Το φάκελο των αλλαγών στη φορολογία, με επίκεντρο τα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής, αλλά και αυτόν που αφορά στις επεμβάσεις στα ακίνητα, μέσω του ενιαίου φόρου και της αύξησης των αντικειμενικών αξιών κατά μέσο όρο 20%, ανοίγει σήμερα η κυβέρνηση με την τρόικα.
Η συζήτηση, μάλιστα, επί των συγκεκριμένων θεμάτων ξεκίνησε από χθες, κατά τη συνάντηση του υπουργού Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα, με τον επίτροπο Φορολογίας της Ε.Ε., Αλγκρίντας Σεμέτα, ενώ τέθηκαν επί τάπητος και στο Μέγαρο Μαξίμου κατά τη συνάντηση που είχαν οι δύο άνδρες με τον πρωθυπουργό, Αντ. Σαμαρά.
Στην εν λόγω συνάντηση, ετέθη για μια ακόμη φορά το θέμα της μείωσης του ΦΠΑ στην εστίαση, από το 23% στο 13%, έστω και πιλοτικά, σε πρώτη φάση κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, αφού η κυβέρνηση, παρά τις αντιρρήσεις του ΔΝΤ και αρκετών Ευρωπαίων αξιωματούχων που φοβούνται αποκλίσεις από τους στόχους, ευελπιστεί ότι το μέτρο θα αλλάξει το κλίμα στην αγορά, θα συμβάλει στην αύξηση των δημοσίων εσόδων, αλλά και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Είναι αξιοσημείωτο, πάντως, ότι ο κ. Σεμέτα απέφυγε να κάνει οποιαδήποτε δήλωση, αφήνοντας όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, ενώ το θέμα περνά, από σήμερα, στα χέρια των επικεφαλής της τρόικας, οι οποίοι θα πρέπει να πειστούν για το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του μέτρου, όπως άλλωστε και για τον ενιαίο φόρο επί των ακινήτων που θα εφαρμοστεί από το 2014, αφού στόχος παραμένει η είσπραξη 3,1 δισ. ευρώ.
Μεγάλο «αγκάθι» αποτελεί πλέον για την κυβέρνηση η απόφαση να εξαιρεθούν από το νέο φόρο οι αγροτικές εκτάσεις των κατ’ επάγγελμα αγροτών, αφού ανοίγει «τρύπα» στα έσοδα, που κυμαίνεται από 200 έως και 300 εκατ. ευρώ, χωρίς ακόμη να έχει βρεθεί το εναλλακτικό σενάριο κάλυψης των απωλειών.
Μέχρι αργά εξάλλου, χθες το βράδυ, παρά τη δέσμευση του οικονομικού επιτελείου την προηγούμενη εβδομάδα, δεν είχε δοθεί στους εκπροσώπους των κομμάτων της συγκυβέρνησης το σχέδιο με το τελικό κόστος της ανωτέρω απόφασης και οι τρόποι κάλυψης του κενού.
Για το λόγο, άλλωστε, αυτόν, η σύσκεψη της διακομματικής επιτροπής μετατέθηκε για αύριο -είχε προγραμματιστεί για σήμερα-, ενώ θα γίνει υπό την προεδρία του υπουργού Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα.
Σε κάθε περίπτωση, εάν οριστικοποιηθεί το μέτρο της μη επιβολής του ΕΦΑ στους κατ’ επάγγελμα αγρότες, τότε, όπως έχει ήδη αποκαλύψει η «Ν», οι επιβαρύνσεις για όλους τους ιδιοκτήτες ακινήτων θα είναι μεγαλύτερες από το επόμενο έτος, ενώ είναι άγνωστο εάν θα θεσπιστεί, τελικά, και αφορολόγητο όριο για τα φυσικά πρόσωπα και ποιοι συντελεστές θα ισχύσουν.
Με βάση, πάντως, το εναλλακτικό σχέδιο που επεξεργάζεται η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, η μη φορολόγηση των αγροτών φέρνει χαμηλότερο από τις 50.000 ευρώ αφορολόγητο όριο, ίσως και 30.000 ευρώ, αλλά και υψηλότερους συντελεστές φορολόγησης των αστικών ακινήτων, ενώ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων έχει τεθεί και η διατήρηση της έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης για δύο ακόμη χρόνια, έως το 2016.
Υπενθυμίζεται ότι, με βάση το σχέδιο που εκπονείται στο υπουργείο, όπως έχει ήδη επισημάνει η «Ν», ο μέσος φόρος για τα εκτός σχεδίου ακίνητα -πλην των αγροτικών εκτάσεων- θα φθάσει τα 15 ευρώ ανά στρέμμα, αφού για τα «φιλέτα» που βρίσκονται σε παραθαλάσσιες ή τουριστικές περιοχές ή συνορεύουν με εθνικές οδούς, ο φόρος θα ξεκινά από τα 20 ευρώ, φθάνοντας σε εξαιρετικές περιπτώσεις τα 30 ή 50 ευρώ το στρέμμα.
Στα εκτός σχεδίου ακίνητα, δεν θα υπάρχει αφορολόγητο όριο και ο φόρος θα υπολογίζεται με βάση το στρέμμα και όχι την αντικειμενική αξία, ενώ για τα ακίνητα εντός σχεδίου οι συντελεστές της κλίμακας των φυσικών προσώπων θα ξεκινούν, όπως έχει ήδη αποκαλύψει η «Ν», από 0,2% και θα φθάνουν έως 1% στην περίπτωση που αποφασιστεί ο ΕΦΑ να επιβληθεί από το πρώτο ευρώ αντικειμενικής αξίας και, εάν οριστεί αφορολόγητο όριο στις 50.000 ευρώ, οι συντελεστές φόρου αναμένεται να κυμανθούν από 0,1% έως 1,5% ή 2%.
Αφορολόγητο όριο, πάντως, δεν θα ισχύσει και για τα ακίνητα των νομικών προσώπων κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ενώ η ενιαία κλίμακα φορολόγησής τους θα αποτελείται από τέσσερις συντελεστές 0,1%, 0,2%, 0,3% και 0,6%. Από την άλλη πλευρά η φορολογική μεταχείριση των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων των επιχειρήσεων (κτίσματα ξενοδοχείων, γήπεδα κ.λπ.), καθώς και αυτών που εκμεταλλεύεται η Εκκλησία θα είναι ευνοϊκότερη, αφού εξετάζεται η εφαρμογή των χαμηλών συντελεστών 0,1%, 0,2% και 0,3%.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΡΟΣ - [email protected]