Με τον προϋπολογισμό του 2006 εντείνονται οι εισοδηματικές, φορολογικές και κοινωνικές ανισότητες στη Ελλάδα, υπογράμμισε η ΓΣΕΕ σε σημερινή συνέντευξη Τύπου. Η Συνομοσπονδία επισήμανε ότι «ο Προϋπολογισμός του 2006, δεν διακρίνεται για την αναπτυξιακή και κοινωνική του διάσταση. Αντίθετα έχει χαρακτήρα και περιεχόμενο αντι-αναπτυξιακό, ανισοκατανεμητικό και αντικοινωνικό. Με βάση τα προβλεπόμενα, οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι δεν είναι μόνο φορολογικά υποζύγια, αλλά βρίσκονται επίσης στο επίκεντρο ενός φορολογικού και εισοδηματικού τυφώνα που συρρικνώνει το πενιχρό τους εισόδημα, με την, εκτός των άλλων, μεγάλη συμμετοχή τους στην έμμεση φορολογία (51,9% του συνόλου των εσόδων του Προϋπολογισμού 2006) και στην άμεση φορολογία (38,7% του συνόλου των εσόδων του Προϋπολογισμού 2006), καθώς και με την μη τιμαριθμοποίηση των φορολογικών συντελεστών και την μη αύξηση του αφορολόγητου ορίου το οποίο παραμένει και το 2006 στα 11.000 ευρώ».
Σημείωσε επίσης ότι οι αυξήσεις των μισθωτών και των συνταξιούχων θα υπολείπονται του προβλεπόμενου πληθωρισμού με αποτέλεσμα την περαιτέρω μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, αφού, σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, η αύξηση στις κατώτερες συντάξεις του ΙΚΑ θα είναι 50 λεπτά την ημέρα, ενώ στους χαμηλόμισθους δημοσίους υπαλλήλους ο μισθός θα αυξηθεί κατά 60 λεπτά ημερησίως.
Η ΓΣΕΕ θεωρεί ότι η προβλεπόμενη μείωση του ελλείμματος στο 2,6% το 2006 θα επιτευχθεί μόνο με την επιβολή πρόσθετων φορολογικών βαρών της τάξης των 3,6 δισ. ευρώ.
Επιπλέον, η ΓΣΕΕ έδωσε στη δημοσιότητα έρευνα της Μetron Analysis http://www.gsee.gr/news/photo/metronp.pdf , σύμφωνα με την οποία αρνητική γνώμη για τους κυβερνητικούς χειρισμούς για τους συμβασιούχους έχει το 50,6% των εργαζομένων, για την φορολογική πολιτική το 55,9%, για το ασφαλιστικό το 55,6%, για την ακρίβεια το 59,5%, για την αντιμετώπιση της ανεργίας το 63%, για το επίπεδο των αυξήσεων στις συντάξεις το 57,5% και για το επίπεδο των αυξήσεων στους μισθούς αρνητική γνώμη εκφράζει το 57,4%.
Το 83% διαφωνεί με τον κυβερνητικό χειρισμό για το επίδομα θέρμανσης, και το 52,6% εκφράζεται αρνητικά για τη ελαστικοποίηση της εργασίας.