Σε φοροδιαφυγή ύψους 100 εκατ. γιουάν (16,04 εκατ. δολ.) προέβη η βρετανική φαρμακευτική εταιρεία GlaxoSmithKline, όπως υποστηρίζει κρατική εφημερίδα της Κίνας, εντείνοντας την πίεση προς την εταιρεία μετά τις κατηγορίες για διαφθορά σε βάρος ανώτατων στελεχών της.
Την περασμένη Τετάρτη η κινεζική αστυνομία είχε ανακοινώσει ότι απαγγέλθηκαν κατηγορίες σε βάρος του πρώην επικεφαλής της θυγατρικής της GSK στην Κίνα και άλλων στελεχών της για διαφθορά, στο μεγαλύτερο σκάνδαλο στο οποίο εμπλέκεται μια πολυεθνική εταιρεία από το 2009, όταν τέσσερα στελέχη της Rio Tinto είχαν φυλακιστεί.
Αν και οι κατηγορίες περί διαφθοράς στρέφονται εναντίον στελεχών της μάλλον παρά εναντίον της ιδίας της επιχείρησης, οι κατηγορίες σε βάρος της GSK από μέρους μέσων ενημέρωσης καταδεικνύουν ότι η φαρμακευτική εταιρεία δεν είναι και πολύ ασφαλής.
Η εφημερίδα που εκδίδει η Πολιτική και Νομική Επιτροπή του κυβερνώντος Κομμουνιστικού Κόμματος γράφει σήμερα ότι η GSK εισήγαγε εκ προθέσεως το Lamivudine, ένα σκεύασμα το οποίο χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση του ιού HIV και της ηπατίτιδας, σε αυξημένη τιμή και, χρησιμοποιώντας παράλληλα νομικά παραθυράκια για τις φιλανθρωπικές δωρεές, κατάφερε να «αποφύγει φόρους που ξεπερνούν τα 100 εκατ. γιουάν που οφείλονταν γα τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας επί των εισαγωγών και φόρους επί των εταιρικών εσόδων».
Στελέχη της GSK στη Σαγκάη και στο Λονδίνο απέφυγαν να σχολιάσουν το θέμα. Την περασμένη εβδομάδα, πάντως, η φαρμακευτική είχε ανακοινώσει ότι οι καταγγελίες περί διαφθοράς είναι «ντροπή» και ότι ελπίζει η υπόθεση να διευθετηθεί ώστε να συνεχίσει να προσφέρει τα προϊόντα της στους Κινέζους καταναλωτές.