ΣΕΒΕ: Σημαντική η ανάπτυξη των εξαγωγικών εταιρειών της Β. Ελλάδος

Τετάρτη, 11 Φεβρουαρίου 2004 12:13

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ανάπτυξη γνωρίζουν οι εξαγωγικές επιχειρήσεις της Βορείου Ελλάδος. Αυτό προκύπτει από τα τελευταία στοιχεία που συγκέντρωσε ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος, μέσα από ερωτηματολόγια στα οποία ανταποκρίθηκαν περισσότερες από 2.000 εξαγωγικές επιχειρήσεις, προκειμένου να καταχωρηθούν στον Κατάλογο Εξαγωγέων του 2004.

Ο ΣΕΒΕ, όπως επισημαίνει σε σχετική ανακοίνωση, επεξεργάζεται και εκδίδει κάθε δύο χρόνια τον Κατάλογο Εξαγωγέων ΣΕΒΕ, έναν πλήρη οδηγό των παραγωγικών, μεταποιητικών και εμπορικών επιχειρήσεων της Βορείου Ελλάδος με εξαγωγική δραστηριότητα. Όπως υπογραμμίζει ο ΣΕΒΕ, τα στοιχεία που παρατίθενται αποτελούν τη μοναδική πηγή πληροφοριών εξαγωγικού εμπορίου ανά περιφέρεια και καταδεικνύουν την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων της Βορείου Ελλάδος.

Το δείγμα στο οποίο βασίστηκε η έρευνα αποτελούν 2.048 εξαγωγικές επιχειρήσεις.

Ο μέσος όρος εργαζομένων των επιχειρήσεων της έρευνας είναι 45 άτομα, αριθμός ελάχιστα μειωμένος σε σχέση με το 2000 που ο αντίστοιχος μέσος όρος ήταν τα 46 άτομα. Σύμφωνα με το δείγμα της έρευνας, το 39,3% των επιχειρήσεων απασχολεί προσωπικό που δεν ξεπερνά τα 10 άτομα, το 42,4% από 10 έως 50 και το υπόλοιπο 18,3% πάνω από 50 άτομα. Συνεπώς, σε μεγάλο ποσοστό πρόκειται για μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Το σύνολο των απασχολουμένων στις εξαγωγικές επιχειρήσεις της Β. Ελλάδος πλησίασε τις 92.000.

Σε ό,τι αφορά τον εκσυγχρονισμό των εξαγωγικών επιχειρήσεων της Β. Ελλάδος, χρήσιμα συμπεράσματα μπορούν να αντληθούν με βάση τις επιχειρήσεις που διαθέτουν πιστοποιητικό ποιότητας (ISO, HACCP, CE), e-mail και web site. Από το σύνολο των επιχειρήσεων που έλαβαν μέρος στην έρευνα, το 99,5% διαθέτει fax, το 74,5% έχει e-mail, το 41% δικό του web site, ενώ το 24,3% έχει κατοχυρώσει την ποιότητα των προϊόντων του με κάποιο διεθνές πιστοποιητικό. Σε αντίστοιχη έρευνα του 2000 που είχε πραγματοποιηθεί σε δείγμα 1728 επιχειρήσεων, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 99,4% διέθετε fax, το 52% είχε e-mail, το 22,1% δική του ιστοσελίδα και το 15,5% κατείχε κάποιο διεθνές πιστοποιητικό ποιότητας.

Αναφορικά με το έτος ίδρυσης των εξαγωγικών επιχειρήσεων της Β. Ελλάδος, όπως είναι φανερό από τα στοιχεία που παρατίθενται, στην πλειοψηφία τους είναι σχετικά καινούργιες επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, το 61,8% ιδρύθηκε μετά το 1980, ενώ το 32,3% μετά το 1990. Ωστόσο, κύριο χαρακτηριστικό είναι η μείωση ίδρυσης νέων εξαγωγικών επιχειρήσεων που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, καθώς από το 32,3%, το 15,9% ιδρύθηκε την περίοδο 1990-1994, το 13,6% από το 1995 έως το 1999, ενώ την τετραετία 2000-2003 μόλις το 2,8%

Σχετικά με τη γεωγραφική κατανομή των εξαγωγικών επιχειρήσεων της Β. Ελλάδος, τη μεγαλύτερη αύξηση παρουσιάζουν, σε σχέση με το 2000, τα ποσοστά των νομών Ημαθίας, Καβάλας και Κιλκίς, ενώ η μεγαλύτερη πτώση παρατηρείται στους νομούς Θεσσαλονίκης, Πέλλας και Λάρισας. Όσον αφορά την εξαγωγική δραστηριότητα, εξακολουθεί να προπορεύεται με μεγάλη διαφορά ο νομός Θεσσαλονίκης, ακολουθούμενος από τους νομούς Λάρισας, Καστοριάς και Καβάλας.

Η τάση ανάπτυξης που κατέγραψαν οι εξαγωγές των επιχειρήσεων της Β. Ελλάδος κατά την περίοδο 1997-2002 ήταν ανοδική και αντιστοιχεί σε μέση ετήσια αύξηση της τάξης του 7,5%. Η αντίστοιχη μέση ετήσια αύξηση για τις συνολικές εξαγωγές της Ελλάδας είναι 1,9%. Η συνολική αξία των εξαγωγών της Β. Ελλάδος για το 2002, πλησίασε τα 4,5 δισ. ευρώ και αντιστοιχεί στο 40,7% των συνολικών εξαγωγών της χώρας.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να διευκρινιστεί ότι στις εισαγωγές και τις εξαγωγές, τόσο της Β. Ελλάδος, όσο και του συνόλου της χώρας, δεν συμπεριλαμβάνεται ο κλάδος των πετρελαιοειδών (κωδικός INTRASTAT 27). Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι εξαγωγές των πετρελαιοειδών, ακόμη και των διυλιστηρίων της Θεσσαλονίκης, καταγράφονται στην Αττική.

Οι συνολικές πωλήσεις των επιχειρήσεων της Β. Ελλάδος έφτασαν τα 13,85 δισ. ευρώ το 2002, έχοντας καταγράψει μέση ετήσια αύξηση, για την υπό εξέταση περίοδο, της τάξης του 12,3%.

Στην πρώτη θέση της κατάταξης των χωρών όπου εξάγουν οι επιχειρήσεις της Β. Ελλάδος εξακολουθεί να βρίσκεται η Γερμανία και ακολουθούν η Κύπρος, η Βουλγαρία, η Π.Γ.Δ.Μ., η Ιταλία και η Αλβανία.

Αναφορικά με το σύνολο των επενδύσεων των εξαγωγικών επιχειρήσεων της Β. Ελλάδος, έφτασαν τα 1,4 εκατ. ευρώ το 2002, έχοντας σημειώσει μέση ετήσια αύξηση της τάξης του 8,1%. Επιπλέον, για το 2002, το μερίδιο του τζίρου που επενδύθηκε ήταν 10%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το 2001 ήταν 12,2%.

Από το σύνολο των επιχειρήσεων που έλαβαν μέρος στην έρευνα, οι 402 δήλωσαν ότι δραστηριοποιούνται επενδυτικά και στο εξωτερικό. Πιο αναλυτικά, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον επικεντρώνεται στα Βαλκάνια, την Κύπρο αλλά και σε δυτικοευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Ιταλία και η Μεγάλη Βρετανία.

Τέλος, επιχειρώντας μια κλαδική ανάλυση του δείγματος των εξαγωγικών επιχειρήσεων της Β. Ελλάδος που έλαβαν μέρος στην έρευνα, παρατηρείται ότι το 20,9% δραστηριοποιείται στα τρόφιμα και ποτά, το 19% στην κλωστοϋφαντουργία και την ένδυση, το 10,9% στα μηχανήματα, το 7,7% στα μέταλλα, το γυαλί και τα κεραμικά, το 7% στις υπηρεσίες, 6,6% στο ξύλο και το χαρτί, το 5,8% στα χημικά και πλαστικά, το 5% στο δέρμα, το 3,2% στις συσκευές και ηλεκτρολογικό υλικό και το 1,9% στα ορυκτά και καύσιμα. Αξίζει να επισημανθεί ότι σε αντίστοιχη έρευνα για το 2000, το μερίδιο των εξαγωγών κλωστοϋφαντουργίας και ένδυσης ανερχόταν σε 29,9%.

Ολόκληρη η μελέτη με τα διαγράμματα βρίσκεται και στο internet site του ΣΕΒΕ: http://www.seve.gr/docs/exp04.pdf .



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα