Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Θα διακόψει η Ρωσία την τροφοδοσία με φυσικό αέριο λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, αφήνοντας ενδεχομένως εκατομμύρια Ευρωπαίους να ξεπαγιάσουν στα σπίτια τους; Αυτή η επαπειλούμενη διένεξη μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας στον τομέα του φυσικού αερίου δείχνει ξεκάθαρα ότι η Ευρώπη θα πρέπει να ενεργεί από κοινού και να καταστεί λιγότερο εξαρτημένη από τους εξωτερικούς προμηθευτές ενέργειας.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο είναι η Ε.Ε., και όχι επιμέρους κράτη μέλη, που θα λειτουργήσει ως διαμεσολαβητής στις συνομιλίες για το φυσικό αέριο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας στο Βερολίνο, σήμερα Παρασκευή.
Αλλά η ιδέα μιας Ευρωπαϊκής Ενωσης Ενέργειας, την οποία υποστηρίζουν πλέον πολλές κυβερνήσεις και εμπειρογνώμονες είναι κάτι περισσότερο από μια απλή διαμεσολάβηση. Υπερβαίνει την ασφάλεια και τον τυπικό συντονισμό - είναι μια νέα νοοτροπία, απαιτεί αποτίναξη ορισμένων παλαιών συνηθειών και συνεργασία με νέο πνεύμα για να αντιμετωπιστούν όλοι οι προβληματισμοί που σχετίζονται με την ενέργεια, είτε αφορούν το κλίμα είτε την ανταγωνιστικότητα ή την απασχόληση.
EPA
O κ. Έτινγκερ είναι αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Κατ’ αρχάς αφορά την αλληλεγγύη και την εμπιστοσύνη σε άλλα κράτη-μέλη: οι κυβερνήσεις θα πρέπει να θεσπίσουν κοινές διαδικασίες προγραμματισμού για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και να διασφαλίσουν ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν συλλογικά μια κρίση. Κατά δεύτερον, αφορά τον ουσιαστικό συντονισμό: κάθε χώρα έχει το δικαίωμα να επιλέξει ποια πηγή ενέργειας θα εκμεταλλευτεί ή όχι, κάτι που είναι φυσικό. Αλλά μια Ενεργειακή Ενωση συνεπάγεται ότι καμία κυβέρνηση δεν θα υποβάλει στο εθνικό της Κοινοβούλιο προς έγκριση νομοθεσία που θα αλλάζει ριζικά το ενεργειακό της σύστημα, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με τους εταίρους της σχετικά με τις επιπτώσεις που θα είχε για τα συστήματά τους και χωρίς την επακόλουθη συμμετοχή τους στην υλοποίηση. Ο συντονισμός αυτός θα συμβάλει στην αποφυγή διαταραχών και τη βελτίωση της ασφάλειας.
Τρίτον, αφορά κοινές επενδύσεις: οι κυβερνήσεις πρέπει να συντονίζουν πολύ περισσότερο από ό,τι σήμερα τα οικεία προγράμματα επενδύσεων και τους αντίστοιχους όρους, ώστε να παρέχουν στους επενδυτές συνοχή και ασφάλεια. Ο λόγος είναι απλός: σε ένα ενεργειακό σύστημα που λειτουργεί εύρυθμα, πρωταρχική σημασία έχει μια εξελιγμένη, ασφαλής και ανθεκτική υποδομή που να καλύπτει ολόκληρη την ήπειρο.
Τέταρτον, αφορά την ανάπτυξη μιας πραγματικής ενεργειακής αγοράς: αυτό σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις θα σταματήσουν να εμποδίζουν την αγορά μέσω τεχνητών μέτρων που στοχεύουν στην προστασία των εθνικών τους αγορών ή εταιρειών. Και αυτό σημαίνει ότι θα δημιουργήσουν τις βέλτιστες συνθήκες για επενδύσεις με παράλληλη προστασία των ευάλωτων καταναλωτών.
Πέμπτον, πρέπει να μιλούμε με μία φωνή: οι διαπραγματεύσεις των μεγάλων ενεργειακών συμφωνιών με τις γειτονικές χώρες θα πρέπει να γίνονται από κοινού - όπως κάνουμε για πολλά χρόνια τώρα στις διεθνείς εμπορικές διαπραγματεύσεις. Δεν υπάρχει λόγος η ενέργεια να αντιμετωπίζεται διαφορετικά. Αντιθέτως, είναι σημαντικότερη. Η ατυχής επίδειξη των διαιρέσεων των κρατών-μελών στο πλαίσιο του έργου Southstream αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση. Είναι σκόπιμο να συζητήσουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να καταλήξουμε σε συναντίληψη και την ανάθεση εντολής στην Επιτροπή για να διαπραγματευθεί εξ ονόματος ολόκληρης της Ε.Ε. Οτιδήποτε λιγότερο οδηγεί σε μη βέλτιστα αποτελέσματα.
Για το σκοπό αυτό δεν απαιτείται αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών, η τροποποίηση μερικών μόνο πράξεων της ευρωπαϊκής νομοθεσίας αρκεί. Τα χρονικά περιθώρια στενεύουν, ας στρωθούμε στη δουλειά.
ΓΚΙΝΤΕΡ ΈΤΙΝΓΚΕΡ - Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής