Με αποκλειστικό θέμα την «Κεφαλαιακή ενδυνάμωση της Τράπεζας μέσω κινητών αξιών εκδόσεως θυγατρικής της εταιρείας εγγυημένων από αυτήν» πραγματοποιήθηκε σήμερα το μεσημέρι επαναληπτική γενική συνέλευση των μετόχων της Γενικής Τράπεζας της Ελλάδος.
Μιλώντας στη γενική συνέλευση ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας κ. Αντωνης Χασιώτης επεσήμανε ότι: «η διοίκηση της τράπεζας και το διοικητικό συμβούλιο έχουν ήδη διαπιστώσει ότι η τράπεζα χρειάζεται κεφαλαιακή ενίσχυση για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις επιτακτικές ανάγκες για την εξυγίανση του χαρτοφυλακίου της και την ανάπτυξή της.
Στο πλαίσιο των δυνατοτήτων αυτών το διοικητικό συμβούλιο αποφάσισε και διαμόρφωσε δύο (2) προτάσεις για έγκριση στη γενική συνέλευση των μετόχων.
Η πρώτη που είχε στόχο την αξιοποίηση της υπεραξίας από ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα της Τράπεζας, εγκρίθηκε από την γενική συνέλευση της 19ης Μαΐου 2003.
Η άλλη έχει ως σκοπό την άντληση κεφαλαίων εναλλακτικής μορφής, είτε μέσω «καινοτόμων» τίτλων με χαρακτηριστικά βασικών εποπτικών κεφαλαίων (Tier I), είτε με τίτλους κάθε μορφής που εμπίπτουν στα συμπληρωματικά εποπτικά κεφάλαια (Upper ή Lower Tier II), μέχρι του ποσού των 100 εκατομμυρίων ΕΥΡΩ συνολικά.
Το ποσό αυτό κρίθηκε απαραίτητο προκειμένου να υπάρξει ευελιξία και να δοθεί μία πιο μεσοπρόθεσμη λύση στην ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης της Τράπεζας και πέραν του 2003.
Μέσα στα όρια του ποσού των 100 εκατομμυρίων ευρώ, αντιμετωπίζεται κατ’ αρχάς η προώθηση της διαδικασίας έκδοσης ειδικών τίτλων υβριδικής μορφής με χαρακτηριστικά βασικών εποπτικών κεφαλαίων μέχρι ποσοστού 15% των «συμβατικών» βασικών κεφαλαίων της Τράπεζας, που σήμερα είναι και το ανώτερο επιτρεπόμενο όριο σύμφωνα με την εγκύκλιο Διοίκησης αριθμός 17/21.10.2002 της Τράπεζας της Ελλάδος.
Για την έκδοση των παραπάνω τίτλων αποτελεί προϋπόθεση η προηγούμενη λήψη έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος.»
Η γενική συνέλευση των μετόχων της Γενικής Τράπεζας εξουσιοδότησε το Δ.Σ. να χρησιμοποιεί όποια ή όποιες από τις παραπάνω μορφές άντλησης κεφαλαίων κρίνεται προσφορότερη ανάλογα με τις επικρατούσες οικονομικές συνθήκες, μέσα στο όριο των 100 εκατομμυρίων ευρώ συνολικά, απευθείας ή μέσω θυγατρικής, με ή χωρίς την εγγύηση της Τράπεζας.