Σε 145,7 εκατ. ευρώ ανήλθαν στο πρώτο τρίμηνο του 2004 τα προ φόρων κέρδη του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος αυξημένα κατά 30% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2003.
Στο ιστορικό υψηλό των 103,1 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκαν τα οργανικά αποτελέσματα του Ομίλου σημειώνοντας άνοδο κατά 31,6% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2003 και 7% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Οι επιδόσεις αυτές του Ομίλου, όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση της Εθνικής, οδήγησαν σε σημαντική βελτίωση της απόδοσης των ιδίων κεφαλαίων του, η οποία μετά από φόρους (After Tax Return on Average Equity), διαμορφώθηκε στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών προσεγγίζοντας το 18,2% έναντι 15,4% στο 2003.
Η ίδια τάση καταγράφεται στην απόδοση του ενεργητικού του Ομίλου (Return on Average Assets), η οποία βελτιώνεται κατά 13 μονάδες βάσης από 1.01% το 2003 σε 1,14% στο πρώτο τρίμηνο του 2004.
Επίσης, στο ιστορικό υψηλό των 337 εκατ. ευρώ διαμορφώνεται το επιτοκιακό αποτέλεσμα, αυξημένο κατά 12,2% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2003 και 5.1% σε σχέση με το προηγούμενο 3μηνο.
Αντίστοιχη τάση καταγράφεται και στο επιτοκιακό περιθώριο του Ομίλου το οποίο, μετά και την αναμόρφωσή του για τα έσοδα εργασιών leasing ενόψει της υιοθέτησης των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων, διαμορφώθηκε στο πρώτο τρίμηνο 2004 σε 2,74% σημειώνοντας αύξηση κατά 34 μονάδες βάσης σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2003 και 12 μονάδες βάσης σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της τράπεζας, η συνεχιζόμενη διεύρυνση του επιτοκιακού περιθωρίου αντανακλά τη διαρκή βελτίωση της σύνθεσης του ενεργητικού του Ομίλου μέσω της επέκτασης των χαρτοφυλακίων χορηγήσεων και ειδικότερα των δανείων λιανικής τραπεζικής, και τη διατήρηση της ηγετικής θέσης του Ομίλου στις αποταμιευτικές καταθέσεις.
Αύξηση κατά 21,9% έναντι του πρώτου τριμήνου του 2003 και 4,3% σε σχέση με το μέσο όρο της προηγούμενης χρήσης σημειώνουν οι καθαρές προμήθειες του Ομίλου. Ιδιαίτερη δυναμική παρουσιάζουν οι προμήθειες λιανικής τραπεζικής (+23,6% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο 2003) και επενδυτικής τραπεζικής (+75,1% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο 2003), υπογραμμίζοντας την ισχυρή παρουσία του Ομίλου στους συγκεκριμένους τομείς.
Στην ενίσχυση της κερδοφορίας του Ομίλου συνέβαλε η συγκράτηση του κόστους. Συγκεκριμένα, το σύνολο των λειτουργικών δαπανών παραμένει στα επίπεδα του προηγούμενου 3μήνου (+0,2%). Σε σύγκριση δε με τα μέσα επίπεδα του 2003, τα έξοδα διοίκησης του Ομίλου σημειώνουν αποκλιμάκωση κατά 1,7%, ενώ οι δαπάνες προσωπικού αυξάνονται με ρυθμό της τάξης του 4,7%.
Σημειώνεται ότι οι δαπάνες προσωπικού στο πρώτο τρίμηνο του 2004 ενσωματώνουν πρόβλεψη αύξησης των ονομαστικών μισθών σύμφωνα με τον αναμενόμενο μέσο πληθωρισμό του 2004 ενόψει της υπογραφής της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Η συστηματική προσπάθεια του Ομίλου για τη συγκράτηση του κόστους αντικατοπτρίζεται στην περαιτέρω βελτίωση του δείκτη αποτελεσματικότητας σε 60,6% έναντι 65,8% στο πρώτο τρίμηνο του 2003 και 64,6% στο προηγούμενο έτος. Στο επίπεδο αυτό ο δείκτης αποτελεσματικότητας προσεγγίζει τους μεσοπρόθεσμους στόχους της Διοίκησης (60%).
Εντυπωσιακή αύξηση κατά 50% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο 2003 παρουσιάζει η κερδοφορία του δικτύου του εξωτερικού τα κέρδη προ φόρων του οποίου διαμορφώθηκαν σε 28,3 εκατ. ευρώ. Η αύξηση της κερδοφορίας του δικτύου εξωτερικού προέρχεται αποκλειστικά από τη βελτίωση των οργανικών πηγών εσόδων όπως χαρακτηριστικά αποτυπώνεται στην κατά 50% αύξηση του καθαρού επιτοκιακού αποτελέσματος και την κατά 17% άνοδο των καθαρών προμηθειών έναντι του πρώτου τριμήνου 2003.
Το συνολικό ύψος χορηγήσεων του Ομίλου στο τέλος του πρώτου τριμήνου 2004 ανήλθε σε 24,3 δισεκατ. ευρώ, αύξηση που αντιστοιχεί σε ετησιοποιημένο ρυθμό της τάξης του 21%. Στο πρώτο τρίμηνο 2004 ενισχύθηκε περαιτέρω η δυναμική πορεία των χαρτοφυλακίων λιανικής τραπεζικής.
Ειδικότερα, οι εκταμιεύσεις καταναλωτικών δανείων στην τράπεζα διαμορφώθηκαν στο πρώτο τρίμηνο του 2004 σε 329 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιπροσωπεύει αύξηση 69% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2003 και αποτελεί την καλύτερη επίδοση των τελευταίων ετών. Τα υπόλοιπα καταναλωτικών δανείων και καρτών του Ομίλου προσέγγισαν τα 3,3 δισεκατ. ευρώ καταγράφοντας ετησιοποιημένο ρυθμό αύξησης της τάξης του 23%.
Εξαιρετικές επιδόσεις, όπως τονίζεται στην ανακοίνωση, καταγράφει η τράπεζα στη στεγαστική πίστη όπου για πρώτη φορά μετά την απελευθέρωσή της σημειώνει αύξηση του μεριδίου αγοράς, επιβεβαιώνοντας τη σχετική τάση που διαφαίνονταν στο τελευταίο τρίμηνο του 2003. Οι εκταμιεύσεις στεγαστικών δανείων ανήλθαν σε 535 εκατ. ευρώ υπερβαίνοντας τις αντίστοιχες του πρώτου τριμήνου του 2003 κατά 66%. Η επιταχυνόμενη αύξηση της παραγωγής νέων δανείων οδηγεί σε επέκταση των υπολοίπων στεγαστικής πίστης με ρυθμό της τάξης του 24%.
Δυναμικό ρυθμό αύξησης της τάξης του 38% σε ετησιοποιημένη βάση εμφανίζουν τα υπόλοιπα της επαγγελματικής πίστης τα οποία προσεγγίζουν τα 900 εκατ. ευρώ. Θετικές τάσεις καταγράφονται και στον τομέα της επιχειρηματικής πίστης. Τα χαρτοφυλάκια επιχειρηματικής πίστης προς μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις αυξάνονται με ετησιοποιημένο ρυθμό της τάξης του 18%.
Τα συνολικά υπό διαχείριση κεφάλαια του Ομίλου (καταθέσεις, repos, και αμοιβαία κεφάλαια) διαμορφώνονται σε 46,1 δισεκατ. ευρώ καταγράφοντας ετησιοποιημένο ρυθμό αύξησης της τάξης του 8,1%. Αύξηση κατά 10% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2003 παρουσιάζουν οι καταθέσεις όψεως και ταμιευτηρίου. Το ενεργητικό των αμοιβαίων κεφαλαίων του Ομίλου παρουσίασε ετησιοποιημένο ρυθμό αύξησης της τάξης του 11% και διαμορφώθηκε σε 7,9 δισεκατ. ευρώ Η εξέλιξη αυτή οδήγησε στην περαιτέρω διεύρυνση του μεριδίου αγοράς του Ομίλου της ΕΤΕ στα αμοιβαία κεφάλαια σε 25.6%.
Ο βασικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας του Ομίλου (Τier I ratio) αυξάνεται περαιτέρω σε περίπου 10,4% έναντι 10,1% στο τέλος του 2003, ο δε συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας, συμπεριλαμβανομένων και των συμπληρωματικών κεφαλαίων, προσεγγίζει πλέον το 13,2% έναντι 12,9% το 2003.