Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους είναι ένα από τα θέματα που θα απασχολήσουν την τρόικα στη διάρκεια της επόμενης αξιολόγησης, η οποία θα ξεκινήσει στο τέλος του μήνα στην Αθήνα, ωστόσο οι ουσιαστικές συζητήσεις θα αρχίσουν αμέσως μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και αφού γνωστοποιηθεί το σχέδιο του προϋπολογισμού για το 2015.
Την επισήμανση αυτή έκανε χθες στις Βρυξέλλες ανώτερος αξιωματούχος της Ευρωζώνης, ο οποίος χαρακτήρισε «πολύ ενδιαφέρον» το επόμενο τρίμηνο για την Ελλάδα, προτρέποντας εμμέσως πλην σαφώς την κυβέρνηση να κάνει γρήγορα με την αξιολόγηση, ώστε να αρχίσει η συζήτηση για το χρέος.
Ο ίδιος αξιωματούχος υπογράμμισε την ετοιμότητα των εταίρων να συζητήσουν ένα τρίτο πρόγραμμα ή την επέκταση του υφιστάμενου, ωστόσο επικαλούμενος δημοσιεύματα είπε ότι αυτό δεν είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης.
Ειδικότερα, αναφερόμενος στις συζητήσεις της τρόικας την περασμένη εβδομάδα στο Παρίσι, είπε ότι αφορούσαν τα θέματα της επόμενης αξιολόγησης και έγιναν τεχνικές συζητήσεις, για τις οποίες θα ενημερωθούν οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης στην άτυπη συνεδρίαση του Εurogroup, την Παρασκευή το πρωί στο Μιλάνο.
Ο αξιωματούχος, αφού υπενθύμισε ότι η συμμετοχή των Ευρωπαίων στο πρόγραμμα τελειώνει στο τέλος του έτους και απομένει μία δόση 1,9 δισ. ευρώ, ενώ για το ΔΝΤ απομένουν άλλοι 15 μήνες, υπογράμμισε ότι η επόμενη, δηλαδή η πέμπτη, αξιολόγηση που θα ξεκινήσει στα τέλη Σεπτεμβρίου θα αφορά και τη βιωσιμότητα του χρέους, ωστόσο οι διεξοδικές συζητήσεις θα αρχίσουν όταν υπάρξει σαφής εικόνα.
«Θέλουμε να έχουμε στη διάθεσή μας όλα τα στοιχεία για τον προϋπολογισμό του 2015 (το σχέδιο προϋπολογισμού θα κατατεθεί στην Κομισιόν μέχρι τις 15 Οκτωβρίου), ώστε να γνωρίζουμε τους στόχους για τα έσοδα και τις δαπάνες, που αποτελούν βασική παράμετρο για την εξέλιξη του χρέους» είπε, προσθέτοντας ότι με τη γνωστοποίηση αυτών των στοιχείων και την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα μπορούν να ξεκινήσουν οι συζητήσεις.
Ερωτηθείς σχετικά με την παραμονή της τρόικας στην Αθήνα, απάντησε ότι δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει αν οι συζητήσεις θα ολοκληρωθούν μέχρι το τέλος Οκτωβρίου ή το Νοέμβριο, αφήνοντας να εννοηθεί ότι αυτό θα εξαρτηθεί από την κυβέρνηση.
Σε άλλη ερώτηση σχετικά με το χρηματοδοτικό κενό είπε ότι δεν ξέρει αν η Αθήνα θα υποβάλει αίτημα για τρίτο πρόγραμμα ή για επέκταση του υφιστάμενου, ωστόσο ο ίδιος επικαλούμενος δημοσιεύματα που διαβάζει διαπιστώνει ότι κάτι τέτοιο δεν είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης.
Στην περίπτωση αυτή (δηλαδή της εξόδου από το πρόγραμμα), η Ελλάδα θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές, επισημαίνοντας πάντως ότι θα ήταν οξύμωρο να συνεχίσει μόνο του, χωρίς τους Ευρωπαίους, να χρηματοδοτεί την Ελλάδα το ΔΝΤ. Με άλλα λόγια άφησε να εννοηθεί ότι είτε θα πρέπει να αποχωρήσουν και οι δύο δανειστές είτε να συνεχίσουν μαζί. «Ολα θα εξαρτηθούν από την πορεία του προγράμματος, εμείς είμαστε ανοικτοί να εξετάσουμε οποιαδήποτε επιλογή της Ελλάδας», τόνισε.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι πρώην μνημονιακές χώρες, όπως η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, επωφελούνται από τη ραγδαία υποχώρηση των επιτοκίων δανεισμού και σχεδιάζουν να βγουν για δανεισμό στις αγορές προκειμένου να προχωρήσουν στην πρόωρη αποπληρωμή των δανείων που είχαν λάβει από την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ, στο πλαίσιο της διάσωσής τους.
Το όλο θέμα θα συζητηθεί την Παρασκευή στο Μιλάνο, ενώ χθες ο αξιωματούχος της Ευρωζώνης εκτίμησε ότι θα γίνει μια πολιτική συζήτηση και πως δεν φαίνεται να υπάρχουν νομικά προβλήματα για κάτι τέτοιο.
Αναφορικά με την Κύπρο, η Ομάδα Εργασίας του Εurogroup δεν έχει μέχρι στιγμής εικόνα σχετικά με το περιεχόμενο του νόμου για τις εκποιήσεις ακινήτων που ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων. Ερωτηθείς εάν στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, την Παρασκευή στο Μιλάνο, θα αποφασιστεί η εκταμίευση της επόμενης δόσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) προς την Κύπρο, ο αξιωματούχος συνέδεσε την απόφαση με το περιεχόμενο του νόμου που ψηφίστηκε.
Οπως είπε, «υπάρχουν προϋποθέσεις για την εκταμίευση της δόσης, πρόκειται για το νόμο για τις εκποιήσεις, δεν έχουμε λάβει ακόμη το κείμενο από τις κυπριακές αρχές και συνεπώς δεν μπορούμε να πούμε εάν ανταποκρίνεται σ’ αυτό που περιμένει η τρόικα».
«Εάν δεν έχουμε το νόμο δεν μπορεί να υπάρξει απόφαση, ωστόσο εάν έχουμε τις πληροφορίες σήμερα ή αύριο και κρίνουμε ότι τηρούνται οι προϋποθέσεις της συμφωνίας, τότε η Ομάδα Εργασίας της Ευρωζώνης θα προτείνει στους υπουργούς την εκταμίευση των 350 εκατ. ευρώ, ενώ άλλα 86 εκατ. ευρώ αφορούν τη συμμετοχή του ΔΝΤ», τόνισε.
Παραμονή σε καθεστώς επιτήρησης για δεκαετίες
Συνέχιση της εποπτείας, με παρεμβάσεις των δανειστών στην οικονομική πολιτική μέχρι το 2020, αλλά και επιτήρηση σε πιο χαλαρή μορφή για δεκαετίες, μέχρι να αποπληρωθεί το μεγαλύτερο μέρος των δανείων της Ευρωζώνης, προανήγγειλε χθες ανώτατος κοινοτικός αξιωματούχος.
Η εποπτεία μέχρι το 2020 θα υφίσταται λόγω των ANFAs & των SMPs, συνολικού ύψους 10,2 δισ. ευρώ, που πρόκειται να καταβληθούν στην Ελλάδα, ενώ η επιτήρηση μετά το 2020 θα συνεχιστεί μέχρι να αποπληρωθεί το 70% των δανείων Ευρωζώνης/EFSF.
Ειδικότερα, ερωτώμενος για το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το μνημόνιο και τον ασφυκτικό έλεγχο της τρόικας, ο αξιωματούχος αποσαφήνισε:
«Η επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας θα συνεχιστεί έτσι κι αλλιώς, καθώς η Ελλάδα έχει ακόμα λαμβάνειν τα κέρδη από ελληνικά ομόλογα που κατέχουν οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες, κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό για την εξέλιξη του χρέους και ως εκ τούτου θα πρέπει να έχουμε εικόνα». Πρόσθεσε δε ότι «η Ελλάδα θα επιτηρείται και κατά τη διάρκεια της αποπληρωμής των δανείων».
Οι συνολικές εκκρεμείς επιστροφές από ANFAs και SMPs, μέχρι και το 2020, ανέρχονται σε 10,2 δισ. ευρώ και για να αποδεσμεύονται τα κεφάλαια κάθε φορά, η Κομισιόν θα ελέγχει την Ελλάδα για την εφαρμογή των συμφωνηθέντων.
Σημειώνεται πως πρόκειται για τα κέρδη που αποκόμισαν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης από τα ελληνικά ομόλογα, τα οποία απέκτησαν από τη δευτερογενή αγορά, προς PSI σε τιμές 30%-40% της ονομαστικής τους αξίας. Τα συγκεκριμένα ομόλογα δεν «κουρεύτηκαν» με το PSI, αλλά ανταλλάχτηκαν λίγες μέρες νωρίτερα ώστε να εξαιρεθούν.
Ωστόσο, με την απόφαση του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012, αποφασίστηκε όπως τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ να επιστραφούν στην Ελλάδα. Το συνολικό τους ύψος από το 2012 έως το 2020 που λήγουν και τα τελευταία ομόλογα ανέρχεται σε 13,26 δισ. ευρώ.
Με την απόδοση ωστόσο στα προηγούμενα χρόνια, μεταξύ των ετών 2014 ως και 2020 εκκρεμεί η επιστροφή ποσών ύψους 10,2 δισ. ευρώ. Για φέτος το ποσό ανέρχεται σε 2,46 δισ. ευρώ και σε 2 δισ. ευρώ το 2015, ενώ τα ποσά είναι χαμηλότερα τα επόμενα χρόνια.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΛΟΣ, ΠΑΝΟΣ ΚΑΚΟΥΡΗΣ