ΑΥΞΗΜΕΝΑ κατά 29,4% εμφανίζονται τα συνολικά κέρδη των 1.920 μεγαλυτέρων εισαγωγικών και εμπορικών επιχειρήσεων της χώρας, οι οποίες είδαν τα καθαρά οικονομικά αποτελέσματά τους να υπερβαίνουν κατά τι τα δύο δισεκατομμύρια ευρώ.
Αυτό προκύπτει από μεγάλη πανελλαδική έρευνα της Stat Bank, σύμφωνα με την οποία ο συνολικός τζίρος των εταιρειών του δείγματος αυξήθηκε από 47,3 δισεκατομμύρια ευρώ το 2002 σε 51,7 δισεκατομμύρια ευρώ το 2003, εμφανίζοντας μια βελτίωση της τάξεως του 9%.
Σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα, ατμομηχανή του ελληνικού εμπορίου αποτελεί η εγχώρια αγορά αυτοκινήτου η οποία, παρά τα γενικότερα προβλήματα εμφανίζει υψηλούς ρυθμούς ανόδου. Ενδεικτικά είναι τα παρακάτω γεγονότα: πρώτον, από τις 1.920 εταιρείες του δείγματος οι 261 είναι επιχειρήσεις που κινούνται στον κύκλο «αυτοκίνητα, ανταλλακτικά, αξεσουάρ και χρηματοδότηση αγοράς αυτοκινήτου».
Δεύτερον, οι εταιρείες αυτές διαχειρίστηκαν το 16,3% του συνολικού τζίρου των εταιριών του δείγματος ενώ απέσπασαν το 13,6% των συνολικών κερδών τους. Τρίτον, το 2003 οι εταιρείες εμπορίας αυτοκινήτων εμφάνισαν μέση αύξηση κερδών 38,9% σε σχέση με το 2002. Τέταρτον, οι προσδοκίες για αντίστοιχη πορεία της κερδοφορίας κατά το 2004 δείχνουν λογικές αφού η εγχώρια αγορά νέων επιβατικών αυτοκινήτων αυξήθηκε από 201.129 νέα επιβατικά αυτοκίνητα το 9άμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2003 σε 233.675 το αντίστοιχο διάστημα του 2004.
Τόσο κατά το 2003 όσο και κατά το τρέχον έτος στην εγχώρια αγορά αυτοκινήτου κυριάρχησαν οι επιχειρηματικοί όμιλοι των κκ Μανδύλα (VW, Audi), Θεοχαράκη (Nissan κλπ), Συγγελίδη (Citroen, Chrysler, Skoda), Δάβαρη (Hyundai), Μανιατόπουλου (BMW Κλπ), Σαρακάκη (Honda, Mitsubishi), Σφακιανάκη (Suzuki), Θ. Βασιλάκη (Seat, Saab), Λαϊνόπουλου (Mercedes, Smart), Πετρόπουλου (Scania, Isuzu) και Κοντέλη (Ford, Fiat κλπ). Επίσης από τις πολυεθνικές Toyota Hellas, Mercedes Benz Hellas, BMW Hellas, General Motors, Fiat Auto Hellas και Ford-Volvo.
Τα υψηλότερα κέρδη και τον μεγαλύτερο ρυθμό αύξησης κερδοφορίας εμφάνισαν οι εισαγωγικές εταιρείες. Συγκεκριμένα, οι 43 εισαγωγικές αύξησαν τη κερδοφορία τους κατά 58,64% για να φτάσουν τα 173 εκατομμύρια ευρώ. Με δύο λόγια από τη συνολική «πίττα» των κερδών που δημιουργήθηκε στην εγχώρια αγορά των «τεσσάρων τροχών» (αυτοκίνητα, ανταλλακτικά, αξεσουάρ, εταιρίες χρηματοδότησης), οι εισαγωγικές εταιρίες απέσπασαν περίπου το 66%.
Οι εταιρείες χρηματοδότησης της αγοράς αυτοκινήτου, σύμφωνα πάντα με την έρευνα της Stat Bank, έκαναν (ως κλάδος) ένα βήμα πίσω. Πέραν από μεμονωμένες εταιρείες που βελτίωσαν τη κερδοφορία τους οι εταιρείες χρηματοδότησης μείωσαν τα κέρδη τους κατά 16% για να φτάσουν τα 21,7 εκατομμύρια ευρώ.
Η πολυπληθέστερη κατηγορία του κλάδου είναι αυτή των dealers: οι 156 επιχειρήσεις του τομέα αύξησαν τα κέρδη τους κατά 31,94% για να φτάσουν τα 40 εκατομμύρια ευρώ. Ο τομέας των dealers εργάστηκε με μέσο περιθώριο κέρδους 1,7% όταν οι εισαγωγικές εταιρείες είχαν 3,61%, οι εταιρίες εμπορίας ανταλλακτικών 4,45% και αξεσουάρ 7,80%. Αντιστοίχως, το μέσο περιθώριο καθαρού κέρδους των εταιρειών εμπορίας ελαστικών αυτοκινήτων ήταν 6,71%.
Ο κλάδος του σουπερμάρκετ ήταν ο δεύτερος σημαντικότερος από την άποψη του τζίρου. Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι οι 99 εταιρίες του κλάδου (που συμμετείχαν στο δείγμα των 1.920) διαχειρίστηκαν έναν τζίρο 8,2 δις. ευρώ. Έτσι, το 5,1% των εταιριών του δείγματος διαχειρίστηκε το 15,8% του συνολικού τζίρου ενώ απέσπασε το 8,6% των συνολικών κερδών.
Αποκαλυπτικά στοιχεία της πορείας του κλάδου των σουπερμάρκετ είναι τα παρακάτω γεγονότα: πρώτον, οι εν λόγω επιχειρήσεις του δείγματος αυξάνουν διαρκώς τη συνολική κερδοφορία τους κατά την τελευταία τριετία. Έτσι, το 2001 είχαν εμφανίσει συνολικά κέρδη μόλις 58,2 εκατομμύρια ευρώ για να φτάσουν το 2003 να έχουν συνολικά κέρδη αυξημένα κατά 202% στο διάστημα της τριετίας. Δεύτερον, από τις 99 αλυσίδες σουπερμάρκετ-πολυκαταστημάτων μόνο εννέα (9) εμφάνισαν ζημιογόνο δραστηριότητα.
Ο κλάδος των σουπερμάρκετ-πολυκαταστημάτων εμφανίζει μεγάλη συγκέντρωση δυνάμεων, γεγονός που αποδεικνύεται και από την κατανομή των καθαρών κερδών του κλάδου. Ενδεικτικό είναι το παρακάτω στοιχείο: οι επτά πλέον κερδοφόρες επιχειρήσεις του κλάδου (Praktiker, Σκλαβενίτης, Carrefour-Μαρινόπουλος, Πέντε, Μετρό, ΑΒ Βασιλόπουλος και Μασούτης) απέσπασαν περίπου το 70% των συνολικών καθαρών κερδών των 99 επιχειρήσεων του δείγματος.
Μεταξύ των αλυσίδων σουπερμάρκετ-πολυκαταστημάτων που εμφάνισαν τις υψηλότερες αυξήσεις κερδών – έστω και αν σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό ήταν αποτέλεσμα συγχώνευσης δραστηριοτήτων με θυγατρικές ή άλλες επιχειρήσεις – είναι και οι: Μάκρο, ¶λφα Δέλτα, Ατλάντικ, Θανόπουλος, Μάρκετ In, Βερόπουλοι, Αργώ Μάρκετ, Λάρισα ΑΒΕΕ, Προμηθευτικη Τροφίμων και Μετρό.
Με υψηλότερο ρυθμό από τον αντίστοιχο του δείγματος κινήθηκε η αύξηση των κερδών των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών. Συγκεκριμένα, το 2003 τα συνολικά καθαρά κέρδη των 54 μεγαλύτερων εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων εμφανίζονται αυξημένα κατά 36,9% σε σχέση με το 2002, όταν η μέση αύξηση των κερδών του δείγματος (των 1.920 επιχειρήσεων) ήταν 29,4%. Μάλιστα, ο ρυθμός αύξησης των καθαρών κερδών των εταιριών εμπορίας καυσίμων ήταν 6 φορές υψηλότερος του αντίστοιχου ρυθμού αύξησης των πωλήσεων. Πάντως, σε κανέναν άλλο κλάδο τόσο λίγες εταιρίες δεν διαχειρίζονται τόσο υψηλό τζίρο. Συγκεκριμένα, το 2,8% των εταιρeιών του δείγματος της έρευνας, διαχειρίζεται το 14,7% του συνολικού τζίρου.
Όσο, όμως, μεγάλη συγκέντρωση εμφανίζεται στην διαχείριση του συνολικού τζίρου της αγοράς το ίδιο μεγάλη – ίσως και μεγαλύτερη – παρουσιάζεται η συγκέντρωση στο επίπεδο κατανομής των κερδών. Ιδιαίτερα αποκαλυπτικό είναι το γεγονός ότι τρεις μόνον εταιρίες (από τις 54 του δείγματος) αποσπούν το 76% των συνολικών κερδών του κλάδου. Πρόκειται για τις επιχειρήσεις BP, Shell και ΕΚΟ-Εlda οι οποίες το 2003 εμφάνισαν συνολικά κέρδη 139,2 εκατομμυρίων ευρώ Ενδιαφέρον επίσης εμφανίζει το γεγονός ότι από τις 54 επιχειρήσεις μόνον 5 εμφανίζουν ζημίες. Αντιστοίχως, από τις 37 κερδοφόρες η πλειοψηφία εμφανίζει αύξηση κερδών πάνω από 10%. Πάντως, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης, οι επιχειρήσεις που εμφανίζουν τους υψηλότερους ρυθμούς αύξησης πωλήσεων (μερίδια αγοράς) είναι οι: Aegean Oil, Elin, Revoil, KAOil, Dracoil, Silk Oil, Shell, ΕΚΟ και Avin.
Αυξημένα κατά 20% εμφανίζονται τα συνολικά καθαρά κέρδη των 149 μεγαλύτερων (βάσει πωλήσεων) εισαγωγικών και εμπορικών επιχειρήσεων φαρμακευτικών και παρα-φαρμακευτικών προϊόντων το 2003 σε σχέση με το 2002. Τα συνολικά κέρδη των εν λόγω εταιριών διαμορφώθηκαν έτσι στο επίπεδο των 195,7 εκατομμυρίων ευρώ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας της STAT BANK, η βελτίωση της κερδοφορίας στηρίχθηκε σε αύξηση του συνολικού κύκλου εργασιών των εταιριών του δείγματος κατά 12%.
Σε ό,τι αφορά τα οικονομικά αποτελέσματα των μεγαλύτερων εισαγωγικών και εμπορικών φαρμακευτικών επιχειρήσεων της χώρας, αξίζει να σημειωθεί ότι το παρελθόν έτος ήταν μια καλή χρονιά για τις περισσότερες εξ αυτών. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι από τις 149 επιχειρήσεις του δείγματος οι 135 εμφάνισαν κέρδη.
Τη «χρυσή ενδεκάδα» - αυτές δηλαδή που κατέκτησαν τις καλύτερες θέσεις στον κατάλογο με τα πιο πολλά κέρδη – συγκρότησαν οι: Genesis Pharma, Astra Zeneca, Roche Hellas, Farmaserve Lilly, Allen Φαρμακευτική, Wyeth Hellas, Μαρινόπουλος Κ.Π., Ελάνκο Ελλάς, Μαρινόπουλος ΑΒΕΤΕ, Pharma Group Μεσσηνίας και Στρούμσας. Μεταξύ των επιχειρήσεων που εμφάνισαν την υψηλότερη αύξηση κερδοφορίας και ταυτόχρονα αξιόλογα κέρδη είναι και οι:UCB Pharma (492%), Όργαναν Ελλάς (170%), Genesis Pharma ((158%), Kleva (103%) και Συνεταιριστική Φαρμακαποθήκη 77,8%.
Ο κλάδος των εμπορικών επιχειρήσεων τροφίμων αποτελεί τη δεύτερη πολυπληθέστερη κατηγορία εταιριών του ελληνικού εμπορίου. Ο συγκεκριμένος κλάδος συμμετέχει με 234 μεγάλες επιχειρήσεις στο συνολικό δείγμα, κατορθώνοντας μάλιστα να βρεθεί και στην πρώτη πεντάδα των κλάδων που διαχειρίζονται τους υψηλότερους τζίρους. Οι εταιρείες του κλάδου τροφίμων διαχειρίστηκαν συνολικές πωλήσεις 3,27 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό αυξημένο κατά 7,9% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Πολύ υψηλότερος ήταν ο ρυθμός αύξησης των κερδών που ήταν πάνω από 19%.
Όπως επισημαίνει στην έκθεσή της η Stat Bank, κυρίαρχη θέση στον κλάδο κατέχουν μεταξύ άλλων και οι εταιρίες Friesland, Δημητριακή, Ελγέκα Κατσιώτης, Elbisco, Mama Products και ΟΛΙΚΟ.
Στις αμέσως επόμενες θέσεις βρέθηκαν οι τομείς των ηλεκτρικών συσκευών, των μηχανών γραφείου, της ένδυσης-υπόδησης, της κινητής τηλεφωνίας και των ειδών υγιεινής –κλιματισμού. Οι τομείς αυτοί σίγουρα προσέφεραν σημαντικές υπηρεσίες στη κινητικότητα του ελληνικού εμπορίου ενώ ο κάθε ένας εξ αυτών διαχειρίστηκε έναν τζίρο μεταξύ 1 και 2,3 δισεκατομμυρίων ευρώ.