Το αμφιλεγόμενο σχέδιο για την επιβολή φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (ΦΧΣ), γνωστού και ως «φόρου Τόμπιν», στα 11 κράτη – μέλη της Ευρωζώνης που το υιοθέτησαν παρουσίασε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το σχέδιο προβλέπει πως ο φόρος θα ισχύει και για ορισμένες συναλλαγές που πραγματοποιούνται αλλού στον κόσμο και κυρίως στο Σίτι του Λονδίνου.
Ε.Ε.: Ο επίτροπος Α. Σεμέτα για τον «φόρο Τόμπιν» Δηλώσεις του επιτρόπου για θέματα φορολογίας Α. Σεμέτα για την επιβολή φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (ΦΧΣ), γνωστού και ως «φόρου Τόμπιν», στα 11 κράτη-μέλη της Ευρωζώνης που το υιοθέτησαν.
Η πρόταση αυτή διαφέρει λίγο απ' αυτή που είχε διατυπωθεί αρχικά, τον Σεπτέμβριο του 2011. Η πιο αξιοσημείωτη διαφορά έγκειται στο ότι περιελήφθη μια «αρχή του τόπου έκδοσης», σύμφωνα με την οποία θα φορολογούνται τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα που εκδίδονται στις 11 συμμετέχουσες χώρες, έστω κι αν η διαπραγμάτευσή τους γίνεται εκτός της εν λόγω ζώνης.
Αυτό θα συμβαίνει έστω κι αν το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στη συναλλαγή δεν είναι εγκατεστημένο στη «ζώνη ΦΧΣ», από τη στιγμή που θα ενεργεί για λογαριασμό ενός μέρους που είναι εγκατεστημένο σ' αυτή τη ζώνη. Με τη διάταξη αυτή, η Επιτροπή θέλει να αποφύγει τη φοροδιαφυγή.
Η πρόταση περιλαμβάνει επίσης μια «αρχή του τόπου διαμονής». Αυτός σημαίνει ότι αν ένα από τα μέρη της συναλλαγής είναι εγκατεστημένο σε μία από τις 11 χώρες, ο φόρος θα πρέπει να καταβληθεί ανεξάρτητα από το μέρος όπου θα πραγματοποιηθεί αυτή η συναλλαγή.
Οι διατάξεις αυτές σημαίνουν πως ο φόρος αφορά και το Λονδίνο, όπου πραγματοποιούνται μακράν οι περισσότερες χρηματοπιστωτικές συναλλαγές στην Ευρώπη, παρόλο που η Βρετανία δεν είναι μεταξύ των χωρών που συμμετέχουν.
Οι 11 χώρες που υιοθέτησαν το σχέδιο είναι η Γαλλία, η Γερμανία, το Βέλγιο, η Πορτογαλία, η Σλοβενία, η Αυστρία, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία, η Σλοβακία και η Εσθονία. Η Βρετανία, η Σουηδία και η Πολωνία αρνήθηκαν να υιοθετήσουν το σχέδιο, φοβούμενες πως ένα τέτοιο μέτρο θα οδηγήσει σε φυγή κεφαλαίων.
Ο φόρος εκτιμάται ότι θα αποφέρει έσοδα της τάξης των 30 ως 35 δισ. ευρώ ετησίως.
Πηγή: ΑΜΠΕ