Άκαρπες απέβησαν οι διαπραγματεύσεις για το πρόγραμμα της Ελλάδας στη συνεδρίαση του Eurogroup, που ολοκληρώθηκε πριν από λίγο.
Κύκλοι του Μεγάρου Μαξίμου έκαναν λόγο νωρίτερα για κείμενο που παρουσιάστηκε στο Eurogroup, το οποίο αποτελεί υπαναχώρηση από τη συμφωνία Ντέισελμπλουμ – Τσίπρα και διεμήνυσαν ότι με αυτά τα δεδομένα δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία σήμερα.
Συγκεκριμένα, ανέφεραν πως παρουσιάστηκε στο Eurogroup κείμενο συζήτησης ως βάση συζήτησης και που αποτελεί ριζική υπαναχώρηση από την κοινή ανακοίνωση του Γερούν Ντέισελμπλουμ με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, την προηγούμενη Πέμπτη.
«Η επιμονή ορισμένων κύκλων να εφαρμόσει η νέα ελληνική κυβέρνηση το Μνημόνιο είναι παράλογη και μη αποδεκτή. Η υλοποίηση του μνημονιακού προγράμματος «έφυγε» από το τραπέζι στη Σύνοδο Κορυφής. Όσοι την επαναφέρουν χάνουν το χρόνο τους. Με αυτά τα δεδομένα δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία σήμερα» σημείωναν οι ίδιοι κύκλοι.
Στο σχέδιο ανακοίνωσης του Eurogroup το οποίο απορρίφθηκε εμφανίζονταν «οι ελληνικές αρχές να εκφράζουν την πρόθεσή τους να ζητήσουν εξάμηνη τεχνική επέκταση του ισχύοντος προγράμματος ως ενδιάμεσο βήμα».
Στην ίδια ανακοίνωση επισημαίνεται ότι «η ρύθμιση αυτή θα αποτελούσε χρονική γέφυρα για τις ελληνικές αρχές και το Eurogroup προκειμένου να εργαστούν επί διευθετήσεων που θα ακολουθούσαν. Συμφωνήσαμε, επίσης, ότι το ΔΝΤ θα συνεχίσει να διαδραματίζει το ρόλο σε αυτή τη νέα διευθέτηση. Το Eurogroup εμφανίζεται με θετική διάθεση έναντι παρόμοιας αίτησης από τις ελληνικές αρχές».
Στο ίδιο κείμενο που απορρίφθηκε από την ελληνική πλευρά, υπογραμμίζεται ότι «οι ελληνικές αρχές εξέφρασαν την πρόθεσή τους να ολοκληρώσουν επιτυχώς το πρόγραμμα λαμβάνοντας υπόψη τα σχέδια της νέας ελληνικής κυβέρνησης. Στο πλαίσιο αυτό, πρόθεσή μας είναι να κάνουμε χρήση της υπάρχουσας ευελιξίας στο πλαίσιο του ισχύοντος προγράμματος. Οι ελληνικές αρχές παρείχαν δέσμευση να απόσχουν από μονομερείς δράσεις και να εργαστούν σε στενό συντονισμό με τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς εταίρους κυρίως στον τομέα της φορολογικής πολιτικής, των ιδιωτικοποιήσεων, της μεταρρύθμισης της αγοράς εργασίας του χρηματοπιστωτικού τομέα και των συντάξεων».