Διευκρινίσεις για το χρόνο έκδοσης των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών από δικαστικούς επιμελητές δίνει το υπουργείο Οικονομικών, με αφορμή σχετικό υπόμνημα της ομοσπονδίας τους:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του τετάρτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του Κ.Β.Σ.(π.δ. 186/1992),όπως αυτές τέθηκαν και ισχύουν από 1-1-2011 με τις διατάξεις της παραγράφου 22 του άρθρου 19 του ν.3842/2010, σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών, η απόδειξη εκδίδεται στο χρόνο που ορίζεται από τις διατάξεις των παραγράφων 14 και 15 του άρθρου 12 με εξαίρεση την περίπτωση παροχής υπηρεσιών από τους ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα προς το Δημόσιο και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, όπου η απόδειξη εκδίδεται με κάθε επαγγελματική τους είσπραξη.
2. Με την εγκύκλιο ΠΟΛ 1091/2010, με την οποία παρασχέθηκαν οδηγίες για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, διευκρινίστηκε ότι με τις νέες διατάξεις, η απόδειξη παροχής υπηρεσιών των ελεύθερων επαγγελματιών, εκδίδεται, όπως και στις λοιπές περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών όλων των επιτηδευματιών, με την ολοκλήρωση της παροχής, πλην της περίπτωσης είσπραξης σχετικών αμοιβών από το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ. Όταν δε η παροχή υπηρεσίας διαρκεί, η απόδειξη παροχής υπηρεσίας εκδίδεται κατά το χρόνο, που καθίσταται απαιτητό μέρος της αμοιβής, για το μέρος αυτό και την υπηρεσία που παρασχέθηκε. Πάντως η απόδειξη παροχής υπηρεσίας δεν μπορεί να εκδοθεί πέραν της διαχειριστικής περιόδου που παρασχέθηκε η υπηρεσία, χωρίς να αποκλείεται και η προγενέστερη έκδοσή της, εντός της ίδιας διαχειριστικής περιόδου, για υπηρεσία βέβαιη και εκκαθαρισμένη. Με τις νέες διατάξεις, αποσυσχετίζεται πλέον ο χρόνος έκδοσης των Α.Π.Υ των ελεύθερων επαγγελματιών, των κατονομαζόμενων στην παράγραφο 1 του άρθρου 48 του ν.2238/1994 από την είσπραξη των αμοιβών τους και κατά συνέπεια υποχρεούνται και αυτοί, όπως και οι λοιποί επιτηδευματίες, που παρέχουν υπηρεσίες, να εκδίδουν τις σχετικές Α.Π.Υ. στο χρόνο που ορίζεται ανωτέρω, ανεξάρτητα εάν εισπράττουν ή όχι τη συμφωνηθείσα αμοιβή.
3. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 (παρ. 2 και 17) του Κ.Β.Σ., για παροχές υπηρεσιών που επαναλαμβάνονται κάθε ημέρα ή και κατά αραιότερα χρονικά διαστήματα μέσα στον ίδιο μήνα, προς τον ίδιο επιτηδευματία μπορεί, αντί της έκδοσης τιμολογίου για κάθε παροχή υπηρεσιών, να τηρείται κατάσταση κατά πελάτη, στην οποία καταχωρείται η ημερομηνία παροχής της υπηρεσίας, το είδος των υπηρεσιών, καθώς και το ποσό της αμοιβής που συμφωνήθηκε. Με βάση τα δεδομένα της κατάστασης αυτής, εκδίδεται το τιμολόγιο την τελευταία ημέρα του μήνα εκείνου που αφορά και κατά παρέκκλιση μέχρι την 15η ημέρα του επομένου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του προηγούμενου μήνα, στο οποίο δεν απαιτείται αναλυτική περιγραφή, εφόσον η πιο πάνω κατάσταση συντάσσεται σε δύο αντίτυπα, ένα των οποίων επισυνάπτεται στο τιμολόγιο. Η κατάσταση αυτή δεν απαιτείται, όταν το τιμολόγιο που εκδίδεται, περιέχει αναλυτικά όλα τα δεδομένα που απαιτούνται από τις κατ΄ ιδίαν διατάξεις.
Διευκρινίζεται ότι, λόγω της αλλαγής του χρόνου έκδοσης των Α.Π.Υ. των ελεύθερων επαγγελματιών, όπως προαναφέρθηκε, (παράγραφοι 2 και 3 της παρούσας), τα ανωτέρω καταλαμβάνουν από 1-1-2011 και τους κατονομαζόμενους στην παρ. 1 του άρθρου 48 του ν.2238/1994 ελεύθερους επαγγελματίες, δεδομένου ότι αυτοί εκδίδουν σε κάθε περίπτωση παροχής υπηρεσιών απόδειξη παροχής υπηρεσιών, είτε δηλαδή παρέχουν υπηρεσίες σε ιδιώτες είτε σε άλλους επιτηδευματίες και επομένως στη δεύτερη περίπτωση η Α.Π.Υ. επέχει θέση τιμολογίου(περ. 13.2.3 ερμην. εγκυκλίου 3/1992).
4. Ενόψει των προαναφερομένων, οι δικαστικοί επιμελητές, όπως και όλοι οι επιτηδευματίες που παρέχουν υπηρεσίες, για επαναλαμβανόμενες παροχές υπηρεσιών μέσα στον ίδιο μήνα προς τον ίδιο πελάτη-εντολέα,(δικηγόρους, τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες κ.λπ), μπορούν να εκδίδουν την Α.Π.Υ. μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα, με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του μήνα που αφορά (προηγούμενου).
Εξυπακούεται ότι η δυνατότητα αυτή καταλαμβάνει όλο το φάσμα της δραστηριότητας των δικαστικών επιμελητών, αφορά δηλαδή περιπτώσεις επιδόσεων, αναγκαστικών εκτελέσεων, επισπεύσεων, κατασχέσεων, κ. ά, καθώς και οποιαδήποτε διαδικασία αφορά τη διεκπεραίωση των εργασιών για τις περιπτώσεις αυτές.
5. Τα ανωτέρω επίσης μπορεί να τύχουν εφαρμογής και όταν αντισυμβαλλόμενοι-πελάτες των δικαστικών επιμελητών είναι ιδιώτες μη επιτηδευματίες, με την προϋπόθεση ότι η παροχή των υπηρεσιών προς αυτούς, είναι μία σειρά από διαδοχικές ενέργειες( από πλευράς των επιμελητών), οι οποίες αποτελούν ΄΄μέρος΄΄ ενός συνόλου πράξεων, αναγκαίων για την ολοκλήρωσή της (π.χ. στην περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης-κατάσχεσης απαιτούνται διάφορες ενέργειες όπως έλεγχος σε υποθηκοφυλακεία, σύνταξη έκθεσης κατάσχεσης, επίδοση κατάσχεσης, αμοιβές μαρτύρων, επίδοση περίληψης κ.λπ), διευκρινίζοντας ότι στην περίπτωση αυτή δεν απαγορεύεται η έκδοση της Α.Π.Υ. σε συντομότερο χρόνο, εφόσον η αμοιβή είναι απαιτητή κατά πράξη.
6. Επισημαίνεται τέλος, όπως προαναφέρθηκε, ότι, για συναλλαγές (παροχή υπηρεσίας), με το Δημόσιο και Ν.Π.Δ.Δ. εξακολουθεί να ισχύει και με την εφαρμογή των νέων διατάξεων από 1-1-2011,η υποχρέωση έκδοσης Α.Π.Υ. από τους δικαστικούς επιμελητές με κάθε επαγγελματική τους είσπραξη και όχι με την ολοκλήρωση της παροχής των υπηρεσιών.
Ακριβές Αντίγραφο Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΣ