Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Οταν το Νοέμβριο του 2011 ο Μάριο Ντράγκι πήρε στα χέρια του το τιμόνι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι αγορές τον έβλεπαν ως έναν Ιταλό μεν, «γερμανικής κοπής» δε τραπεζίτη. Ο ίδιος, θέλοντας να εξασφαλίσει τη στήριξη του Βερολίνου, είχε άλλωστε φροντίσει να τονίσει το πόσο πολύ θαυμάζει την «κληρονομιά» της γερμανικής Μπούντεσμπανκ, την οποία τελικά... αποποιήθηκε.
Από την πρώτη στιγμή ανάληψης των καθηκόντων του ο κ. Ντράγκι έδειξε ότι δεν θα διστάσει να οδηγήσει την ΕΚΤ σε νέους δρόμους, προκειμένου να θωρακίσει την Ευρωζώνη έναντι των κερδοσκοπικών επιθέσεων, αλλά και να αποτρέψει μία βαθιά και παρατεταμένη ύφεση. Ηλθε σε μετωπική σύγκρουση με τους Γερμανούς, που κατατρύχονταν από το φάντασμα του πληθωρισμού έως και τη στιγμή που ο αποπληθωρισμός χτύπησε την πόρτα της Ευρωζώνης. Και επέλεξε να αγνοήσει τις φωνές του Βορρά που υποστήριζαν ότι κινήσεις όπως η αγορά κρατικών ομολόγων συνιστούν επιβράβευση των «απείθαρχων μαθητών» του Νότου.
Στην πρώτη κιόλας συνεδρίαση με τον Ιταλό επικεφαλής του διοικητικού συμβουλίου, η ΕΚΤ αιφνιδίασε τους πάντες ανακοινώνοντας τη μείωση του βασικού επιτοκίου δανεισμού στο 1,25%. Ακολούθησαν ενέσεις ρευστότητας άνω του 1 τρισ. ευρώ προς το τραπεζικό σύστημα, αλλά και αλλεπάλληλες μειώσεις, που οδήγησαν το επιτόκιο στο 0,75% τον Ιούλιο του 2012. Εκείνη η συνεδρίαση έμεινε στην ιστορία για τη δέσμευση του προέδρου της ΕΚΤ να «κάνει ό,τι χρειαστεί» προκειμένου να προστατεύσει τη νομισματική ένωση, που δεχόταν ανηλεείς επιθέσεις από τις αγορές. Η αποφασιστικότητα που επέδειξε πυροδότησε ράλι των μετοχών, ενώ βοήθησε να αποκλιμακωθεί το κόστος δανεισμού των κρατών-μελών της περιφέρειας. Το καθοριστικό βήμα έγινε με τις μαζικές αγορές κρατικών ιταλικών και ισπανικών ομολόγων, που είχαν ως στόχο να στηρίξουν τις χώρες που είχαν βρεθεί στο στόχαστρο των κερδοσκόπων, αλλά και να δώσουν τέλος στα σενάρια για διάλυση του ευρώ.
Εκείνο το καλοκαίρι ο κεντρικός τραπεζίτης πέτυχε να σπάσει ακόμη και το γερμανικό μέτωπο. Ο επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ, Γενς Βάιντμαν, εξέφρασε ανοιχτά τη διαφωνία του με τις αγορές κρατικών ομολόγων, αλλά είδε τον ομοεθνή του Γεργκ Ασμουσεν, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου, να προσχωρεί στο στρατόπεδο Ντράγκι. Η χαλαρή πολιτική συνεχίστηκε έτσι απρόσκοπτα, με τον κεντρικό τραπεζίτη να προσθέτει νέα όπλα, στηρίζοντας το τραπεζικό σύστημα, αλλά αποτυγχάνοντας να φέρει αποτελέσματα στην πραγματική οικονομία.
Η αναιμική ανάπτυξη και η εκρηκτική ανεργία οδήγησαν στη λύση της ποσοτικής χαλάρωσης. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε προσπάθησε πρόσφατα να βάλει φρένο στις προσδοκίες για νέες μειώσεις επιτοκίων και αγορές τιτλοποιημένων δανείων, υποστηρίζοντας ότι «τα εργαλεία της ΕΚΤ έχουν εξαντληθεί». Κανόνιζε, ωστόσο, χωρίς τον «ξενοδόχο» Ντράγκι.
ΝΑΤΑΣΑ ΣΤΑΣΙΝΟΥ - [email protected]