Στο 1,5% του ΑΕΠ η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα

Μελέτη του ΙΟΒΕ
Δευτέρα, 01 Νοεμβρίου 2004 12:36

ΣΤΟ 15% της συνολικής δαπάνης για την υγεία διαμορφώνεται η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα σύμφωνα με μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) που διεξάγεται την περίοδο αυτή, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος των χωρών της ευρωζώνης βρίσκεται στο 17,7%.

Όπως προκύπτει από τη μελέτη του ΙΟΒΕ, η φαρμακευτική δαπάνη στη χώρα μας αντιστοιχεί στο 1,5% του ΑΕΠ γεγονός που την κατατάσσει στην τέταρτη θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, μετά την Ιταλία, την Ισπανία και τη Γερμανία. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (έτος 2002) η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα ανήλθε στα 2 δισ. ευρώ. Όπως προκύπτει από τη μελέτη, το μερίδιο της φαρμακευτικής δαπάνης στο ΑΕΠ της χώρας παραμένει σταθερό την περίοδο 1995-2002, με μια μικρή πτώση για τα έτη 1998-1999.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία που προέκυψαν κατά την έρευνα του ΙΟΒΕ και αφορούν στην εξέλιξη της εγχώριας παραγωγής φαρμακευτικών προϊόντων. Τα φαρμακευτικά προϊόντα, ανάλογα με την προέλευσή τους, διακρίνονται σε εισαγόμενα, εγχωρίως παραγόμενα και εγχωρίως συσκευαζόμενα.

Τα τελευταία 15 χρόνια η σχέση μεταξύ εισαγόμενων και εγχωρίως παραγόμενων φαρμακευτικών προϊόντων έχει αλλάξει με την δραστική μείωση της εγχώριας φαρμακευτικής παραγωγής.

Συγκεκριμένα, ενώ το 1987, τα εγχωρίως παραγόμενα αποτελούσαν το 75% του συνόλου των πωλήσεων και τα εισαγόμενα το 18%, το 2003 τα αντίστοιχα μερίδια βρίσκονται στο 19% και 70%. Η πλήρης αντιστροφή των μεριδίων αποδίδεται κυρίως στην ευνοϊκή τιμολογιακή μεταχείριση των δεύτερων έναντι των πρώτων.

Στη μελέτη επισημαίνεται η διαφορά μεταξύ των στοιχείων των φαρμακευτικών πωλήσεων και εκείνων της φαρμακευτικής δαπάνης. Σύμφωνα με το International Classification of Health Accounts του ΟΟΣΑ, με το οποίο έχει εναρμονιστεί και η χώρα μας, ως φαρμακευτική δαπάνη καθορίζεται η δαπάνη για φάρμακα που χορηγούνται σε εξω-νοσοκομειακούς ασθενείς (medical goods dispensed to outpatients: pharmaceuticals and other medical non-durables). Συνεπώς, τα φάρμακα που καταναλώνονται μέσα στα νοσοκομεία καταγράφονται στη νοσοκομειακή και όχι στη φαρμακευτική δαπάνη.

Με βάση τη διάκριση αυτή, παρουσιάζεται στη συνέχεια η εξέλιξη της φαρμακευτικής δαπάνης τα τελευταία χρόνια με βάση τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (ΕΣΥΕ). Η επιλογή της εν λόγω πηγής, σε αντίθεση με τη συνήθη αναφορά στα στοιχεία του Ινστιτούτου Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ), έγινε διότι τα στοιχεία που καταγράφει το τελευταίο αναφέρονται στις πωλήσεις φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων από τις φαρμακευτικές εταιρείες προς τα νοσοκομεία και τις φαρμακαποθήκες και όχι στις πωλήσεις προς τους ασθενείς –καταναλωτές. Επομένως, τα στοιχεία αυτά δεν αφορούν στην εγχώρια φαρμακευτική δαπάνη.

Επιπλέον, όπως επισημαίνει το ΙΟΒΕ, δεν αρκεί από τις συνολικές πωλήσεις του ΙΦΕΤ να αφαιρεθούν οι πωλήσεις προς τα νοσοκομεία, καθώς το υπόλοιπο, που αφορά στις πωλήσεις προς τις φαρμακαποθήκες, εξακολουθεί να μην αντανακλά την εγχώρια φαρμακευτική δαπάνη. Ο λόγος είναι ότι ένα μεγάλο μέρος των φαρμακευτικών προϊόντων που πωλούνται προς τις φαρμακαποθήκες διοχετεύεται προς τις ξένες αγορές μέσω των παράλληλων εξαγωγών. Για τον υπολογισμό της δαπάνης, πρέπει από τα στοιχεία πωλήσεων προς τις φαρμακαποθήκες να αφαιρεθούν τα αποθέματα και οι παράλληλες εξαγωγές.

Επειδή, όμως, δεν υπάρχει αξιόπιστη εκτίμηση για τα στοιχεία των παράλληλων εξαγωγών, η μελέτη του ΙΟΒΕ βασίζεται στη φαρμακευτική δαπάνη και τη δαπάνη για υγεία μέσω των στοιχείων της ΕΣΥΕ και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα