεται από όλους».
Προς αποκατάσταση της αλήθειας, συνεχίζει η ανακοίνωση του υπουργείου, και «προκειμένου να σταματήσει το όργιο παραπληροφόρησης για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΤΕ», σημειώνονται τα ακόλουθα:
«Tο Ελληνικό Δημόσιο δεν έχει μεταβιβάσει ούτε μία μετοχή της Αγροτικής Τράπεζας κυριότητάς του στο χρηματοοικονομικό οίκο UBS. Το Ελληνικό Δημόσιο, όπως είχε δηλώσει στην από 27.5.2005 Γ.Σ. των μετόχων της Τράπεζας, διερευνά την αγορά ώστε να διαθέσει στις κατάλληλες συνθήκες μέσω δευτερογενούς προσφοράς ποσοστό έως 10% των μετοχών που κατέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της Αγροτικής Τράπεζας. Στόχος του Ελληνικού Δημοσίου με την κίνηση αυτή είναι να αυξήσει τη διασπορά και να ενισχύσει τη ρευστότητα των μετοχών της Τράπεζας. Για την πραγματοποίηση της διάθεσης μετοχών της Τράπεζας από το Ελληνικό Δημόσιο απαιτείται απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων, η οποία δεν έχει ληφθεί.
Για την αύξηση κεφαλαίου:
Η άμεση ενίσχυση των κεφαλαίων της ΑΤΕ κατέστη επιβεβλημένη από:
(α) την ανάγκη σύνταξης των οικονομικών καταστάσεων της Τράπεζας α' τριμήνου 2005, σε απλή και ενοποιημένη βάση, σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, και
(β) την επιτακτική υποχρέωση της Τράπεζας να πειθαρχήσει στους περί επάρκειας των κεφαλαίων κανόνες της Τράπεζας της Ελλάδος.
Επισημαίνεται ότι, στο πλαίσιο της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας, είχε δοθεί η δυνατότητα στους παλαιούς μετόχους να προεγγράφονται για επιπλέον αριθμό μετοχών, ενώ εάν, παρά τα παραπάνω, προέκυπταν αδιάθετες μετοχές, είχε δοθεί η δυνατότητα στους εργαζομένους μη μετόχους της Τράπεζας να αποκτήσουν μετοχές με ειδική αίτηση. Εφόσον κατόπιν των ανωτέρω υπήρχαν ακόμα αδιάθετες μετοχές, τότε η UBS είχε την υποχρέωση να τις αναλάβει στην ίδια τιμή διάθεσης (€2,00 ανά μετοχή), σύμφωνα με τη σχετική σύμβαση αναδοχής που σύναψε με την Τράπεζα, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος μη κάλυψης της αύξησης.
Σ΄ αυτό το πλαίσιο, η UBS ανέλαβε 18.387.422 νέες μετοχές ΑΤΕ, σύμφωνα με την σύμβαση αναδοχής που είχε υπογράψει με την τράπεζα, δηλαδή ποσοστό 2,94%, οι οποίες έμειναν αδιάθετες από την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, καταβάλλοντας το ποσό των 36.774.844 €. Σύμφωνα δε με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς η ανάδοχος τράπεζα ενήργησε μέσα στο πλαίσιο του κανονιστικού πλαισίου που διέπει τη διάθεση μετοχών στο επενδυτικό κοινό και ως εκ τούτου δεν τίθεται θέμα παράβασης του κανονισμού αναδοχών.
Εξάλλου, όλα τα παραπάνω περιγράφονται αναλυτικά στο Ενημερωτικό Δελτίο που κατήρτισε η Τράπεζα ενόψει της αύξησης του μετοχικού της κεφαλαίου, καθώς και στο σχετικό Ημερήσιο Δελτίο Τιμών του Χρηματιστηρίου Αθηνών, όπως απαιτείται από τις αρμόδιες αρχές της Κεφαλαιαγοράς.
Μετά την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και την αναδιάρθρωση της τράπεζας, η κεφαλαιοποίησή της έχει πολλαπλασιαστεί, ενώ είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της τράπεζας που μεγάλα διεθνή χαρτοφυλάκια ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν στο μετοχικό της κεφάλαιο. Αυτοί οι οποίοι απαξίωσαν την τράπεζα και την παρέδωσαν με αρνητικά κεφάλαια θα έπρεπε να ντρέπονται σήμερα να κατηγορούν την Κυβέρνηση για την επιτυχία της αύξησης κεφαλαίου και του προγράμματος αναδιάρθρωσης της τράπεζας, μια επιτυχία που αναγνωρίζεται από όλους τους διεθνείς επενδυτές».