Από την έντυπη έκδοση
Οι τελικές διαδικασίες της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών βρίσκονται σε εξέλιξη, ενώ σήμερα η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εγκρίνει τα ενημερωτικά των αυξήσεων κεφαλαίου. Η Εθνική Τράπεζα ξεκινά στις 30 Νοεμβρίου τη δημόσια προσφορά μετοχών σε Ελληνες επενδυτές, με στόχο την άντληση έως και 300 εκατ. ευρώ.
Alpha Bank και Eurobank ανακοίνωσαν χθες την κατανομή των μετοχών, με τη δεύτερη να προχωρά, στο πλαίσιο του LME, σε μετατροπή μόνο του 50% των senior bonds, προκειμένου να διευκολύνει την πρόσβαση στην αγορά χρήματος βραχυπρόθεσμα. Τη μετατροπή των ομολόγων πραγματοποιεί η Τράπεζα Πειραιώς. Με την εκταμίευση των 10 δισ. ευρώ θα προχωρήσει η σύναψη συμβάσεων, κατ’ αρχάς της Πειραιώς και μετά τη δημόσια προσφορά, της Εθνικής για τη λήψη της κρατικής βοήθειας.
Η δημόσια προσφορά της Εθνικής θα διαρκέσει έως τις 2 Δεκεμβρίου και θα επιτρέψει σε Ελληνες μικροεπενδυτές να συμμετάσχουν, κάτι που επιθυμούσε η διοίκηση της τράπεζας, η οποία έχει συγκεντρώσει 1,16 δισ. ευρώ από το book building και την ανταλλαγή ομολόγων. Η τιμή διάθεσης θα είναι 0,30 ευρώ ανά μετοχή, αφού θα έχει προηγηθεί reverse split της μετοχής. Μετά την ολοκλήρωση της εγχώριας προσφοράς, η τράπεζα θα έχει καλύψει το κεφαλαιακό έλλειμμα στο βασικό σενάριο.
Επιπλέον, έχει ανακοινώσει ότι 308 εκατ. ευρώ θα προέλθουν από την υποχρεωτική μετατροπή senior και junior τίτλων σε κοινές μετοχές, αφήνοντας ένα έλλειμμα 2,7 δισ. ευρώ, βάσει του δυσμενούς σεναρίου, το οποίο θα καλυφθεί μέσω της κρατικής βοήθειας. Η Εθνική, εφόσον ολοκληρώσει εντός της επόμενης χρονιάς την πώληση του συνόλου των μετοχών της Finansbank, θα αποπληρώσει πρόωρα τα coco’s που θα εκδοθούν για την κάλυψη των αναγκών του δυσμενούς σεναρίου.
Την κατανομή των 1.281.500. 000 νέων, μετά τη συνένωση αυτών συνεπεία reverse split, μετοχών, κατά 61% σε ειδικούς και άλλους επιλέξιμους επενδυτές που συμμετείχαν στο book building και κατά 39% σε κατόχους τίτλων οι οποίοι συμμετείχαν στην πρόσκληση της τράπεζας για την προαιρετική ανταλλαγή των υφισταμένων τίτλων τους, ανακοίνωσε η Alpha Bank. H 24 Νοεμβρίου θα είναι η αρχική ημερομηνία διακανονισμού μετοχών για τις προτάσεις ανταλλαγής, η οποία γίνεται με τιμή διάθεσης το 0,04 ευρώ, ή 2 ευρώ ανά νέα μετοχή μετά το reverse split σε αναλογία 50 προς 1, την ίδια δηλαδή με το book building.
Η Eurobank
H Εurobank κατένειμε τις νέες μετοχές που εκδίδονται δυνάμει της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου κατά 80% σε επενδυτές που συμμετείχαν στην προσφορά προς θεσμικούς επενδυτές, και κατά περίπου 20% σε επενδυτές των οποίων οι τίτλοι έγιναν αποδεκτοί τελικώς προς εξαγορά, σύμφωνα με τους όρους της άσκησης διαχείρισης παθητικού (liability management exercise). Η διοίκηση απορρόφησε το σύνολο των προσφορών από το book building, έλαβε 424,4 εκατ. ευρώ από τα 720 εκατ. ευρώ του LME, «διασώζοντας» το 50% των senior ομολόγων, ενώ κατά 100% μετατράπηκαν τα υβριδικά και τα tier I ομόλογα.
Mε τον τρόπο αυτό η διοίκηση επιτυγχάνει διπλό στόχο: τη σημαντική μείωση της προσφοράς κατά την έναρξη της διαπραγμάτευσης των νέων μετοχών, καθώς και την ομαλότερη πρόσβαση της τράπεζας στις αγορές για νέες εκδόσεις. Στις 23 Νοεμβρίου και για πέντε εργάσιμες ημέρες θα «τρέχει» η περίοδος άσκησης για τους κατόχους ομολόγων που συμμετείχαν στην άσκηση διαχείρισης παθητικού της Τράπεζας Πειραιώς.
Η τράπεζα εξέδωσε μη μεταβιβάσιμες αποδείξεις συνολικής ονομαστικής αξίας 592,69 εκατ. ευρώ σε εκείνους τους κατόχους των οποίων οι υφιστάμενοι τίτλοι έγιναν δεκτοί για ανταλλαγή και σε εκείνους τους κατόχους των οποίων οι υφιστάμενοι τίτλοι υπόκειντο σε υποχρεωτική ανταλλαγή.
Οι μη μεταβιβάσιμες αποδείξεις αντιπροσωπεύουν τα δικαιώματα των κατόχων να επιλέξουν, όπου αυτό επιτρέπεται, μεταξύ τριών επιλογών κατά τη διάρκεια της περιόδου άσκησης: αντάλλαγμα σε μετρητά, αντάλλαγμα σε μετοχές και μόνο για μη επιτρεπόμενους μετόχους, ποσό επαναπώλησης σε μετρητά.
Αβάσιμη η κριτική, λένε κυβερνητικοί κύκλοι
Απαντήσεις σε κόμματα, βουλευτές και δημοσιεύματα, που ασκούν δριμεία κριτική στη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης, τις τιμές στις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι αυξήσεις κεφαλαίου και τον περιορισμό της συμμετοχής του Δημοσίου, δίνουν κυβερνητικοί κύκλοι.
Οπως αναφέρουν, η έγκαιρη ολοκλήρωση της διαδικασίας εντός του 2015 απέτρεψε οριστικά τον κίνδυνο για «κούρεμα» των καταθέσεων που θα οδηγούσε σε κατάρρευση της οικονομίας, καθώς από τις αρχές του 2016 τίθεται σε ισχύ κοινοτική οδηγία που αφήνει ακάλυπτες τις καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ. Προς τον σκοπό αυτό επελέγη η ταχεία διαδικασία του βιβλίου προσφορών (book building), καθώς η κλασική διαδικασία της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου δεν θα ολοκληρωνόταν πριν από το τέλος του έτους.
Το δεύτερο επιχείρημα των ίδιων κύκλων είναι ότι διασώθηκαν όλες οι μεγάλες τράπεζες, καθώς σε περίπτωση μη κάλυψης των βασικών κεφαλαιακών αναγκών από ιδιώτες, θα ακολουθούσε διαδικασία εξυγίανσης (resolution), που θα απομάκρυνε τους επενδυτές και θα αύξανε σημαντικά το κόστος της ανακεφαλαιοποίησης για το ελληνικό Δημόσιο και συνεπώς το δημόσιο χρέος.
Το κόστος της ανακεφαλαιοποίησης μειώθηκε σημαντικά σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις, αναφέρουν οι κυβερνητικές πηγές, καθώς υπολογίζεται ότι το ποσό που θα αντληθεί από τον ESM για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών δεν θα ξεπεράσει τα 6 δισ. ευρώ, έναντι αρχικής εκτίμησης 25 δισ. ευρώ.
Η μετοχική συμμετοχή του ΤΧΣ μπορεί μεν να είναι μικρότερη, αλλά θα είναι ουσιαστική, αφού οι νέες μετοχές θα έχουν πλήρη δικαιώματα ψήφου, ενώ η νέα ανακεφαλαιοποίηση έχει σχεδιαστεί με τρόπο που διασφαλίζει τα συμφέροντα του Δημοσίου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε ολική ανάκτηση του ποσού που διατέθηκε στην παρούσα φάση. Το 75% της συμμετοχής του θα έχει τη μορφή coco’s, οι οποίες έχουν υψηλό επιτόκιο (8%), άρα οι τράπεζες θα έχουν ισχυρό κίνητρο να τις εξοφλήσουν, οπότε το Δημόσιο θα πάρει πίσω τα χρήματά του.
Αν πάλι μια τράπεζα χρειαστεί τις ειδικές ομολογίες για να βελτιώσει την κεφαλαιακή της επάρκεια, τότε τα coco’s θα μετατραπούν σε κοινές μετοχές με πλήρη δικαιώματα.
Η εκμηδένιση, ουσιαστικά, της τιμής των μετοχών των τραπεζών οφείλεται σε μια πορεία απαξίωσης του τραπεζικού συστήματος και ευρύτερα της ελληνικής οικονομίας τα χρόνια της κρίσης και στη μη αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αναφέρει η κυβέρνηση, που «βλέπει» στην προσέλκυση νέων ιδιωτικών κεφαλαίων, που ξεπερνούν τα 5 δισ. ευρώ, ότι επανέρχεται η εμπιστοσύνη στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και του εγχώριου τραπεζικού συστήματος.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων, δημιουργεί όλες τις προϋποθέσεις προκειμένου η νέα ανακεφαλαιοποίηση να είναι και η τελευταία, καταλήγουν οι ίδιοι κύκλοι.