Η διείσδυση του φυσικού αερίου αυξάνεται κάθε χρόνο εκτοπίζοντας το πετρέλαιο και τις άλλες μορφές ενέργειας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις το 2018 το 64% των κατοίκων στο πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης θα συνδεθούν με το δίκτυο φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με στοιχεία, που παρουσιάστηκαν απόψε στη διάρκεια ημερίδας που διοργανώθηκε στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδος, με θέμα: «Δίκαιο Ενέργειας: Υδρογονάνθρακες (πετρέλαιο – φυσικό αέριο) Νομικές, Οικονομικές, Περιβαλλοντικές, Επενδυτικές, Γεωπολιτικές Εκφάνσεις», η διείσδυση φυσικού αερίου στη Θεσσαλονίκη το 2013 ανήλθε στο 48% του πληθυσμού και εκτιμάται ότι 670.000 κάτοικοι της Θεσσαλονίκης είναι σήμερα χρήστες του φυσικού αερίου.
Όπως ανέφερε στην εισήγησή του: «Η διείσδυση του Φυσικού Αερίου στην Θεσσαλονίκη και την Θεσσαλία», ο Λεωνίδας Μπακούρας, διευθυντής Εμπορικών Δραστηριοτήτων, Εξωτερικών Σχέσεων & Ρυθμιστικών Υποθέσεων ΕΠΑ Θεσσαλονίκης- ΕΠΑ Θεσσαλίας, το 2018 περισσότεροι από 830.000 κάτοικοι θα χρησιμοποιούν φυσικό αέριο στη Θεσσαλονίκη, ποσοστό που θα ανέρχεται στο 64% του πληθυσμού.
Ειδικότερα, στη Θεσσαλονίκη, από το σύνολο των 465.000 διαθέσιμων διαμερισμάτων τα 210.000 είναι ήδη καταναλωτές φυσικού αερίου, ενώ η συνολική κάλυψη των οδών με δίκτυο φυσικού αερίου ( στους 12 Καλλικρατικούς δήμους του πολεοδομικού συγκροτήματος) ανέρχεται σε 58%. Για τον κεντρικό δήμο Θεσσαλονίκης είναι 88%, για την Καλαμαριά 63 % και για τον δήμο Νεάπολης-Συκεών 63%.
Νέα δίκτυα
Όπως ανακοινώθηκε, νέα δίκτυα προγραμματίζονται για κατασκευή εντός του 2014 στη Νέα Μαγνησία, του δήμου Δέλτα και στην Νέα Ραιδεστό του δήμου Θέρμης, ενώ το οδικό δίκτυο, στους 12 Δήμους που έχει αναπτυχθεί δίκτυο φυσικού αερίου, εκτιμάται σε 1.715 χιλιόμετρα. Όπως είπε ο κ. Μπακούρας, για την τετραετία 2014 – 2018 έχει προϋπολογισθεί ανάπτυξη νέων δικτύων σε μήκος 101 περίπου χιλιομέτρων.
Απ' την πλευρά του, ο Ανανίας Τομπουλίδης, καθηγητής του Τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, εξάλλου, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε, το μίγμα φυσικού αερίου που καταναλώθηκε στην Ελλάδα το έτος 2012 προερχόταν, το 56% από τη Ρωσία (Gazprom), το 14% από την Τουρκία (Botas), το 17% από την Αλγερία (LNG από Sonatrach) και το 13% άλλους προμηθευτές spot LNG (Eni, Κατάρ). Επίσης, την ίδια χρονιά, οι πωλήσεις φυσικού αερίου ανά τομέα κατανάλωσης, ήταν: 66,3% στην ηλεκτροπαραγωγή, 18,1% στη βιομηχανία και το 15,6% στις ΕΠΑ για οικιακή κατανάλωση.
Οφέλη
Σημαντικά ήταν όμως τα οφέλη και για το περιβάλλον, αφού στο διάστημα 2000 – 2013 καταναλώθηκαν περισσότερα από 2.8 δισεκ. Νm3 (μονάδα μέτρησης ποσότητας μάζας φυσικού αερίου), υποκαθιστώντας το πετρέλαιο και το μαζούτ, με αποτέλεσμα να μην επιβαρυνθεί η ατμόσφαιρα από σημαντικές ποσότητες ρύπων: διοξειδίου του άνθρακα (3.418 τόνοι), διοξειδίου του θείου (2.315 τόνοι), μονοξειδίου του άνθρακα (506 τόνοι), μονοξειδίου του αζώτου (5.566 τόνοι) και μικροσωματιδίων (ΡΜ) (2.214 τόνοι).
Στο μεταξύ, ο καθηγητής Γεωλογίας ΑΠΘ και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρίας Υδρογονανθράκων, Ανδρέας Γεωργακόπουλος, στην εισήγησή του, με θέμα: «Νέοι ορίζοντες στην έρευνα των υδρογονανθράκων στην Ελλάδα», αναφέρθηκε στις σημαντικές προόδους, που όπως είπε, έγιναν τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ στη διάρκεια της εκδήλωσης έγινε εκτενής αναφορά στις νομικές, γεωλογικές, γεωπολιτικές, κ.α. παραμέτρους που διέπουν το καθεστώς ερευνών για τον εντοπισμό υδρογονανθράκων, στο θαλάσσιο και χερσαίο χώρο.
Ο κ. Γεωργακόπουλος εξέφρασε την απορία του για το γεγονός, όπως επισήμανε, ότι στην Ελλάδα, από το 1996 μέχρι το 2010 έγιναν ελάχιστες έρευνες και ανέφερε χαρακτηριστικά ότι στην Ελλάδα γίνονται 1 έως 2 γεωτρήσεις το χρόνο και στο Ιράκ 5.000 έως 6.000.