Η Κίνα είναι η δεύτερη σε μέγεθος οικονομία του πλανήτη με σταθερά υψηλό ρυθμό ανάπτυξης τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Σήμερα όμως αντιμετωπίζει προβλήματα και θα πρέπει να αλλάξει στόχευση, γράφει η Deutsche Welle.
Ποιο δρόμο θα πρέπει να ακολουθήσει η Κίνα μετά από δύο δεκαετίες ραγδαία αυξανόμενου ρυθμού ανάπτυξης, δεδομένου ότι φέτος για πρώτη φορά παρατηρείται ελαφρά μείωση; Αυτό είναι το ερώτημα που προβληματίζει έντονα, μεταξύ άλλων, το Λαϊκό Κογκρέσο που συνεδριάζει αυτές τις μέρες στο Πεκίνο.
Η Κίνα είναι η δεύτερη σε μέγεθος οικονομία του πλανήτη και μία απότομη προσγείωση σε χαμηλότερα οικονομικά μεγέθη θα μπορούσε να προκαλέσει κλυδωνισμούς στην παγκόσμια οικονομία.
Η κινεζική κυβέρνηση χαμηλώνει ωστόσο για φέτος τον πήχη των αναπτυξιακών προσδοκιών και από διψήφιο ποσοστό ανάπτυξης προσβλέπει φέτος σε ανάπτυξη της τάξεως του 6,9% με 7,1%. Το ποσοστό αυτό ηχεί σαν «άπιαστο όνειρο» για πολλές δυτικές οικονομίες. Εντούτοις, για τα αναπτυξιακά δεδομένα της Κίνας θεωρείται χαμηλό, ενώ πολλοί οικονομολόγοι εκτιμούν ότι ενδέχεται να αποσταθεροποιήσει τη γενική οικονομική εικόνα της χώρας.
Περιμένοντας τις μεταρρυθμίσεις
H κυβέρνηση του Πεκίνου σχεδιάζει εδώ και καιρό αλλαγές στην οικονομία. Σε αντίθεση με το παρελθόν, όπου το βάρος έπεφτε στον εξαγωγικό τομέα, η Κίνα τώρα εστιάζει στην τόνωση της εγχώριας κατανάλωσης.
Σύμφωνα με τον Αμερικανό οικονομολόγο Νουριέλ Ρουμπινί, τα τελευταία χρόνια η κινεζική κυβέρνηση έχει συνειδητοποιήσει ότι το μοντέλο ανάπτυξης που εφάρμοσε τις τελευταίες δύο δεκαετίες, επενδύοντας μαζικά στις εξαγωγές, δεν είναι βιώσιμο. Ωστόσο, οι αλλαγές δεν μπορούν να επέλθουν εν μία νυκτί, ενώ και οι αντιδράσεις από εκπροσώπους των μεγάλων κινεζικών λόμπι επενδυτών είναι ήδη έντονες. Ο Ρουμπινί εκτιμά όμως ότι ο Κινέζος πρωθυπουργός Σι Τζινπίν είναι πλέον αποφασισμένος να πάρει μέτρα που προσκρούουν στα συμφέροντα των λόμπι.
Όλοι τώρα περιμένουν να δουν την κατεύθυνση προς την οποία θα κινούνται οι μεταρρυθμίσεις. Σύμφωνα με την Αλεξάντρα Φος, επικεφαλής του Γερμανοκινεζικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του Πεκίνου, οι γερμανικές επιχειρήσεις από την πλευρά τους βλέπουν κατ' αρχήν θετικά τη βούληση της κινεζικής κυβέρνησης για μεταρρυθμίσεις, ωστόσο τηρεί στάση αναμονής διότι θέλει να δει πρώτα τις λεπτομέρειες. Η Φος εκτιμά πως είναι σημαντικό να διασφαλιστεί στο μέλλον η δίκαιη πρόσβαση στις αγορές αλλά και το κράτος δικαίου.
Ανάπτυξη με ερωτηματικά και ένα βουνό χρέους
Ο Νουριέλ Ρουμπινί εκτιμά ότι ο ρυθμός της κινεζικής ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια θα πέσει στο 5% με 6%, ως συνέπεια της σχεδιαζόμενης στροφής από τις επενδύσεις στο στην τόνωση της κατανάλωσης. Η τόνωση όμως του τομέα των υπηρεσιών στο εσωτερικό δεν θα είναι το ίδιο προσοδοφόρα με τις επενδύσεις στον «βαρύ» παραγωγικό τομέα. Επιπλέον και ο κατασκευαστικός κλάδος, που τα τελευταία χρόνια γνώρισε εκρηκτική άνθηση βρίσκεται σε ύφεση, με τις επενδύσεις σε ακίνητα να σημειώνουν πτωτική τάση.
Ο Μίχαελ Σπένσερ, επικεφαλής οικονομολόγος της Deutsche Bank για την Ασία και τον Ειρηνικό είχε δηλώσει πρόσφατα στο Bloomberg ότι η κινεζική κεντρική τράπεζα σχεδιάζει να μειώσει τα επιτόκια δανεισμού τον Μάρτιο και τον Μάιο, κάτι που έχει ήδη επιβεβαιωθεί στην πράξη εξαιτίας. Αιτία στάθηκαν τόσο οι αποπληθωριστικές τάσεις αλλά όσο και η πτώση στην τιμή των ορυκτών υλών.
Στο μεταξύ, η Κίνα, σύμφωνα με στοιχεία της συμβουλευτικής εταιρείας ΜacKinsey, αντιμετωπίζει τελευταία και ένα μεγάλο πρόβλημα δημόσιου χρέους, το οποίο έχει εκτοξευθεί κατά την τελευταία επταετία σε 28 τρισ. δολάρια. Μεγάλο «αγκάθι» αποτελούν τα χρέη των τοπικών κυβερνήσεων αλλά και η αμφιλεγόμενη λειτουργία των λεγόμενων «σκιωδών» τραπεζών. Πρόσφατες έρευνες έχουν μάλιστα καταδείξει ότι η λειτουργία των τελευταίων έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια κατά 30%.
Ο Νουριέλ Ρουμπινί ελπίζει, ότι ο Κινέζος πρωθυπουργός θα κινηθεί θετικά προς τη κατεύθυνση της προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. «Μένει να δούμε αν θα αξιοποιήσει τη δύναμή του για καλό σκοπό ή απλώς για να διαφυλάξει την σταθερότητα του ισχύοντος συστήματος καθώς και του καθεστώτος του».
Πηγή: Deutsche Welle