Στο -10% παραμένει η διαφορά πραγματικού και δυνητικού ΑΕΠ της Ελλάδας, παρά τη μείωση της διαφοράς την τελευταία διετία και αυτό εξηγεί τη δυσκολία υποχώρησης του ποσοστού ανεργίας, καθώς και τις ισχυρές αποπληθωριστικές πιέσεις, επισημαίνει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, η ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από υψηλό αρνητικό παραγωγικό κενό, δηλαδή το πραγματικό ΑΕΠ κινείται σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο έναντι του δυνητικού ΑΕΠ, εξέλιξη που εμφανίζεται όταν η οικονομία λειτουργεί χωρίς πλήρη αξιοποίηση των παραγωγικών της δυνατοτήτων.
Μεταξύ των χωρών που έχουν υποστεί σχετικά μεγαλύτερη σε ένταση δημοσιονομική προσαρμογή, μόνο η Ιρλανδία εμφανίζει σχεδόν μηδενικό παραγωγικό κενό το 2014, που προσδοκάται να καταστεί θετικό το 2015, ενώ καμία από τις υπόλοιπες χώρες δεν έχει επανέλθει σε επίπεδο προ της κρίσης.
Η Ελλάδα είναι, ωστόσο, η χώρα που πριν από το 2010 είχε τη μεγαλύτερη θετική διαφορά ανάμεσα στο πραγματικό και δυνητικό ΑΕΠ, κάτι που συνιστά ένδειξη ότι η υψηλή κατανάλωση εκείνης της περιόδου δεν στηριζόταν στις πραγματικές παραγωγικές δυνατότητες της χώρας και σήμερα βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση.
Η αδυναμία ενίσχυσης της συνολικής ενεργού ζήτησης αποτελεί τον βασικό παράγοντα της στασιμότητας του ΑΕΠ, σε σταθερές τιμές το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους (+0,3% σε ετήσια βάση, -0,2% σε τριμηνιαία βάση) και αναδεικνύει τον ιδιαίτερα επιβαρυντικό ρόλο της αβεβαιότητας κατά την ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών.
Η εξασθένηση της πορείας ανάκαμψης αναμένεται να δυσχεράνει την επίτευξη των στόχων για τα φορολογικά έσοδα ενώ ακόμη και στην περίπτωση αναθεώρησης των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα, η λήψη πρόσθετων μέτρων μπορεί να είναι εν τέλει αναπόφευκτη, αναφέρουν οι οικονομολόγοι της Alpha Bank.