Να μην είναι το ποσοστό των αυξήσεων ανταποδοτικών και άλλων τελών (δημοτικά τέλη, τέλη κατάληψης πεζοδρομίων κ.λπ) ιδιαίτερα υψηλό ή πολλαπλάσιο του πληθωρισμού, ζητά ο υπουργός Ανάπτυξης από τον πρόεδρο της ΚΕΔΚΕ.
Ο κ. Σιούφας με επιστολή του προς τον πρόεδρο της ΚΕΔΚΕ Πάρι Κουκουλόπουλο επισημαίνει ότι οι υψηλές αυξήσεις των δημοτικών τελών -την αύξηση των οποίων αποφασίζουν οι δήμοι της χώρας συνήθως κατά τις αρχές κάθε χρόνου- μετακυλίονται στον καταναλωτή μέσω της αύξησης των τιμών και των αγαθών και υπηρεσιών στις οποίες προβαίνουν οι επαγγελματίες.
Υπογραμμίζει ακόμα ότι οι πολύ μεγάλες αυξήσεις πλήττουν κυρίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, την ανταγωνιστικότητά τους, την ανάπτυξη και την εικόνα της χώρας μας ως τουριστικού προορισμού, προκαλούν έκρηξη «ακρίβειας», δυσφορία στους πολίτες και μείωση της αγοραστικής δύναμης του Έλληνα καταναλωτή. Επισημαίνει εξάλλου ότι η είσπραξη των δημοτικών τελών, που γίνεται μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ, δημιουργεί πολλές φορές δυσμενείς εντυπώσεις για τη μεγάλη αυτή δημόσια επιχείρηση, εξαιτίας αποφάσεων που δεν είναι δικές της.
Τέλος, εκφράζει σκέψεις για τον εξορθολογισμό των οικονομικών των δήμων, όπως πιλοτική καταγραφή των επιπτώσεων σε κάθε τοπική κοινωνία από τις αυξήσεις των δημοτικών τελών, κατάρτιση από την ΚΕΔΚΕ σχεδίου συμβουλευτικών υπηρεσιών προς τους Δήμους που επιβάλλουν μεγαλύτερες αυξήσεις, ανάπτυξη πρότασης από την ΚΕΔΚΕ για το εκτιμώμενο μέσο ποσοστό αύξησης των τελών τα επόμενα τέσσερα έτη και ανάπτυξη δράσεων από τους Δήμους για την προσέλκυση περισσότερων επισκεπτών.
Ολόκληρη η επιστολή Σιούφα
«Με την επιστολή μου αυτή επανέρχομαι στο θέμα των ανταποδοτικών και άλλων τελών (δημοτικά τέλη, τέλη κατάληψης πεζοδρομίου κλπ.) την αύξηση των οποίων οι Δήμοι αποφασίζουν συνήθως κατά τις αρχές κάθε νέου χρόνου. Όπως σας ανέφερα και στην επιστολή μου της 5ης Φεβρουαρίου 2005, η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου έχει ζητήσει παρέμβαση του Υπουργείου αναφορικά με τις αυξήσεις αυτές. Για το ίδιο, άλλωστε, θέμα είχα αναφερθεί και σε παλαιότερη συνάντησή μου με το Δ.Σ. της ΚΕΔΚΕ, στα γραφεία της, καθώς και στον χαιρετισμό μου στο προηγούμενο συνέδριο της ΚΕΔΚΕ, με θέμα «Απασχόληση και επιχειρηματικότητα, Πολιτικές για τη συμμετοχή της Τοπικής Κοινωνίας και συνεργασία των επιπέδων διοίκησης».
Θα ήθελα να επαναλάβω, για μια ακόμη φορά, την έντονη αντίθεσή μας σε περιπτώσεις που το ποσοστό των αυξήσεων των ανταποδοτικών τελών είναι ιδιαίτερα υψηλό και αρκετές φορές πολλαπλάσιο του πληθωρισμού. Και οι λόγοι της αντίθεσής μας αυτής είναι πολλοί. Πρώτα απ' όλα, είναι προφανές ότι οι αυξήσεις αυτές μετακυλίονται στον καταναλωτή, μέσω των αυξήσεων των τιμών αγαθών και υπηρεσιών, στις οποίες προβαίνουν, εξ' αυτού του λόγου, οι επαγγελματίες. Βέβαιο, επίσης, είναι ότι οι πολύ μεγάλες αυξήσεις τελών πλήττουν, κατά κύριο λόγο, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αφού αυξάνουν δυσανάλογα το κόστος της λειτουργίας τους, σε σχέση με το ρυθμό αύξησης της κατανάλωσης. Πλήττουν την ανταγωνιστικότητά τους και επηρεάζουν δυσμενώς την ανάπτυξη (ιδίως μάλιστα την τουριστική), αφού οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν την ατμομηχανή ανάπτυξης, σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Οι μεγάλες αυξήσεις των δημοτικών τελών σε ορισμένες περιπτώσεις προκαλούν έκρηξη «ακρίβειας», δικαιολογημένη δυσφορία στους πολίτες, αλλά και πλήγμα για την εικόνα της Χώρας μας, ως τουριστικού προορισμού. Συνιστούν αιτία μείωσης της ανταγωνιστικότητας της Χώρας μας, αλλά προκαλούν και μείωση της αγοραστικής δύναμης του Έλληνα καταναλωτή.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών έχουμε καλέσει επανειλημμένα την ΚΕΔΚΕ να συστήσει στους Δήμους της Χώρας φιλικότερη στάση απέναντι στις επιχειρήσεις, που δραστηριοποιούνται στα όριά τους, και να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση στον καθορισμό των δημοτικών τελών. Όπως είχα τονίσει και στο Συνέδριο της ΚΕΔΚΕ, οι Δήμοι ωφελούνται από την ενίσχυση και όχι την αποδυνάμωση της επιχειρηματικότητας. Ωφελούνται από την παρουσία επιχειρήσεων στα όριά τους, αφού δημιουργούνται θέσεις εργασίας για τους δημότες τους, κινείται η αγορά και ενισχύεται η ανάπτυξη.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης θεωρεί ότι η Αυτοδιοίκηση (Τοπική και Νομαρχιακή) μπορεί και οφείλει να λειτουργεί ως βασικός πυλώνας για την ανάπτυξη και την ευημερία των τοπικών κοινωνιών, αναπτύσσοντας κατάλληλες δράσεις και αποφεύγοντας αποφάσεις που πλήττουν τις βάσεις της τοπικής οικονομίας.
Στην προηγούμενη επιστολή μου ανέφερα μερικές σκέψεις, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η υλοποίησή τους μπορεί να συμβάλει στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και τον ταυτόχρονο εξορθολογισμό των οικονομικών των Δήμων. Τις συνοψίζω:
· Πιλοτική καταγραφή, σε σταθμισμένο δείγμα για αστικές, ημιαστικές και αγροτικές περιοχές, προκειμένου να μελετηθούν οι επιπτώσεις σε κάθε τοπική οικονομία από τις αυξήσεις δημοτικών τελών που γίνονται πολύ πάνω από τον πληθωρισμό. Τα συμπεράσματα που θα προκύψουν θα είναι μια καλή βάση για ένα γόνιμο διάλογο μεταξύ της διοίκησης της ΚΕΔΚΕ, της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
· Κατάρτιση από την ΚΕΔΚΕ (που έχει συσσωρευμένη γνώση στη διοίκηση των Δήμων) σχεδίου συμβουλευτικών υπηρεσιών στους Δήμους που επιβάλλουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις, με στόχο την υιοθέτηση τρόπων και μέτρων, που δεν δημιουργούν τόσο μεγάλα προβλήματα στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και τους καταναλωτές.
· Ανάπτυξη πρότασης από την ΚΕΔΚΕ, για το εκτιμώμενο μέσο ποσοστό αύξησης των τελών τα επόμενα τέσσερα (4) έτη.
· Ανάπτυξη δράσεων από τους Δήμους (με πρωτοβουλία των δημοτικών συμβουλίων τους) για την προσέλκυση περισσότερων επισκεπτών. Η πρωτοβουλία αυτή μπορεί να περιλαμβάνει και συστάσεις προς επαγγελματίες να μην υπερβαίνουν ένα ενδεικτικό ανώτατο τιμολόγιο σε βασικά είδη και υπηρεσίες (καφές, κλπ) αλλά και να υιοθετούν, εφόσον είναι δυνατόν, ακόμη χαμηλότερες τιμές. Στο πλαίσιο αυτό μπορεί να εξεταστεί και η δυνατότητα καθιέρωσης από τους Δήμους ειδικών βραβείων για τους επαγγελματίες που ακολουθούν το ενδεικτικό τιμολόγιο. Ένα τέτοιο βραβείο θα μπορούσε να είναι (για παράδειγμα) η έκπτωση ποσοστού των δημοτικών τελών κατ' αναλογίαν του επιπέδου τιμών που ακολούθησαν.
Όπως γίνεται κατανοητό, μια παρόμοια δέσμη μέτρων αποβλέπει τόσο σε μακροπρόθεσμα, όσο και σε βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα. Ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός είναι απολύτως απαραίτητος για την αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών. Δεν πρέπει, όμως, η μελέτη και η λήψη μακροπρόθεσμων μέτρων να καθυστερεί την άμεση αντιμετώπιση δυσανάλογων αυξήσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, επιτρέψτε μου κ. Πρόεδρε, να επισημάνω μια ακόμη πτυχή του θέματος: Δεδομένου ότι η είσπραξη των δημοτικών τελών γίνεται μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ, πολλές φορές δημιουργούνται δυσμενείς εντυπώσεις για τη ΔΕΗ, εξαιτίας αποφάσεων που δεν είναι δικές της. Και αυτό συμβαίνει κυρίως στην περίπτωση που οι Δήμοι έχουν μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ εισπράξεις τελών δυσανάλογου ύψους σε σχέση με το τίμημα του ηλεκτρικού ρεύματος. Σ' αυτές τις περιπτώσεις ένα πολύ μεγάλο μέρος του ποσού που εισπράττεται από τη ΔΕΗ (σε κάποιες περιπτώσεις το μεγαλύτερο μέρος) δεν αφορά την κατανάλωση ενέργειας, αλλά τα ανταποδοτικά τέλη των δήμων που είναι άσχετα με τη δική της δραστηριότητα. Εάν τα τέλη αυτά αυξάνονται πέραν των λογικών ορίων, δημιουργείται σύγχυση στους πολίτες για τα αίτια της αύξησης.
Συνοπτικά, όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η πρακτική της επιβολής υπέρογκων αυξήσεων στα δημοτικά τέλη που εισπράττονται μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ, δημιουργεί, πέραν των άλλων, και δυσμενείς εντυπώσεις ενδεχομένως και παραπλάνηση, όσον αφορά στις τιμές και τους συμβατικούς όρους παροχής ηλεκτρικού ρεύματος. Επιπλέον θέτει τη ΔΕΗ σε δυσχερή θέση έναντι των ενδεχόμενων ανταγωνιστών της.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση, πυρήνας της δημοκρατικής οργάνωσης της κοινωνίας μας, αποκτά ολοένα και πιο αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη και την ευημερία των τοπικών κοινωνιών. Στόχος μας είναι στενότερη συνεργασία για την προώθηση του κοινού αυτού στόχου.
Γνωρίζοντας ότι η ΚΕΔΚΕ λειτούργησε και λειτουργεί πάντοτε θεσμικά και κατανοεί τη σοβαρότητα του θέματος και την αναγκαιότητα εξεύρεσης λύσης, αναμένουμε ότι θα ανταποκριθείτε στην πρόσκλησή μας για άμεση έναρξη σχετικού διαλόγου, ώστε να βρούμε μια λύση ικανή να συμβάλει στην ενίσχυση των σχέσεων ΔΕΗ και ΟΤΑ, στην αντιμετώπιση ορισμένων από τα αίτια που τροφοδοτούν την ακρίβεια, στην ομαλή λειτουργία της αγοράς, στην ενίσχυση της τοπικής ανάπτυξης».