Τις μηχανές του έθεσε πάλι σε λειτουργία το εργοστάσιο υάλου και σιδήρου της Siemens στη Γερμανία, το οποίο στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου παρήγαγε πυρομαχικά και έπειτα ηλεκτρογεννήτριες. Γεννήτριες παράγει και σήμερα το ιστορικό εργοστάσιο, μόνο που αυτά τα μοντέλα είναι από τα πλέον σύγχρονα που υπάρχουν στον κόσμο, καθώς μία μόνο ηλεκτρογεννήτρια είναι ικανή να τροφοδοτήσει τα νοικοκυριά μιας πόλης τριών εκατομμυρίων ανθρώπων.
«Δεν είναι μουσείο, είναι εργαστήριο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Μικαέλ Σβάρτσλοζε, διαχειριστής έργου του εργοστασίου. Η δήλωση αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να αναφέρεται και στην Ευρώπη, αναφέρουν χαρακτηριστικά οι The New York Times, παρότι οι Αμερικάνοι υποψιάζονται το ακριβώς αντίθετο.
Μπορεί οι ευρωπαϊκές εταιρείες να μην είναι τόσο ευέλικτες όσο οι αμερικανικές, αλλά προκειμένου να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας εν μέσω της ύφεσης, κατέφυγαν σε μια πρωτότυπη λύση: αποφάσισαν να εκσυγχρονίσουν τα παλιά εργοστάσια, παρά να αφήσουν τους εργαζομένους να απολύονται μαζικά.
«Μπορεί οι αμερικανικές εταιρείες να κατάφεραν να προσαρμόσουν γρηγορότερα το εργατικό τους δυναμικό προστατεύοντας τα περιθώρια κέρδους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι καμία άλλη εταιρεία στον κόσμο δεν υπηρετεί την καινοτομία», τονίζει ο Ζιλ Μοέκ, ανώτατος οικονομολόγος στην Deutsche Bank.
Οι Αμερικανοί δημιουργούν καινούργιες και μικρότερες εταιρείες που αποτελούν τις «ατμομηχανές» της καινοτομίας και της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Στην Ευρώπη, αντιθέτως, η αγορά εργασίας συχνά στηρίζεται σε μεγάλες επιχειρήσεις που ταυτόχρονα είναι και καινοτόμες.
«Μεγάλα εργοστάσια στην Ευρώπη, τα οποία θεωρούνται πολλές φορές ότι υστερούν σε υψηλή τεχνολογία, χρησιμοποιούν πράσινες βιώσιμες τεχνολογίες ως μοχλό ανάπτυξης», σχολιάζει ο Λουκ Σοέτ, καθηγητής διεθνών οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μάαστριχτ στην Ολλανδία.