Ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Φίλιπ Ρέσλερ κατηγόρησε σήμερα τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο ότι έθεσε εν αμφιβόλω με «ανεύθυνο» τρόπο την πολιτική δημοσιονομικής προσαρμογής στην ΕΕ.
«Είναι ανεύθυνο όταν ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αμφισβητεί την πολιτική δημοσιονομικής προσαρμογής στις χώρες της ΕΕ», τόνισε ο Ρέσλερ μιλώντας στη Νυρεμβέργη, στη νότια Γερμανία, όπου το κόμμα του, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) πραγματοποιεί το συνέδριό του ως την Κυριακή για να συζητήσει και να εγκρίνει το πρόγραμμά του ενόψει των βουλευτικών εκλογών, που πρόκειται να διεξαχθούν σε πέντε μήνες.
Οι Ελεύθεροι Δημοκράτες, που κυμαίνονται περί το 5% στις δημοσκοπήσεις, πρέπει να περάσουν αυτό το όριο να παραμείνουν στην Μπούντεσταγκ στις βουλευτικές εκλογές της 22ας Σεπτεμβρίου.
Πολλά στελέχη των συντηρητικών και των φιλελεύθερων —των κομμάτων που συναποτελούν την κυβέρνηση συνασπισμού της καγκελαρίου Άγγελας Μέρκελ— επέκριναν την παράταση δύο ετών που δόθηκε στη Γαλλία από τις Βρυξέλλες για να εκπληρώσει τα κριτήρια που έχει ορίσει η ΕΕ για την μείωση του ελλείμματός της κάτω από το 3%.
Για να καταπολεμηθούν «με διάρκεια» τα αίτια της κρίσης χρέους, ο φιλελεύθερος υπουργός εκτίμησε ότι επαφίεται στις κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών κρατών να ανατάξουν τους προϋπολογισμούς τους.
«Πρέπει να ενισχύσουμε την ανάπτυξη. Να ανατάξουμε τους προϋπολογισμούς. Πρέπει να κάνουμε αποταμιεύσεις», επέμεινε ο Ρέσλερ. «Η Γερμανία δίνει το καλό παράδειγμα» στην υπόλοιπη Ευρώπη σε ό,τι αφορά την οικονομική πολιτική και την δημοσιονομική προσαρμογή, υποστήριξε. «Δεν δαπανούμε περισσότερα. Αλλά λιγότερα», σημείωσε ο ηγέτης του FDP.
Ο Ρέσλερ υπενθύμισε πως το Βερολίνο αναμένει να παρουσιάσει το 2014 έναν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, τον πρώτο έπειτα από 40 χρόνια.
Πάντως ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υπερασπίστηκε αντίθετα την απόφαση της Επιτροπής να δώσει μια διετή παράταση στη Γαλλία για να επιτύχει τους καθορισμένους δημοσιονομικούς στόχους της, σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται αύριο. Ο Σόιμπλε είπε ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας επιτρέπει «μια ορισμένη ευελιξία στην εφαρμογή των κανόνων».