Την κατάργηση του ΦΠΑ 23% στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια ζητεί σε δήλωσή του ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Ιωάννης Χατζηθεοδοσίου κάνοντας λόγο για «κατάπληξη» και «οργή» από την «υπαναχώρηση» της υπηρεσιακής κυβέρνησης από την άμεση έκδοση Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου με την οποία υποσχέθηκε να αναβάλει την εφαρμογή.
«Η κυβέρνηση το μόνο που έκανε ήταν να δώσει παράταση 8 ημερών στην εφαρμογή του μέτρου από τις επιχειρήσεις, χωρίς να γίνει καθαρό τι θα κάνει μετά» σχολιάζει σε δήλωσή του ο κ. Χατζηθεοδοσίου και προσθέτει ότι η αιτιολογία πως πρέπει πρώτα να βρεθούν ισοδύναμα και μετά να γίνει η αναβολή, για να μη θεωρηθεί μονομερής ενέργεια, «δημιουργεί φόβους ότι παραπέμπεται για μετά τις εκλογές».
Σημειώνει ότι το Επαγγελματικό Επιμελητήριο συνεχίζει την στήριξη των κλάδων στον αγώνα τους μέχρι τελικής δικαίωσης.
«Η εκπαίδευση ήταν πάντα βασική υποδομή και προϋπόθεση κάθε ανάπτυξης, σε κάθε εποχή. Ήταν η βασική επένδυση της κοινωνίας στο ανθρώπινο δυναμικό από το οποίο ανέμενε με την ωρίμανσή του την ανταπόδοσή του ως προϊόν οικονομικής ανάπτυξης» σημειώνει.
Χαρακτηρίζει κεραυνό εν αιθρία την επιβολή ΦΠΑ 23% στην ιδιωτική παιδεία καθώς και στα φροντιστήρια και στα κέντρα ξένων γλωσσών και εκτιμά ότι αποτελεί την πλέον λαθεμένη κίνηση της κυβέρνησης.
«Η ίδια η ΕΕ θεωρεί ότι η παιδεία και η γνώση δεν πρέπει να επιβαρύνονται με φόρους. Γι’ αυτό ο φόρος αυτός είναι και αθέμιτος και παράνομος» σημειώνει.
Εκτιμά πως η νέα φορολογία «θα πλήξει τους νέους που αγωνίζονται να αποκτήσουν ανταγωνιστικά εφόδια για να κάνουν και την οικονομία μας διεθνώς ανταγωνιστική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ξένες γλώσσες που είναι βασική προϋπόθεση ανάπτυξης για την ανοιχτή οικονομία της Ελλάδος σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Γι’ αυτό ο φόρος είναι οπισθοδρομικός».
«Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι γονείς των μαθητών που φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία καταβάλλουν φόρους, υποχρεωτικά, για την δημόσια παιδεία την οποία όμως δεν χρησιμοποιούν, απαλλάσσουν δε τον κρατικό προϋπολογισμό από τα έξοδα φοίτησης 80.000 μαθητών, τα οποία καταβάλλουν οι ίδιοι» υπογραμμίζει ο κ. Χατζηθεοδοσίου.
Θέτει δε σειρά ερωτημάτων όπως:
1. Οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί των μαθητών που θα εξακολουθήσουν να φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία θα επιβαρυνθούν ακόμη περισσότερο, στο ήδη δυσβάσταχτο οικονομικό περιβάλλον ;
2. Πόσοι εκπαιδευτικοί που απασχολούνται στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια θα μείνουν άνεργοι ;
3. Οι μαθητές, οι γονείς των οποίων μη δυνάμενοι να ανταποκριθούν οικονομικά, θα μετεγγραφούν αναγκαστικά σε δημόσια σχολεία. Πως θα αντιμετωπιστεί αυτή η εισροή ;
4. Αντί να ενισχυθεί ο κρατικός προϋπολογισμός θα μειώσει τα έσοδά του και τούτο διότι : (α) θα χάσει φορολογικά έσοδα που καταβάλλονται από τους επιχειρηματίες του κλάδου αλλά και από τους γονείς, (β) θα χάσουν τα ασφαλιστικά ταμεία από εισφορές, (γ) θα καταβληθούν επιδόματα ανεργίας στους ανέργους, πλέον, εκπαιδευτικούς και λοιπούς εργαζομένους του κλάδου.
5. Γνωρίζουν οι «εμπνευστές» του μέτρου ότι είναι κατοχυρωμένο ανθρώπινο δικαίωμα η επιλογή της εκπαίδευσης που καθένας θεωρεί κατάλληλη, από τον Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ;