Η Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμόζει το ελάχιστο ποσό προβλέψεων των πιστωτικών ιδρυμάτων, έναντι απαιτήσεών τους από πιστοδοτήσεις. Οι ελάχιστες αυτές προβλέψεις καθορίζονται για εποπτικούς σκοπούς και συνδέονται με την αξιολόγηση της κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Ειδικότερα:
- Ο συντελεστής που εφαρμόζεται επί των απαιτήσεων από χορηγήσεις με καθυστέρηση 12 μηνών και άνω, καθώς και σε οριστική καθυστέρηση, αυξάνεται από 40% σε 50%. Ο συντελεστής για τις επισφαλείς απαιτήσεις αυξάνεται από 50% σε 60% .
- Η προσαύξηση των γενικώς ισχυόντων συντελεστών προκειμένου περί καταναλωτικών δανείων, πιστωτικών καρτών και προσωπικών δανείων αυξάνεται από 30% σε 40%.
- Η κατά 30% μείωση των γενικών συντελεστών που εφαρμόζονταν μέχρι σήμερα στα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια φυσικών προσώπων εξακολουθεί να ισχύει, εφόσον η σχέση του εκάστοτε υπολοίπου του δανείου, συνυπολογιζομένων όλων των τυχόν δανείων που αφορούν το ίδιο ακίνητο (όπως συμπληρωματικά στεγαστικά ή επισκευαστικά), δεν υπερβαίνει το 70% της εκάστοτε αξίας αντικειμενικού προσδιορισμού που καθορίζεται από το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών. Στην περίπτωση που το συνολικό ύψος των πιο πάνω δανείων υπερβαίνει το εν λόγω ποσοστό, ο μειωμένος συντελεστής εφαρμόζεται μόνο στο τμήμα των δανείων που αντιστοιχεί στο 70% της εκάστοτε αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
- Παρέχεται εύλογη περίοδος προσαρμογής. Για την αξιολόγηση της κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων τα ποσά που προκύπτουν από τις μεταβολές των συντελεστών προβλέψεων που καθορίζονται στη νέα Πράξη θα συνυπολογισθούν κατά ποσοστό 50% επί των στοιχείων της κεφαλαιακής επάρκειας της 30 Ιουνίου 2003 και κατά 50% επί των στοιχείων της 31 Δεκεμβρίου 2003.