Η ανησυχία για τη γαλλική οικονομία επισκιάζει την τελευταία συνάντηση του Eurogroup, με ορισμένους αναλυτές να κάνουν λόγο για τον νέο «ασθενή της Ευρώπης».
Ωστόσο, υπάρχουν και οι αισιόδοξοι, όπως ο αναλυτής της IHS Global Insight Ντιέγκο Ισκάρο. «Όλοι κάνουν λόγο για τον “ασθενή της Ευρώπης” ή μάλλον τα μέσα ενημέρωσης κάνουν λόγο για τον “ασθενή της Ευρώπης”, αλλά η αλήθεια είναι ότι η Γαλλία εξακολουθεί να έχει μία εξαιρετική ποιότητα ζωής και μία εξαιρετική υποδομή στην οικονομία της» τονίζει ο Ισπανός οικονομολόγος. «Άλλωστε η γαλλική οικονομία έχει αντεπεξέλθει καλύτερα στην κρίση από ό,τι, για παράδειγμα, η Βρετανία», προσθέτει.
Επιπλέον, η παραγωγικότητα στη Γαλλία παραμένει πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η υπερχρέωση των νοικοκυριών δεν είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη στη Βρετανία ή τις ΗΠΑ - και σίγουρα μικρότερη από την Ιαπωνία - ενώ το υψηλό κρατικό χρέος δεν είναι κάτι ασυνήθιστο σε εποχές κρίσης. Άλλωστε, ελάχιστα κράτη - μέλη της Ε.Ε. τηρούν πλέον το κριτήριο του 60% που προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας για το δημόσιο χρέος και ούτως ή άλλως δεν υπάρχει ενιαίο και κοινώς παραδεκτό όριο για το πότε το χρέος μίας χώρας θεωρείται «μη βιώσιμο». Όλα αυτά καταγράφονται στα θετικά στοιχεία για τη γαλλική οικονομία.
«Ασήμαντες οι περικοπές των 21 δισ. ευρώ»
Από την άλλη πλευρά οι προβλέψεις για την ανάπτυξη στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης είναι απογοητευτικές. Τόσο το ΔΝΤ όσο και η ίδια η γαλλική κυβέρνηση δεν περιμένουν ανάπτυξη πάνω από 0,8% για το 2014, ενώ τα τελευταία δύο τρίμηνα ο δείκτης παρέμεινε μηδενικός και η ανεργία είχε ξεπεράσει το 10%.
Σύμφωνα με το σχέδιο προϋπολογισμού που κατέθεσε πρόσφατα στη γαλλική Εθνοσυνέλευση ο νέος υπουργός Οικονομικών Μισέλ Σαπέν, το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού δεν μειώνεται αμέσως, αλλά μεσοπρόθεσμα μέχρι το 2016, αν και προβλέπονται περικοπές συνολικού ύψους 50 δισ. ευρώ για τα επόμενα τρία χρόνια.
Ο Ντιέγκο Ισκάρο επισημαίνει: «Μόνο για το 2015 η Γαλλία είχε εξαγγείλει περικοπές ύψους 21 δισ. ευρώ. Αν το δούμε ως ποσοστό επί του ΑΕΠ και το συγκρίνουμε με τις αντίστοιχες περικοπές που έκαναν η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα, το ποσό αυτό είναι ασήμαντο».
Από την πλευρά του, ο Γαλλο-ισπανός οικονομολόγος Γκρέγκορι Κλάες, αναλυτής στο Ινστιτούτο Μπρούγκελ των Βρυξελλών, τονίζει ότι η γαλλική κυβέρνηση ακολουθεί τον σωστό δρόμο, αλλά χωλαίνει στον ανταγωνισμό με τη γειτονική Γερμανία όσον αφορά την εξέλιξη των μισθών. Και αυτό γιατί, όπως υποστηρίζει, η Γαλλία έχει αυξήσει τους μισθούς με ρυθμούς που αντιστοιχούν στην αύξηση της παραγωγικότητας, κάτι που δεν έχει συμβεί μέχρι σήμερα στη Γερμανία.
Η μισθολογική εγκράτεια της Γερμανίας
«Το ότι η Γερμανία δεν έχει αυξήσει τους μισθούς είναι πρόβλημα για τη Γαλλία», τονίζει ο αναλυτής. «Τι μπορούμε να κάνουμε γι αυτό; Ασφαλώς το πρόβλημα είναι γαλλικό, καθώς τα συμπτώματα εκδηλώνονται στη Γαλλία, αλλά από την άλλη πλευρά όταν είσαι σε μία νομισματική ένωση δεν μπορείς να λες ότι ο καθένας είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τον εαυτό του. Σήμερα η Γαλλία έχει μειώσει το κόστος της εργασίας, κυρίως λόγω μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών για τις επιχειρήσεις, αλλά από την άλλη πλευρά πρέπει και η Γερμανία να αυξήσει τους μισθούς», σημειώνει.
Πιο κριτική στάση απέναντι στη Γαλλία εκφράζει ο Βρετανός οικονομολόγος Άνγκους Κόλινς, στέλεχος του Economist Intelligence Unit. Θεωρεί «υπερβολική» τη διαπίστωση ότι τα προβλήματα της Γαλλίας αντιμετωπίζονται με αυξήσεις στη Γερμανία και υποστηρίζει ότι το «κλειδί» για τη λύση του προβλήματος το έχουν οι ίδιοι οι Γάλλοι. «Η Γαλλία χρειάζεται ουσιώδεις μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα στο φορολογικό σύστημα και στην αγορά εργασίας», υποστηρίζει ο Βρετανός αναλυτής.
Στην ανάγκη μεταρρυθμίσεων συμφωνεί πάντως και ο Γκρέγκορι Κλάες. «Η πραγματική μεταρρύθμιση δεν είναι η μισθολογική αυτοσυγκράτηση στη γαλλική βιομηχανία, αλλά η βελτίωση των συνθηκών ανταγωνισμού στον τριτογενή τομέα. Υπάρχουν πολλά κρούσματα προστατευτισμού σε υπηρεσίες, για παράδειγμα στο καθεστώς λειτουργίας των φαρμακείων και των ταξί ή στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου και όλα αυτά δεν έχουν νόημα», υποστηρίζει.
Πηγή: Deutsche Welle