Η ελληνική αγορά κινητής τηλεφωνίας έχει εισέλθει πλέον σε φάση ωρίμανσης και από το 1999 και μετά παρατηρείται μείωση των ρυθμών ανάπτυξης των νέων συνδέσεων. Για την περίοδο 2003-2006 εκτιμάται ότι κατά μέσο όρο η αύξηση των νέων συνδέσεων θα κυμανθεί μεταξύ 3% και 5% ετησίως, έναντι μέσου ετήσιου ρυθμού μεγέθυνσης 57% στην περίοδο 1996-2001.
Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από κλαδική μελέτη του Ιδρύματος Βιομηχανικών και Οικονομικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Οπως επισημαίνεται στην μελέτη, αν και ο κορεσμός της αγοράς είναι πλέον φανερός, οι Ελληνες χρήστες κάνουν μικρότερη χρήση του κινητού από τον μέσο Ευρωπαίο, γεγονός που δημιουργεί προσδοκίες για την αύξηση των εσόδων.
Υπηρεσίες όπως τα μηνύματα MMS δημιουργούν νέες πηγές εσόδων και μάλιστα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Στο πλαίσιο αυτό μεγάλες είναι οι προσδοκίες από τα κινητά τρίτης γενιάς, αλλά και από τη διαφαινόμενη τάση, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, της αντικατάστασης της σταθερής τηλεφωνίας από την κινητή με τη συνδρομή νέων πρωτοποριακών υπηρεσιών (βίντεο, φωνή και φωτογραφία) που θα διαμορφώσουν μια νέα αγορά.
Στο πρώτο εξάμηνο του 2003 ο αριθμός των συνδρομητών (συμβόλαιο και καρτοκινητή) στην Ελλάδα έφτασε τα 10,4 εκατ., με τους συνδρομητές της καρτοκινητής να ανέρχονται σε 6,9 εκατ. (66,8% του συνόλου). Το αντίστοιχο ποσοστό το 1999 ήταν 52,7%.
Από 20% το 1998, ο βαθμός διείσδυσης της κινητής τηλεφωνίας εκτινάχτηκε στο 95% στο α' εξάμηνο του 2003.
Ο βαθμός συγκέντρωσης του κλάδου είναι υψηλός. Στο πρώτο εξάμηνο του 2003 η Cosmote συγκεντρώνει το 37% των συνδρομητών, η Vodafone το 35%, ενώ τα μερίδια της Telestet και της Q-telecom είναι 27% και 2% αντίστοιχα.
Κατά μέσο όρο η απασχόληση στον κλάδο αυξάνεται κατά 32,7% ετησίως και στα τέλη του 2001 οι απασχολούμενοι έφταναν τους 4.375 έναντι μόλις 800 το 1995.