Ουδέποτε έχει εξηγηθεί επαρκώς -εντός και εκτός Ελλάδος- γιατί μια εταιρεία με κρατική συμμετοχή που διοικείται όμως με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και η οποία όχι μόνο δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά είναι κερδοφόρα και αποφέρει μερίσματα σε αυτόν, θα πρέπει να πουληθεί. Δεν έχει εξηγηθεί με όρους μακροπρόθεσμης δημοσιονομικής εξυγίανσης, καθώς τα έσοδα από την πώλησή της προσφέρουν μη επαναλαμβανόμενα οφέλη, ενώ η απουσία της θα στερήσει μελλοντικές εισροές μερισμάτων. Δεν έχει εξηγηθεί, όμως, ούτε με όρους αναπτυξιακής προοπτικής, καθώς η πώλησή της δεν θα συνεισφέρει στην οικονομία με νέες επενδυτικές δαπάνες ή, το σημαντικότερο, νέες θέσεις εργασίας.
Οι επιφυλάξεις, που ενδεχομένως να εκφράζονται για τη μεταβίβαση του ελέγχου του ΟΠΑΠ δεν έχουν να κάνουν με τις κραυγές της αντιπολίτευσης περί του χαμηλού τιμήματος. Οι θορυβώδεις αυτές αντιρρήσεις θα υπήρχαν, ούτως ή άλλως, ακόμη κι αν το τίμημα ήταν δεκαπλάσιο αυτού που τελικά θα καταβληθεί. Οι όποιες καλόπιστες αντιρρήσεις αφορούν το γεγονός ότι η περίοδος αυτή δεν είναι η καλύτερη για τη χρηματιστηριακή αξία της επιχείρησης η οποία έχει κινηθεί την τελευταία δεκαετία σε πολλαπλάσια επίπεδα.
Η πώληση του υπολοίπου των μετοχών του ΟΠΑΠ μαζί με τον έλεγχο και τη διοίκηση της επιχείρησης δεν είναι λοιπόν μια επιτυχημένη επιχειρηματικά κίνηση για το ελληνικό δημόσιο, αποτελεί, ωστόσο, μια αναγκαιότητα στη δεδομένη χρονική στιγμή και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται. Και η αναγκαιότητα αυτή έχει δύο σκέλη: Το ένα είναι καθαρά ταμιακό και έχει να κάνει με το γεγονός ότι στο φετινό προϋπολογισμό έχουν εγγραφεί έσοδα 2,6 δισ. ευρώ από ιδιωτικοποιήσεις και αν δεν πραγματοποιηθούν, τότε θα πρέπει να καλυφθούν είτε με νέους φόρους είτε με περικοπές σε διάφορα επίπεδα. Το δεύτερο σκέλος είναι ακόμη πιο δύσκολο, όσον αφορά την αποδοχή του, γιατί είναι επικοινωνιακό αφού η πώληση στοχεύει στο να δηλώσει προς κάθε κατεύθυνση -αγορές, δανειστές, πιθανούς επενδυτές- ότι η κυβέρνηση κάτι κάνει στον αραχνιασμένο τομέα των ιδιωτικοποιήσεων.
Δεν υπάρχει κανένα σκοτεινό σημείο στη διαδικασία ιδιωτικοποίησης του ΟΠΑΠ. Ούτε μπορεί να κατηγορήσει κανείς τους επιχειρηματικούς ομίλους γιατί δεν θέλησαν να υποβάλουν προσφορές ή γιατί όσοι εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους πρότειναν τιμές που ενδέχεται να φαίνονται χαμηλότερες των προσδοκιών του πωλητή. Το πρόβλημα είναι ότι το πακέτο των μετοχών τέθηκε προς πώληση στη χειρότερη δυνατή συγκυρία. Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ συγκεκριμένη. Οταν αποφασίζεις να πουλήσεις τα περιουσιακά σου στοιχεία, και μάλιστα τα πλέον πολύτιμα από αυτά, όχι γιατί αυτό είναι μια ιδιαίτερα επικερδής επιλογή στην κατάλληλη συγκυρία, αλλά γιατί έχεις ανάγκη να το κάνεις, είναι βέβαιο ότι θα αναγκαστείς να κάνεις εκπτώσεις στις απαιτήσεις σου.
Νίκος Φραντζής - [email protected]