Η πρόσφατη πτώση του ευρώ φαίνεται ότι μάλλον θα συνεχιστεί, εκτιμά η JPMorgan Asset Management, στην ανάλυσή της για το πρώτο τρίμηνο του 2015 στις παγκόσμιες αγορές, στην οποία επισημαίνει ότι το ασθενέστερο νόμισμα δημιουργεί ένα υποστηρικτικό περιβάλλον για τους ευρωπαϊκούς τίτλους που ενέχουν κίνδυνο.
Σύμφωνα με την JPMorgan Asset Management, οι σημαντικές κινήσεις από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) βελτίωσαν το κλίμα έναντι των ευρωπαϊκών τίτλων κατά τους τελευταίους μήνες. Η ποσοτική χαλάρωση (QE) είναι σημαντική για τις ευρωπαϊκές μετοχές, όμως υπάρχουν και άλλοι σημαντικοί παράγοντες.
Οι αγορές κρατικών ομολόγων θα διατηρήσουν σταθερή τη στάση των επενδυτών και λογικά θα οδηγήσουν τις τιμές των ομολόγων σε άνοδο, μειώνοντας κατά συνέπεια την απόδοσή τους. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις ποσοτικής χαλάρωσης στις ΗΠΑ κατά το παρελθόν, η απόδοση των ομολόγων βρέθηκε σε υψηλότερα επίπεδα κατά το πέρας του προγράμματος από ό,τι στην αρχή του. Η εξήγηση για αυτό ήταν –γενικώς– οι αυξημένες προβλέψεις για τον πληθωρισμό που διαμορφώθηκαν λόγω της πολιτικής. Μάλιστα, φαίνεται ότι υπήρξε μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τις προβλέψεις που διαμορφώθηκαν στην αγορά πριν από την εφαρμογή του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης στην Ευρώπη, σε σχέση με το ενδιαφέρον πριν από την έναρξη των αγορών κρατικών ομολόγων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Συνεπώς, η ένδειξη της επιτυχίας του προγράμματος θα μπορούσε, παραδόξως, να είναι η υψηλότερη και όχι η χαμηλότερη απόδοση των ομολόγων, καθώς οι επενδυτές απαιτούν υψηλότερες αποδόσεις για να επενδύσουν σε ένα μέλλον όπου θεωρούν ότι ο πληθωρισμός θα είναι υψηλότερος.
Όποια κι αν είναι η εξέλιξη με την απόδοση των κρατικών ομολόγων, φαίνεται μάλλον βέβαιο ότι οι άλλες κατηγορίες τίτλων θα ωφεληθούν από την «επίδραση εξισορρόπησης του χαρτοφυλακίου», όπου οι επενδυτές που πώλησαν τα ομόλογά τους στην ΕΚΤ στρέφονται αλλού και αγοράζουν άλλους τίτλους. Πρόκειται για ένα καθοριστικό στοιχείο του μηχανισμού μετάδοσης της ποσοτικής χαλάρωσης. Ωθώντας τους επενδυτές προς άλλες κατηγορίες τίτλων, οι αρχές βελτιώνουν τη ρευστότητα και τις τιμές στις συγκεκριμένες κατηγορίες τίτλων και, εφόσον δεν αλλάξει καμία άλλη παράμετρος, αυξάνουν την περιουσία εκείνων που έχουν στην κατοχή τους αυτούς τους τίτλους.
Οι μετοχές είναι μία από αυτές τις κατηγορίες τίτλων που λογικά θα ωφεληθούν. Κατά τρόπο άμεσο, καθώς οι επενδυτές πωλούν κρατικά ομόλογα και αγοράζουν μετοχές (ιδιαίτερα μετοχές με υψηλότερη απόδοση, στην προσπάθειά τους να υποκαταστήσουν την εισροή εισοδήματος), αλλά και κατά τρόπο έμμεσο, καθώς οι εισηγμένες εταιρείες εκμεταλλεύονται τη ζήτηση για εταιρικά ομόλογα και προβαίνουν σε νέες εκδόσεις με χαμηλά επιτόκια. Αυτές οι νέες εκδόσεις μπορούν στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν για την κατάργηση παλαιότερων και ακριβότερων δανείων ή για την επιστροφή κεφαλαίου προς τους μετόχους με αύξηση των μερισμάτων ή με την επαναγορά ιδίων μετοχών. Ο έμμεσος τρόπος είναι ενδεχομένως ο σημαντικότερος των δύο, καθώς οι περισσότεροι πωλητές κρατικών ομολόγων θα είναι διαχειριστές σταθερού εισοδήματος που δεν μπορούν να αγοράσουν μετοχές στα πλαίσια της εντολής που τους έχει δοθεί. Σε περίπτωση που αρκετές εταιρείες προβούν σε αυτές τις συναλλαγές αρμπιτράζ, είναι πιθανό αυτό να λειτουργήσει ως ενισχυτικός παράγοντας και να ωθήσει τις μετοχές υψηλότερα.
Ωστόσο, μια ακόμη σημαντικότερη συνέπεια της ποσοτικής χαλάρωσης είναι η επίδραση που μπορεί να έχει συμπιέζοντας την αξία του ευρώ, καθώς περίπου το 50% των κερδών του δείκτη MSCI Europe προέρχονται από χώρες εκτός της ευρωζώνης. Η αγορά είχε ήδη προεξοφλήσει την κίνηση της ΕΚΤ, ωθώντας το ευρώ σε χαμηλότερα επίπεδα κατά τους μήνες πριν από την ανακοίνωση, και έτσι τα άμεσα αποτελέσματα για τα κέρδη σε ξένο νόμισμα μπορεί να είναι ορατά στα κέρδη των εταιρειών σε όλη τη διάρκεια του επόμενου έτους.
Η ποσοτική χαλάρωση δεν είναι ο μόνος σημαντικός παράγοντας
Παρά τις σημαντικές συνέπειες που έχει για τις μετοχές, η ποσοτική χαλάρωση σίγουρα δεν είναι ο μόνος καθοριστικός παράγοντας για την απόδοση της κατηγορίας επένδυσης στο μέλλον, ιδιαίτερα μάλιστα δεδομένου ότι η αποτελεσματικότητά της είναι αμφισβητήσιμη με τα χαμηλά επιτόκια που ήδη επικρατούν στις αγορές.
Η πτώση της τιμής του πετρελαίου, που βρέθηκε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, ήταν σημαντική στη διαμόρφωση των χρηματοοικονομικών αγορών κατά τους τελευταίους μήνες και, εάν δεν επέλθει κάποια απότομη και παρατεταμένη επαναφορά, η επίδρασή της θα είναι αισθητή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Η οικονομία της ευρωζώνης, που είναι καθαρός εισαγωγέας πετρελαίου, ευνοείται από τη μείωση της τιμής του αργού, παρά το γεγονός ότι αυτή η πτώση επέτεινε τις ανησυχίες για τον αποπληθωρισμό. Παρά την κάποια αύξηση της ζήτησης, καθώς οι καταναλωτές αλλάζουν τις συνήθειές τους στη χρήση της ενέργειας, η μείωση της τιμής της ενέργειας λογικά θα ενισχύσει τις δαπάνες σε άλλα αγαθά και υπηρεσίες, τροφοδοτώντας την άνοδο και τα κέρδη των μετοχών σε άλλες περιοχές εκτός του κλάδου της ενέργειας.
Συνέχιση της πτώσης του ευρώ
Η πρόσφατη πτώση του νομίσματος της περιοχής φαίνεται ότι μάλλον θα συνεχιστεί. Η φθίνουσα πορεία του ευρώ λογικά θα ενισχύσει την αξία των κερδών για τις μετοχές εκτός της περιοχής του ενιαίου νομίσματος. Σε συνδυασμό με το χαμηλότερο κόστος της ενέργειας, το πιο χαλαρό καθεστώς για τις πιστώσεις, τη βελτίωση της ζήτησης για δάνεια, και τη μειωμένη δημοσιονομική συρρίκνωση, το ασθενέστερο νόμισμα δημιουργεί ένα υποστηρικτικό περιβάλλον για τους ευρωπαϊκούς τίτλους που ενέχουν κίνδυνο.
Ορισμένα άλλα μέτρα που εφαρμόστηκαν κατά το παρελθόν λογικά επίσης θα συμβάλουν στη διαμόρφωση ενός υγιέστερου κλίματος για την ανάπτυξη και τα κέρδη των μετοχών, ιδιαίτερα δε οι αλλαγές σε θέματα επιτήρησης των τραπεζών και η ευνοϊκότερη δημοσιονομική πολιτική.
Οι υπουργοί οικονομικών επίσης αναμένεται ότι θα συμβάλουν στη στήριξη της ανάκαμψης της οικονομίας της ευρωζώνης. Μετά την επί σειρά ετών αυστηρή λιτότητα, που παρεμπόδιζε την ανάπτυξη, εφαρμόζεται πλέον στην ευρωζώνη μια πιο προσεκτική, αλλά εξίσου υπεύθυνη, προσέγγιση της δημοσιονομικής πολιτικής.
Καθώς τα δύσκολα έχουν παρέλθει, η δημοσιονομική βιωσιμότητα των επιμέρους κρατών έχει σαφώς βελτιωθεί και οι αρχές μπορούν να διατηρήσουν μια καλύτερη ισορροπία, στηρίζοντας τη ζήτηση και συγκρατώντας τα χρέη του δημόσιου τομέα. Εξάλλου, το σχέδιο Γιούνκερ για τη στήριξη της ανάπτυξης με περαιτέρω δαπάνες φαίνεται να μπαίνει σε τροχιά και λογικά θα παράσχει κεφάλαια σε περιοχές όπου υπάρχουν ισχυρά αντικίνητρα για τις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, για παράδειγμα στα έργα υποδομής και στην ενέργεια. Το σχέδιο προβλέπει τη χρήση ποσού μόνο 21 δισεκατομμυρίων ευρώ από πόρους του δημοσίου και, αξιοποιώντας ορισμένες χρηματοοικονομικές τεχνικές, αποβλέπει στη δημιουργία επενδύσεων της τάξης των 315 δισεκατομμυρίων ευρώ μέσα στην επόμενη τριετία.
Δυστυχώς, για τους επενδυτές, οι παράγοντες στήριξης της οικονομίας και βελτίωσης της απόδοσης των μετοχικών αγορών που αναφέραμε παραπάνω απειλούνται από τις πολιτικές εξελίξεις. Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ –που είναι κατά της λιτότητας– στις εκλογές του Ιανουαρίου στην Ελλάδα υπογραμμίζει το ενδεχόμενο οι πολιτικές εξελίξεις να προκαλέσουν σημαντικές κινήσεις στις αγορές. Το Χρηματιστήριο Αθηνών κατέγραψε πτώση 12,6% από τον Δεκέμβριο, όταν ανακοινώθηκαν οι εκλογές.
Η απόδοση των ελληνικών ομολόγων δεκαετούς διάρκειας αυξήθηκε κατά 133 μονάδες βάσης τον Ιανουάριο, λόγω της αβεβαιότητας που περιβάλλει το μέλλον του χρέους της χώρας. Προς το παρόν, οι επενδυτές αναγνωρίζουν ότι η Ελλάδα δεν παρουσιάζει πλέον τον ίδιο συστηματικό κίνδυνο όπως το 2012, ενώ και οι άλλες αγορές δεν είχαν την ίδια αντίδραση όπως τότε.
Ωστόσο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι αντιδράσεις θα συνεχίσουν να είναι τόσο ήπιες ενόψει των επερχόμενων εκλογών φέτος και σε άλλες χώρες όπως, για παράδειγμα, στην Ισπανία από την περιφέρεια της ευρωζώνης, καταλήγει η JPMorgan Asset Management.