Την εκτίμησή της ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα είναι ιδιαίτερα «σκληρή» με την Ελλάδα και δεν θα λάβει μονομερώς αποφάσεις όσον αφορά την παροχή ρευστότητας, καθώς και ότι οι εκροές καταθέσεων από τον Δεκέμβριο και μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου θα φτάσουν τα 17-18 δισ. ευρώ σημειώνει σε έκθεσή της η Goldman Sachs για τις ελληνικές τράπεζες.
Ο οίκος αναφέρει ότι τις πρώτες μέρες του Φεβρουαρίου συνεχίστηκαν οι εκροές, με τη φυγή κεφαλαίων να φτάνει έως τώρα το 1 δισ. ευρώ, ενώ για το σύνολο του μήνα θα φτάσουν τα περίπου 3 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους, ο πιο έντονος μήνας από πλευράς εκροών ήταν ο Ιανουάριος, κατά την κορύφωση της προεκλογικής περιόδου, ενώ ο Φεβρουάριος δείχνει να είναι ηπιότερος.
Μάλιστα, σύμφωνα με το Reuters, στελέχη τραπεζών σημειώνουν ότι υπήρξαν ημέρες όπου οι εκροές κυμαίνονταν μεταξύ των 300-500 εκατ. ευρώ. Συγκεκριμένα αναφέρουν ότι τα περίπου 4 δισ. ευρώ εξέρευσαν από τις τράπεζες τον Δεκέμβριο, 12 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο και περί τα 1-2 δισ. ευρώ μέσα στον Φεβρουάριο.
Για τον λόγο αυτό και η ΕΚΤ προχώρησε στην επέκταση της πρόσβασης στον ELA.
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, οι καταθέσεις στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα συνεχίσουν να δέχονται πιέσεις, εξαιτίας της αβεβαιότητας που επικρατεί αναφορικά με τις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους επίσημους δανειστές της.
Η ίδια θεωρεί ότι αυτό είναι ένα ανησυχητικό σημάδι για τη σταθερότητα του συστήματος, καθώς θα μπορούσε να αναιρέσει τα αποτελέσματα της μεγάλης αναδιάρθρωσης και ανακεφαλαιοποίησης του κλάδου.
Η εξάρτηση από τον ELA
Οπως επισημαίνει η επενδυτική τράπεζα, η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να μην κάνει πλέον αποδεκτά τα ελληνικά ομόλογα για να χρησιμοποιηθούν ως καλύμματα κύριας αναχρηματοδότησης, σε συνδυασμό με τις εκροές των καταθέσεων, είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει αύξηση της εξάρτησης από τον ELA.
Για τις τράπεζες η στροφή στον ELA θα έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις, καθώς και στην εμπιστοσύνη των καταθετών.
Σημειώνεται ότι η χρήση του ΕLA διαμορφώθηκε σε 56 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου, από 45 δισ. ευρώ τον Νοέμβριο, όμως ακόμη και με την τελευταία επέκταση της χρήσης στα 65 δισ. ευρώ βρίσκεται κάτω από την κορυφή των 158 δισ. ευρώ τον Φεβρουάριο του 2012.
Ο οίκος αναφέρει ακόμη ότι εμπειρικά, εξετάζοντας την όλη κατάσταση και με παραδείγματα και από άλλες χώρες που βρίσκονταν σε πρόγραμμα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μάλλον είναι πιο πιθανό να κρατήσει μια σχετικά γενναιόδωρη στάση προς την παροχή ρευστότητας μέσω του ELA.
Με βάση αυτή την εκτίμηση, κάθε σενάριο που θέτει την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε αμφισβήτηση θα έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις για τις τράπεζες.
Βέβαια, κατά την άποψη των οικονομολόγων της GS δεν προβλέπεται η ΕΚΤ να ενεργεί μονομερώς και αναμένεται να ακολουθήσει τις πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται από τα κράτη της ζώνης του ευρώ.
Πάντως, όπως έχει διαφανεί γενικότερα, οι πολιτικές εξελίξεις επηρεάζουν την πορεία του τραπεζικού κλάδου, καθώς θα μπορούσαν να πλήξουν τα επίπεδα και την πρόσβαση στη ρευστότητα. Εάν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναθεωρήσει τη στήριξη του ελληνικού κλάδου, τότε θα πρέπει οι αρχές να επιβάλλουν κάποιου είδους κεφαλαιακών ελέγχων, πλήττοντας περαιτέρω την πορεία των τραπεζικών μετοχών.