Το 2000 τα κεφαλαιακά κέρδη των τραπεζών σημείωσαν υποχώρηση σε σύγκριση με το 1999, και οι τράπεζες επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στη βελτίωση των εσόδων από τις χορηγήσεις, μετακινώντας κεφάλαια από το ενεργητικό τους σε καταναλωτικά δάνεια τα οποία έχουν υψηλότερο περιθώριο κέρδους, σύμφωνα με έκθεση της Morgan Stanley, που είδε σήμερα το φως της δημοσιότητας, Ωστόσο, επισημαίνεται στην έκθεση, η στροφή των τραπεζών στο μέτωπο των χορηγήσεων, συνοδεύτηκε και από μία συρρίκνωση στο καθαρό επιτοκιακό περιθώριο, εξ αιτίας της ένταξης της στην Οικονομική Νομισματική Ενωση.
Τα κέρδη τα οποία προήλθαν από τις αυξημένες χορηγήσεις δεν αντιστάθμησαν άμεσα για να αντιμετωπίσουν επαρκώς, την απώλεια των κερδών τους από το Χρηματιστήριο. Η συνεχιζόμενη παρουσία υψηλών κεφαλαιακών κερδών από τις μετοχές, τα οποία χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα, σκιάζουν το βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, επιτείνοντας την αβεβαιότητα και για τη διατήρηση υψηλών μακροπρόθεσμων αποδόσεων ανά μετοχή.
Το 2001, συμπληρώνει η Morgan Stanley, βρήκε τις τράπεζες να βελτιώνουν τις πηγές άντλησης εσόδων, μέσω μιας υγιούς ανάπτυξης του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου. Αυτό θεωρητικά, αποτελεί καλό οιωνό για τις τραπεζικές μετοχές, ωστόσο o χρηματο-πιστωτικός οργανισμός πιστεύει, ότι δεν ήταν, καθώς τα έσοδα πλην εκείνων από τόκους, συνεχίζουν να βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός τους. Παρ’όλο που τα έσοδα από προμήθειες στη λιανική τραπεζική αγορά αυξήθηκαν, τα χαμηλότερα κέρδη από τις κεφαλαιαγορές και τις χρηματαγορές, περιόρισαν την αύξηση του συνόλου των προμηθειών.
Η υποχώρηση των κερδών βρίσκεται σε συνάρτηση με την κακή πορεία του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών (ΧΑΑ).
Για τους παραπάνω λόγους, αναφέρει η Morgan Stanley, αναθεωρούμε την αποτίμηση των εν λόγω τραπεζών σε ουδέτερες. Τα έσοδα από τόκους της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος διαμορφώθηκαν σε καλύτερα επίπεδα από τα αρχικά και συνέπεσαν με τις εκτιμήσεις μας για αυτά της Alpha Bank.
Δείτε ολόκληρη την έκθεση στη διεύθυνση http://www.naftemporiki.gr/misc/msdw_greek_banks.pdf